Ερευνητές από το πανεπιστήμιο της Φλόριντα διερεύνησαν τη σύνδεση ανάμεσα στα εμβόλια mRNA κατά του κορωνοϊού και την επιβίωση από τον καρκίνο.
Ειδικότερα, οι επιστήμονες ανέλυσαν στοιχεία από περισσότερους από 1.000 ασθενείς με προχωρημένο μελάνωμα ή καρκίνο του πνεύμονα, οι οποίοι υποβάλλονταν σε ανοσοθεραπεία. Η συγκεκριμένη θεραπεία μπλοκάρει μια πρωτεΐνη που παράγουν τα καρκινικά κύτταρα για να «απενεργοποιούν» τα ανοσοκύτταρα, βοηθώντας έτσι το ανοσοποιητικό σύστημα να καταστρέψει τα καρκινικά κύτταρα.
Όπως έδειξαν τα ευρήματα, τα οποία δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Nature, οι ασθενείς που είχαν κάνει το εμβόλιο mRNA της Moderna ή της Pfizer μέσα σε 100 ημέρες από την έναρξη της ανοσοθεραπείας είχαν πάνω από διπλάσιες πιθανότητες να ζουν τρία χρόνια μετά, σε σχέση με όσους δεν είχαν εμβολιαστεί. Επιπλέον, όσοι δεν ανταποκρίνονταν καλά στην ανοσοθεραπεία είχαν πέντε φορές μεγαλύτερες πιθανότητες να επιβιώσουν, εάν είχαν εμβολιαστεί με ένα από τα δύο εμβόλια mRNA. Τα ευρήματα αυτά παρέμειναν σταθερά ακόμη και όταν οι ερευνητές έλαβαν υπόψη παράγοντες όπως συννοσηρότητες, σοβαρότητα της νόσου και άλλες ιατρικές καταστάσεις.
Ο Ζιχάι Λι, ιδρυτικός διευθυντής του Pelotonia Institute for Immuno-Oncology και καθηγητής στο Ohio State University College of Medicine, εξήγησε ότι «η μελέτη αυτή ανοίγει μια ενδιαφέρουσα προοπτική: τα εμβόλια mRNA, που αρχικά σχεδιάστηκαν για την πρόληψη ιογενών λοιμώξεων, μπορεί να ενισχύουν την αποτελεσματικότητα της ανοσοθεραπείας κατά του καρκίνου, ειδικά αυτής που βασίζεται στο checkpoint blockade. Με άλλα λόγια, η χορήγηση ενός εμβολίου mRNA κοντά στην περίοδο της ανοσοθεραπείας ίσως ‘ενεργοποιεί’ το ανοσοποιητικό σύστημα ώστε να αντιδρά πιο δυναμικά ενάντια στα καρκινικά κύτταρα».
Ωστόσο, ο Λι τόνισε ότι χρειάζεται προσοχή. «Τα ευρήματα αφορούν κυρίως συμπαγείς όγκους, όπως τον καρκίνο του πνεύμονα και το μελάνωμα, όπου υπάρχει αρκετό διαθέσιμο υλικό και η συγκεκριμένη ανοσοθεραπεία αποτελεί ήδη βασική επιλογή. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν ακόμη πολλά που πρέπει να μάθουμε. Οι ερευνητές εξέτασαν μόνο τα εμβόλια mRNA κατά του SARS-CoV-2. Αν επιβεβαιωθούν τα αποτελέσματα, θα μπορούσαν να αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο συνδυάζουμε τα εμβόλια με την ανοσοθεραπεία, μετατρέποντάς τα από προληπτικά μέσα σε θεραπευτικούς συμμάχους κατά του καρκίνου».
Παρ’ όλα αυτά, οι ειδικοί υπογραμμίζουν ότι δεν πρόκειται για θεραπεία.
Ο Στίβεν Γκόλντμπεργκ, επικεφαλής ιατρικός σύμβουλος της HealthTrackRx, ανέφερε ότι «οι τρέχουσες κλινικές οδηγίες, όπως εκείνες της American Society of Clinical Oncology (ASCO), δεν αναγνωρίζουν αντικαρκινική δράση ως λόγο για τον εμβολιασμό κατά της COVID-19 στους καρκινοπαθείς. Το βασικό όφελος του εμβολιασμού σε αυτή την ομάδα είναι η πρόληψη της COVID-19 και των επιπλοκών της».
Μπορούν και άλλα εμβόλια να βοηθήσουν στη μάχη κατά του καρκίνου;
Η μελέτη έδειξε ενθαρρυντικά αποτελέσματα για τα δύο εμβόλια mRNA κατά της COVID-19 στη μάχη με ορισμένους τύπους καρκίνου. Μπορούν άραγε και άλλα εμβόλια να έχουν παρόμοια επίδραση;
Σύμφωνα με τους ειδικούς, είναι ακόμη νωρίς για να υπάρξει σαφής απάντηση. Ο Τζεφ Γιόριο, ογκολόγος και επικεφαλής ερευνητικού κέντρου στο Texas Oncology, εξήγησε ότι «θα χρειαστεί να μελετήσουμε αν και άλλα εμβόλια mRNA θα μπορούσαν να προσφέρουν παρόμοιο όφελος ή αν αυτό περιορίζεται στα εμβόλια κατά του κορωνοϊού. Τα εμβόλια για την πνευμονία και τη γρίπη, που δεν βασίζονται στην τεχνολογία mRNA, δεν φάνηκε να επηρεάζουν την ανταπόκριση στην ανοσοθεραπεία. Επρόκειτο για αναδρομική μελέτη, οπότε χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για την επιβεβαίωση των αποτελεσμάτων, αλλά πρόκειται για ιδιαίτερα ελπιδοφόρο εύρημα».
Ο Σ. Γουέσλι Λονγκ, αναπληρωτής καθηγητής παθολογίας και γονιδιωματικής ιατρικής στο Houston Methodist, πρόσθεσε ότι «η μελέτη εξέτασε μόνο τα εμβόλια mRNA κατά της COVID-19, αλλά από διαφορετικούς κατασκευαστές. Δεν γνωρίζουμε ακόμη αν τα ίδια οφέλη θα μπορούσαν να ισχύουν και για άλλα εμβόλια mRNA ή για τα εμβόλια γενικότερα».
Ο Γκόλντμπεργκ σημείωσε επίσης ότι ορισμένα άλλα εμβόλια έχουν δείξει κάποια αποτελεσματικότητα σε μελέτες:
«Το εμβόλιο Bacillus Calmette-Guérin (BCG), για παράδειγμα, αποτελεί καθιερωμένη ανοσοθεραπεία για τον μη διηθητικό καρκίνο της ουροδόχου κύστης και είναι γνωστό ότι προκαλεί ‘εκπαιδευμένη ανοσία’, δηλαδή ενισχυμένη ανταπόκριση του ανοσοποιητικού απέναντι στα καρκινικά κύτταρα.
Τα εμβόλια κατά του HPV και της ηπατίτιδας Β έχουν σχεδιαστεί ειδικά για την πρόληψη καρκίνων που προκαλούνται από ιούς, ενώ τα εμβόλια κατά της COVID-19 δεν ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.
Εμβόλια όπως εκείνα της γρίπης ή του πνευμονιόκοκκου έχουν επίσης μελετηθεί για τον πιθανό τους ρόλο στη ρύθμιση της ανοσολογικής απόκρισης σε καρκινοπαθείς, αλλά δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι αναστέλλουν άμεσα την ανάπτυξη ή τη μετάσταση των όγκων».








