Παρά το γεγονός ότι το 2025 σημαδεύτηκε από περικοπές χρηματοδότησης και συρρίκνωση ερευνητικών ομάδων, η επιστήμη κατάφερε να καταγράψει σημαντικές νίκες. Ιατρικές ανακαλύψεις άλλαξαν τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε την ανθρώπινη υγεία και, σε ορισμένες περιπτώσεις, επηρέασαν άμεσα τον τρόπο που παρέχεται η φροντίδα σήμερα.
Αυτές είναι μερικές από τις πιο εντυπωσιακές ανακαλύψεις της χρονιάς, σύμφωνα με το επιστημονικό περιοδικό Nature.
1. Εμβόλια που προλαμβάνουν εμφράγματα και άνοια
Τα εμβόλια έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικά εργαλεία προστασίας από ιούς, όπως ο κορωνοϊός, ο έρπης ζωστήρας και η γρίπη. Νέα έρευνα όμως δείχνει ότι μπορεί να προσφέρουν και ευρύτερα οφέλη, όπως πρόληψη εμφραγμάτων και άνοιας, αλλά και βελτίωση της ανταπόκρισης σε ορισμένες αντικαρκινικές θεραπείες.
Σύμφωνα με ανασκόπηση 19 μελετών που παρουσιάστηκε το καλοκαίρι σε μεγάλο καρδιολογικό συνέδριο, τα άτομα που έκαναν το εμβόλιο για τον έρπητα ζωστήρα μείωσαν τον κίνδυνο εγκεφαλικού κατά 16% και εμφράγματος κατά 18%. Άλλοι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το ίδιο εμβόλιο μειώνει έως και κατά ένα τρίτο τις πιθανότητες εμφάνισης άνοιας στα επόμενα 3 χρόνια.
Παράλληλα, ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του πνεύμονα ή του δέρματος που έλαβαν εμβόλιο mRNA για την COVID 19 εντός 3 μηνών από την έναρξη ανοσοθεραπείας παρουσίασαν καλύτερη ανταπόκριση των όγκων στη θεραπεία και έζησαν περισσότερο σε σύγκριση με όσους δεν εμβολιάστηκαν.
Οι επιστήμονες δεν μπορούν ακόμη να εξηγήσουν με βεβαιότητα γιατί ο εμβολιασμός συνοδεύεται από αυτά τα πρόσθετα οφέλη. Επισημαίνουν ωστόσο ότι ιοί που παραμένουν στον οργανισμό, όπως ο Epstein Barr, έχουν συνδεθεί με άνοια και άλλες μακροχρόνιες επιπλοκές, όπως ο λύκος, και ότι η ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος ενδέχεται να ενισχύει την αποτελεσματικότητα της ανοσοθεραπείας.
2. Θεραπεία σταματά τον καρκίνο του παγκρέατος πριν ξεκινήσει
Ο καρκίνος του παγκρέατος είναι από τις πιο θανατηφόρες κακοήθειες, εν μέρει επειδή συχνά διαγιγνώσκεται όταν έχει ήδη φτάσει σε προχωρημένο στάδιο. Λιγότερο από 13% των ασθενών επιβιώνουν 5 χρόνια μετά τη διάγνωση.
Το 2025, οι επιστήμονες σημείωσαν πρόοδο στην προσπάθεια έγκαιρης ανίχνευσης και ενδεχομένως πρόληψης της νόσου. Σε μελέτες σε εργαστηριακά ποντίκια και ανθρώπινα κύτταρα, διαπιστώθηκε ότι ο αποκλεισμός της πρωτεΐνης FGFR2, η οποία επιταχύνει την ανάπτυξη πρώιμων καρκινικών κυττάρων του παγκρέατος, μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να αποτρέψει την κακοήθη εξέλιξή τους.
Επειδή φάρμακα που αναστέλλουν αυτή την πρωτεΐνη είναι ήδη διαθέσιμα, οι ερευνητές ελπίζουν να δοκιμάσουν τη συγκεκριμένη προσέγγιση σε άτομα υψηλού κινδύνου, όπως όσους έχουν οικογενειακό ιστορικό της νόσου. Αν και απαιτούνται ακόμη κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους, τα ευρήματα προσφέρουν μια πρώτη εικόνα για το πώς ο καρκίνος του παγκρέατος θα μπορούσε στο μέλλον να αναχαιτιστεί πριν καν εκδηλωθεί.
3. Eπανάσταση στη φροντίδα των συμπτωμάτων της εμμηνόπαυσης
Περισσότερο από 80% των γυναικών εμφανίζουν εξάψεις και νυχτερινές εφιδρώσεις κατά τη μετάβαση στην εμμηνόπαυση και πολλές αναφέρουν ότι τα συμπτώματα είναι τόσο έντονα ώστε επηρεάζουν την καθημερινότητά τους. Η ορμονοθεραπεία παραμένει η πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση, όμως πολλές γυναίκες δεν μπορούν να τη λάβουν, ειδικά αν έχουν ιστορικό καρκίνου του μαστού ή της μήτρας, εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης ή άλλων παθήσεων.
Δύο νέες μη ορμονικές θεραπείες για μέτριες έως σοβαρές εξάψεις προσφέρουν πλέον ανακούφιση σε όσες μέχρι σήμερα δεν είχαν επιλογές. Το Lynkuet, με δραστική ουσία elinzanetant, που εγκρίθηκε φέτος από τον Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ FDA, προστίθεται στο Veozah, με δραστική ουσία fezolinetant, το οποίο είχε λάβει έγκριση δύο χρόνια νωρίτερα.
Τα φάρμακα λαμβάνονται καθημερινά σε μορφή χαπιού και στοχεύουν νευρώνες του υποθαλάμου που ρυθμίζουν τη θερμοκρασία του σώματος, αφού οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι αυτά τα νευρικά κύτταρα επηρεάζονται έντονα από τις διακυμάνσεις των οιστρογόνων στην εμμηνόπαυση.
4. Μεγάλα άλματα στην αναγεννητική ιατρική
Το παλιό όνειρο της επιστημονικής φαντασίας για αναγέννηση ή επανέκφυση ανθρώπινων μελών πλησίασε ένα βήμα πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Μελετώντας πώς οι σαλαμάνδρες αναγεννούν τα ακρωτηριασμένα άκρα τους, επιστήμονες εντόπισαν ένα ένζυμο που ρυθμίζει με ακρίβεια τα επίπεδα του ρετινοϊκού οξέος, ενός μορίου απαραίτητου για την αναγέννηση. Παράλληλα, ταυτοποίησαν ένα γονίδιο που ελέγχει το μέγεθος και την ανάπτυξη του άκρου. Επειδή οι άνθρωποι διαθέτουν τα ίδια μοριακά «υλικά», τα ευρήματα προσφέρουν ένα πρώτο πρόχειρο σχέδιο που θα μπορούσε στο μέλλον να καθοδηγήσει την επανέκφυση άκρων σε άτομα που αναρρώνουν από σοβαρούς τραυματισμούς.
Άλλες εξελίξεις μετέφεραν την αναγεννητική ιατρική σε νέα πεδία. Ερευνητές ανέπτυξαν το πρώτο εμφυτεύσιμο επίθεμα που ενίσχυσε το τοίχωμα της καρδιάς σε πιθήκους. Βλαστοκύτταρα που καλλιεργήθηκαν στο εργαστήριο ωθήθηκαν να εξελιχθούν σε καρδιακό μυ και συνδετικό ιστό, πριν εμφυτευθούν και ενσωματωθούν στην καρδιά. Η τεχνολογία αυτή βρίσκεται σε πρώιμο στάδιο, αλλά θεωρείται ιδιαίτερα ελπιδοφόρα για άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν επίσης βλαστοκύτταρα για να δημιουργήσουν λειτουργικό ιστό ουρητήρα. Πρόκειται για την πρώτη φορά που αυτή η δομή, η οποία μεταφέρει τα ούρα από τα νεφρά προς την ουροδόχο κύστη, κατασκευάστηκε από προγραμματιζόμενα κύτταρα, καλύπτοντας ένα κρίσιμο κενό στην προσπάθεια αναγέννησης του νεφρικού συστήματος.








