Καρκίνος του μαστού: Νέα επαναστατική θεραπεία έφερε 100% επιβίωση σε ασθενείς

Καρκίνος του μαστού: Νέα επαναστατική θεραπεία έφερε 100% επιβίωση σε ασθενείς
Ave Calvar Martinez / Pexels
Κυριακή, 18/05/2025 - 06:00

Νέα θεραπευτική προσέγγιση αυξάνει τα ποσοστά επιβίωσης σε ασθενείς με κληρονομικό, επιθετικό καρκίνο του μαστού.

Μια νέα θεραπευτική προσέγγιση φαίνεται να βελτιώνει σημαντικά τα ποσοστά επιβίωσης σε ασθενείς με επιθετικό, κληρονομικό καρκίνο του μαστού, σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου του Cambridge.

Όπως αναφέρει το News Medical, κλινική μελέτη όπου οι ασθενείς έλαβαν πρώτα χημειοθεραπεία και στη συνέχεια ένα στοχευμένο αντικαρκινικό φάρμακο πριν από το χειρουργείο, το ποσοστό επιβίωσης τριών ετών μετά την επέμβαση έφτασε το 100%. Σημειώνουμε ότι τα πρώτα τρία χρόνια μετά το χειρουργείο είναι ιδιαίτερα κρίσιμα, καθώς συνδέονται με τον μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής ή θανάτου.

Τα ευρήματα, που δημοσιεύθηκαν στο Nature Communications, θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη μέχρι σήμερα πιο αποτελεσματική θεραπεία για ασθενείς με πρώιμο καρκίνο του μαστού και μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2. Οι συγκεκριμένοι τύποι καρκίνου είναι ιδιαίτερα δύσκολοι στη θεραπεία, και ήρθαν στο προσκήνιο όταν η ηθοποιός Angelina Jolie — φορέας της μετάλλαξης BRCA1 — υποβλήθηκε σε προληπτική διπλή μαστεκτομή το 2013.

Καρκίνος του μαστού: Πώς λειτουργεί η νέα θεραπεία που δοκίμασαν οι ερευνητές

Η νέα θεραπευτική προσέγγιση διαφοροποιείται από τη συμβατική μέθοδο κυρίως ως προς τη χρήση του στοχευμένου φαρμάκου olaparib. Το olaparib δεν είναι χημειοθεραπεία, αλλά ένας αναστολέας PARP που επιτίθεται ειδικά σε καρκινικά κύτταρα με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2, αφήνοντας τα υγιή κύτταρα σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστα. Στην τρέχουσα πρακτική, οι ασθενείς λαμβάνουν πρώτα χημειοθεραπεία πριν το χειρουργείο, και εφόσον πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια, μπορεί να τους χορηγηθεί olaparib μετά την επέμβαση για διάστημα 12 μηνών.

Η νέα στρατηγική που μελετήθηκε στη δοκιμή Partner, εισάγει το olaparib πριν το χειρουργείο και μόνο για 12 εβδομάδες, αμέσως μετά τη χημειοθεραπεία. Το κρίσιμο στοιχείο ήταν η εφαρμογή ενός διαστήματος 48 ωρών μεταξύ των δύο θεραπειών, κάτι που φαίνεται να δίνει χρόνο στον μυελό των οστών να ανακάμψει από την τοξικότητα της χημειοθεραπείας, ενώ ταυτόχρονα διατηρείται η ευαισθησία των καρκινικών κυττάρων στο φάρμακο. Το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό: 100% επιβίωση στην τριετία, με σημαντικά λιγότερες υποτροπές σε σχέση με την ομάδα που έλαβε μόνο χημειοθεραπεία.

Η μελέτη, υπό την καθοδήγηση του νοσοκομείου Addenbrooke’s και του Πανεπιστημίου του Cambridge, περιλάμβανε ασθενείς από 23 νοσοκομεία του NHS στο Ηνωμένο Βασίλειο. Από τις 39 ασθενείς που έλαβαν πρώτα χημειοθεραπεία και έπειτα olaparib, μόνο μία παρουσίασε υποτροπή τρία χρόνια μετά το χειρουργείο, ενώ όλες επέζησαν. Αντίθετα, στο σκέλος ελέγχου όπου οι 45 ασθενείς έλαβαν μόνο χημειοθεραπεία, 9 παρουσίασαν υποτροπή και 6 από αυτές κατέληξαν. Το ποσοστό επιβίωσης στην ομάδα αυτή ήταν 88%.

Η Jackie Van Bochoven, 59 ετών, από το Νότιο Cambridge, διαγνώστηκε τον Φεβρουάριο του 2019 με έναν μικρό αλλά επιθετικό όγκο. Όπως είπε: «Όταν πήρα τη διάγνωση, ένιωσα σοκαρισμένη και μουδιάσμενη. Σκέφτηκα αμέσως τα παιδιά μου, τη μητέρα μου και την αδερφή μου που είχαν επίσης διαγνωστεί με καρκίνο του μαστού. Ήμουν πολύ ανήσυχη. Έξι χρόνια μετά, είμαι καλά και χωρίς καρκίνο. Έχω επιστρέψει στη δουλειά, απολαμβάνω τη ζωή και περνάω χρόνο με την οικογένειά μου. Όταν έχεις περάσει καρκίνο, βλέπεις τη ζωή διαφορετικά – κάθε μέρα είναι δώρο».

Ελπίδες και για άλλους ασθενείς με καρκίνο

Τα ευρήματα ενδέχεται να εφαρμοστούν και σε άλλες μορφές καρκίνου που συνδέονται με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA, όπως ορισμένοι καρκίνοι των ωοθηκών, του προστάτη και του παγκρέατος.

Η μέθοδος θα μπορούσε επίσης να έχει και οικονομικά οφέλη για το σύστημα υγείας. Επί του παρόντος, οι ασθενείς λαμβάνουν το olaparib για 12 μήνες μετά το χειρουργείο, ενώ στη μελέτη το έλαβαν για μόλις 12 εβδομάδες πριν από την επέμβαση.

Η καθηγήτρια Jean Abraham, επικεφαλής της μελέτης και σύμβουλος στο Addenbrooke’s, δήλωσε: «Είναι εξαιρετικά σπάνιο να βλέπουμε ποσοστό επιβίωσης 100% σε μελέτη με τέτοιους επιθετικούς τύπους καρκίνου. Είμαστε ενθουσιασμένοι για τη δυναμική αυτής της νέας προσέγγισης, καθώς είναι κρίσιμο να βρούμε αποτελεσματικές θεραπείες για ασθενείς με μεταλλάξεις BRCA1 και BRCA2».

Η καθηγήτρια Abraham, η οποία είναι επίσης Καθηγήτρια Εξατομικευμένης Ογκολογίας στο Πανεπιστήμιο του Cambridge, ανέφερε ότι η ιδέα για το διάστημα των 48 ωρών γεννήθηκε έπειτα από μια τυχαία συζήτηση με τον Mark O’Connor, επικεφαλής επιστήμονα στην Έρευνα & Ανάπτυξη Ογκολογίας της AstraZeneca.

Ο Mark O’Connor πρόσθεσε: «Η μελέτη Partner αναδεικνύει τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και θεραπείας του καρκίνου, αλλά και τη δύναμη της καινοτομίας στον σχεδιασμό κλινικών δοκιμών. Η χρήση βλαστοκυττάρων από τον μυελό των οστών μας βοήθησε να εντοπίσουμε το ιδανικό χρονοδιάγραμμα. Αν και χρειάζονται μεγαλύτερες μελέτες για επιβεβαίωση, τα ευρήματα είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά και μπορεί να αλλάξουν ριζικά τα δεδομένα για ομάδες ασθενών με περιορισμένες θεραπευτικές επιλογές».

Η συνεργασία NHS, ακαδημαϊκών και φαρμακοβιομηχανίας είναι μέρος του οράματος για το νέο Νοσοκομείο Έρευνας για τον Καρκίνο στο Cambridge. Πρόκειται για ένα εξειδικευμένο κέντρο που θα ενώνει την κλινική εμπειρία του Addenbrooke’s με κορυφαίους επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Cambridge, του Cancer Research UK Cambridge Centre και της φαρμακοβιομηχανίας, με στόχο την πρώιμη διάγνωση και την παροχή εξατομικευμένων θεραπειών.

Ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να αντιμετωπιστεί ο καρκίνος είναι να αξιοποιούνται καλύτερα οι θεραπείες που έχουμε ήδη στη διάθεσή μας.

Παρότι η συγκεκριμένη μελέτη βρίσκεται ακόμα σε πρώιμο στάδιο, αποτελεί ένα ελπιδοφόρο βήμα. Η χορήγηση του olaparib σε συγκεκριμένο στάδιο της θεραπείας θα μπορούσε να δώσει σε ασθενείς με αυτό το είδος καρκίνου περισσότερα χρόνια ζωής, με καλύτερη ποιότητα.

Όπως δήλωσε η Michelle Mitchell, διευθύνουσα σύμβουλος του Cancer Research UK: «Η έρευνα αυτή μας δείχνει ότι μπορούμε να βρούμε ασφαλέστερους και πιο ανθρώπινους τρόπους να θεραπεύσουμε συγκεκριμένους τύπους καρκίνου. Χρειάζονται, βέβαια, περαιτέρω μελέτες σε μεγαλύτερο αριθμό ασθενών ώστε να επιβεβαιωθεί ότι η νέα αυτή τεχνική είναι ασφαλής και αποτελεσματική για να εφαρμοστεί ευρέως στο NHS».

Τελευταία τροποποίηση στις 18/05/2025 - 04:35