Τον Ιούνιο και τις πρώτες μέρες του Ιουλίου του 2025, η Ευρώπη βίωσε ένα από τα πιο πρόωρα και έντονα κύματα καύσωνα στην πρόσφατη ιστορία της. Πόλεις όπως το Παρίσι, το Μιλάνο, η Αθήνα και η Μαδρίτη κατέγραψαν θερμοκρασίες-ρεκόρ, ενώ οι υγειονομικές αρχές σε ολόκληρη την ήπειρο εξέδιδαν αλλεπάλληλες προειδοποιήσεις. Ωστόσο, πίσω από τις προβλέψεις για υψηλές θερμοκρασίες και τις κόκκινες προειδοποιήσεις κρύβεται μια αθόρυβη, υποεκτιμημένη τραγωδία: ο καύσωνας σκοτώνει πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους αναγνωρίζουμε επίσημα.
Η Καθηγήτρια Θεραπευτικής – Επιδημιολογίας - Προληπτικής Ιατρικής, Παθολόγος Θεοδώρα Ψαλτοπούλου και η Βιολόγος Αλεξάνδρα Σταυροπούλου (Θεραπευτική Κλινική Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ, Νοσοκομείο Αλεξάνδρα), αναφέρουν ότι μια πρόσφατη ανάλυση του Imperial College του Λονδίνου κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο ανθρώπινος παράγοντας της κλιματικής αλλαγής σχεδόν τριπλασίασε τους θανάτους που σχετίζονται με τη ζέστη στο φετινό κύμα καύσωνα.
Συγκεκριμένα, σε 12 ευρωπαϊκές πόλεις (όπως το Λονδίνο, η Ρώμη, η Βαρκελώνη και η Λισαβόνα), εκτιμήθηκαν 2305 πλεονάζοντες θάνατοι λόγω υψηλών θερμοκρασιών μέσα σε μόλις δέκα μέρες, από τους οποίους οι 1504 οφείλονταν αποκλειστικά στην ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή.
Οι αριθμοί αυτοί είναι ακόμα πιο ανησυχητικοί όταν λάβουμε υπόψη ότι η πραγματική καταγραφή αυτών των θανάτων δεν αποτυπώνεται επίσημα, καθώς δεν συνοδεύονται συστηματικά από τις απαραίτητες ιατρικές διαγνώσεις ή κωδικοποιήσεις. Δηλαδή, τα ιατρικά έγγραφα και τα πιστοποιητικά θανάτου σπανίως αναφέρουν τη ζέστη ως αιτία ή συνεισφέροντα παράγοντα. Η απώλεια αυτών των δεδομένων σημαίνει και απώλεια προτεραιοποίησης.
Οι επιπτώσεις της χρόνιας έκθεσης σε θερμικές συνθήκες
Όπως τονίζει η Ashley Ward, διευθύντρια του Heat Policy Innovation Hub στο Πανεπιστήμιο Duke, το πρόβλημα δεν είναι μόνο τα κύματα καύσωνα, αλλά κυρίως η χρόνια έκθεση σε θερμικές συνθήκες, η οποία επιδεινώνει υπάρχουσες παθήσεις όπως καρδιοπάθειες, διαβήτη, άσθμα ή ακόμα και ψυχικές διαταραχές.
Σύμφωνα με τους ερευνητές του Imperial, οι ηλικιωμένοι πλήττονται ιδιαίτερα: πάνω από το 80% των εκτιμώμενων θερμικών θανάτων αφορούσαν άτομα άνω των 65 ετών. Η Μαδρίτη κατείχε το πιο ανησυχητικό ποσοστό, με πάνω από το 90% των θερμικών θανάτων να αποδίδονται στην κλιματική αλλαγή, ενώ το Μιλάνο είχε τον μεγαλύτερο απόλυτο αριθμό (317 θάνατοι σε 10 μέρες).
Τα ευρήματα αυτά αναδεικνύουν την ανάγκη να δούμε διαφορετικά την πρόληψη και την αντιμετώπιση της ζέστης: όχι ως φυσικό φαινόμενο που «απλώς κάνει ζέστη», αλλά ως υγειονομική κρίση με ξεκάθαρα αίτια και συνέπειες. Κι όμως, παρά τα στοιχεία, οι περισσότεροι γιατροί δεν καταγράφουν τη ζέστη ως αίτιο στα ιατρικά τους αρχεία.
Αυτό το χάσμα μεταξύ πραγματικότητας και επίσημων δεδομένων αναδεικνύει και η έρευνα του ιατρικού περιοδικού JAMA που δημοσίευσε μόλις τώρα, τον Ιούλιο του 2025, η οποία καταγράφει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι γιατροί στις ΗΠΑ στο να κωδικοποιήσουν σωστά τις θερμικές επιπτώσεις στην υγεία των ασθενών.
Στο σύστημα ICD-10 (που χρησιμοποιείται τόσο για διαγνώσεις όσο και για την κωδικοποίηση των συμβάντων υγείας παγκοσμίως), υπάρχει ο κωδικός X30 για «έκθεση σε υπερβολική φυσική θερμότητα», αλλά συχνά δεν χρησιμοποιείται, ακόμα κι όταν είναι εμφανές ότι ο καύσωνας έπαιξε ρόλο.
Όπως τονίζει ο Jason Adler, γιατρός και πρόεδρος της επιτροπής κωδικοποίησης του American College of Emergency Physicians, «δεν μπορούμε να λύσουμε ένα πρόβλημα που δεν το βλέπουμε». Η καταγραφή της επίδρασης της ζέστης δεν αφορά μόνο την ατομική φροντίδα του ασθενή, αλλά είναι και εργαλείο δημόσιας υγείας.
Οι λόγοι για τους οποίους δεν καταγράφεται συστηματικά η θερμική έκθεση
Υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους δεν καταγράφεται συστηματικά η θερμική έκθεση. Κατ’ αρχάς, είναι δύσκολο να τεκμηριωθεί η αιτιακή σχέση, όπως παραδέχονται και οι ίδιοι οι γιατροί. Για παράδειγμα, ένας ασθενής μπορεί να εισαχθεί με νεφρική ανεπάρκεια. Αν συμβεί αυτό σε μια μέρα καύσωνα, ήταν η ζέστη ο καταλύτης ή όχι; Ποιος είναι ο βαθμός ευθύνης;
Ακόμα κι όταν υπάρχει υποψία, οι γιατροί πιέζονται χρονικά, ειδικά στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, αφού η προτεραιότητα είναι να σωθεί ο ασθενής – όχι να ερευνηθούν όλα τα κοινωνικά ή περιβαλλοντικά αίτια. Από την άλλη πλευρά, η ζέστη μπορεί να επιδείνωσε την κατάσταση, αλλά αν δεν το καταγράψουμε, αυτό το στοιχείο χάνεται από τα τελικά δεδομένα.
Προτάσεις έχουν γίνει ώστε να ενισχυθεί η κωδικοποίηση, όπως ενσωμάτωση ειδοποιήσεων στο ηλεκτρονικό σύστημα του νοσοκομείου που να ρωτά τους γιατρούς εάν ο ασθενής έχει εκτεθεί σε ζέστη ή εργάζεται σε εξωτερικούς χώρους.
Για να γεφυρωθεί το χάσμα, οι ειδικοί ζητούν να ενταχθεί η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της στην υγεία στην εκπαίδευση των γιατρών. Αυτό περιλαμβάνει την εκμάθηση των σωστών κωδικών ICD-10, καθώς και την ευαισθητοποίηση γύρω από τις χρόνιες επιπτώσεις της θερμότητας – όχι μόνο τις οξείες (π.χ. θερμοπληξία), αλλά και την επιδείνωση ήδη υπαρχουσών παθήσεων.
Σύμφωνα με το επιστημονικό περιοδικό JAMA, η Ashley Ward το συνοψίζει εύστοχα: «Ξέρω ότι είναι μεγάλη απαίτηση να ζητάμε από τους γιατρούς να αλλάξουν τον τρόπο που σκέφτονται για την κωδικοποίηση. Όμως χωρίς αυτά τα δεδομένα, πώς θα πείσουμε τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής ότι χρειάζονται μέτρα;».
Καθώς τα κύματα καύσωνα εντείνονται, αρχίζουν νωρίτερα, και χτυπούν όλο και πιο πολλές περιοχές, ακόμα και «παραδοσιακά δροσερές», το κόστος της αδράνειας μεγαλώνει. Δεν είναι πια μόνο θέμα αδρής καταγραφής ή στατιστικής, αλλά συνολικής επιβίωσης σε έναν περιβάλλον υπερθέρμανσης του πλανήτη.