Καρκίνος του προστάτη: Νέος συνδυασμός φαρμάκων δίνει ελπίδα στους ασθενείς

Καρκίνος του προστάτη: Νέος συνδυασμός φαρμάκων δίνει ελπίδα στους ασθενείς
Ksenia Yakovleva / Unsplash
Τρίτη, 07/10/2025 - 16:36

Ο νέος συνδυασμός φαρμάκων φαίνεται αποτελεσματικός στην καθυστέρηση της εξέλιξης του προχωρημένου καρκίνου του προστάτη.

Ένας νέος συνδυασμός φαρμάκων φαίνεται ότι μπορεί να καθυστερήσει σημαντικά την εξέλιξη μιας απειλητικής μορφής καρκίνου του προστάτη σε άνδρες με συγκεκριμένες γενετικές μεταλλάξεις, σύμφωνα με μεγάλη διεθνή μελέτη με επικεφαλής ερευνητές του University College London (UCL).

Η κλινική δοκιμή φάσης ΙΙΙ AMPLITUDE, που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό «Nature Medicine», εξέτασε την προσθήκη της νιραπαρίμπης (ενός στοχευμένου αντικαρκινικού φαρμάκου της κατηγορίας των αναστολέων PARP) στη συνήθη θεραπεία με οξική αμπιρατερόνη και πρεδνιζόνη (AAP).

Η μελέτη αφορούσε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του προστάτη που είχε ήδη εμφανίσει μεταστάσεις, οι οποίοι ξεκινούσαν την πρώτη τους θεραπεία και παρουσίαζαν αλλαγές σε γονίδια υπεύθυνα για την επιδιόρθωση βλαβών στο DNA, γνωστή ως επιδιόρθωση ομόλογου ανασυνδυασμού (HRR).

Τα γονίδια αυτά διορθώνουν το κατεστραμμένο DNA: όταν δεν λειτουργούν σωστά, τα καρκινικά κύτταρα πολλαπλασιάζονται και εξαπλώνονται πιο επιθετικά. Υπολογίζεται ότι περίπου 1 στους 4 ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του προστάτη σε αυτό το στάδιο φέρει μεταλλάξεις σε γονίδια HRR.

Η τρέχουσα τυπική θεραπεία είναι το AAP (ή παρόμοια σκευάσματα, ενώ περίπου ένας στους πέντε ασθενείς λαμβάνει και χημειοθεραπεία με δοσεταξέλη). Ωστόσο, σε ασθενείς με τις συγκεκριμένες μεταλλάξεις, η νόσος εξελίσσεται πιο γρήγορα και το προσδόκιμο ζωής είναι μικρότερο.

Με επικεφαλής τον καθηγητή Gerhardt Attard από το UCL Cancer Institute, η μελέτη συμπεριέλαβε 696 άνδρες από 32 χώρες, με μέση ηλικία τα 68 έτη. Οι μισοί έλαβαν τον νέο συνδυασμό (νιραπαρίμπη και AAP) και οι υπόλοιποι τη συνήθη θεραπεία με εικονικό φάρμακο. Περισσότεροι από τους μισούς συμμετέχοντες (55,6%) είχαν μεταλλάξεις σε γονίδια HRR.

Η μελέτη ήταν «διπλά τυφλή», δηλαδή ούτε οι ασθενείς ούτε οι γιατροί γνώριζαν ποια θεραπεία λάμβανε ο καθένας.

Τι έδειξε η μελέτη

Με μέση παρακολούθηση τα δυόμισι χρόνια (30,8 μήνες), οι ερευνητές κατέγραψαν τα εξής:

  • Η νιραπαρίμπη μείωσε τον κίνδυνο εξέλιξης του καρκίνου κατά 37% σε σύγκριση με το AAP μόνο και κατά 48% στους ασθενείς με μεταλλάξεις σε γονίδια HRR.
  • Ο χρόνος μέχρι την εμφάνιση επιδείνωσης των συμπτωμάτων ήταν διπλάσιος για τους ασθενείς που πήραν νιραπαρίμπη, μειώνοντας τα περιστατικά σημαντικής επιδείνωσης από 34% σε 16%.
  • Διαπιστώθηκε τάση βελτίωσης της συνολικής επιβίωσης στην ομάδα της νιραπαρίμπης· ωστόσο απαιτείται μεγαλύτερη παρακολούθηση για να φανεί αν πράγματι η θεραπεία αυξάνει το προσδόκιμο ζωής.

Ο καθηγητής Attard δήλωσε:

«Οι υπάρχουσες θεραπείες είναι πολύ αποτελεσματικές για τους περισσότερους ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο του προστάτη, αλλά ένα μικρό (και πολύ σημαντικό) ποσοστό έχει περιορισμένο όφελος. Ξέρουμε πλέον ότι οι καρκίνοι με μεταλλάξεις στα γονίδια HRR αποτελούν μια ιδιαίτερη ομάδα, με γρήγορη υποτροπή και επιθετική πορεία. Με την προσθήκη της νιραπαρίμπης μπορούμε να καθυστερήσουμε την υποτροπή και, ελπίζουμε, να παρατείνουμε σημαντικά το προσδόκιμο ζωής.

Τα αποτελέσματα αυτά είναι ιδιαίτερα σημαντικά, καθώς δείχνουν ότι ο γονιδιακός έλεγχος πρέπει να γίνεται ευρέως στη διάγνωση και να αξιοποιείται στοχευμένη θεραπεία για όσους μπορούν να έχουν το μεγαλύτερο όφελος. Σε περιπτώσεις με μετάλλαξη σε ένα από τα γονίδια HRR, όπου η νιραπαρίμπη έχει εγκριθεί, ο γιατρός θα πρέπει να συζητά με τον ασθενή τα πιθανά οφέλη έναντι των παρενεργειών».

Οι παρενέργειες

Η θεραπεία ήταν γενικά ανεκτή, όμως οι παρενέργειες ήταν πιο συχνές στην ομάδα της νιραπαρίμπης. Σημαντικά περισσότερα περιστατικά αναιμίας και υπέρτασης καταγράφηκαν, ενώ το 25% των ασθενών χρειάστηκε μεταγγίσεις αίματος. Οι θάνατοι που σχετίζονταν με τη θεραπεία ήταν επίσης περισσότεροι στην ομάδα της νιραπαρίμπης (14 έναντι 7), αν και τα ποσοστά διακοπής της θεραπείας έμειναν χαμηλά.

Οι συγγραφείς της μελέτης τόνισαν ότι, αν και τα ευρήματα είναι ενθαρρυντικά, απαιτείται περαιτέρω έρευνα για να φανεί το όφελος στη μακροπρόθεσμη επιβίωση και να αξιολογηθεί ο ρόλος νεότερων απεικονιστικών μεθόδων και ευρύτερου γονιδιακού ελέγχου.