Ο Σύλλογος Νοσοκομειακών Γιατρών Ρόδου, με επιστολή του προς τον αναπληρωτή διοικητή του ΓΝ Ρόδου, τον διοικητή της 2ης ΥΠΕ και την ΟΕΝΓΕ, εκφράζει τη βαθιά ανησυχία του για τον διαφαινόμενο κίνδυνο αναστολής λειτουργίας στη νευρολογική κλινική. Ο λόγος; Δεν είναι άλλος από το διαχρονικό ζήτημα των ελλείψεων προσωπικού, στη συγκεκριμένη περίπτωση των νοσηλευτών.
Η νευρολογική κλινική της Ρόδου, που είναι η μοναδική στο νότιο Αιγαίο, νοσηλεύει όλα τα οξέα νευρολογικά περιστατικά από τη Ρόδο αλλά και από τα υπόλοιπα νησιά των Δωδεκανήσων. Στην κλινική γίνεται αντιμετώπιση με θρομβόλυση οξέων αγγειακών ισχαιμικών επεισοδίων, πράγμα το οποίο έχει σαν αποτέλεσμα τη μεγάλη μείωση της θνητότητας και της αναπηρίας των συγκεκριμένων ασθενών. Μάλιστα, έχει νομοθετηθεί από το υπουργείο Υγείας η ίδρυση Μονάδας Αυξημένης Φροντίδας των ασθενών με εγκεφαλικό επεισόδιο για κάλυψη όλου του νοτίου Αιγαίου.
Με βάση τα παραπάνω, φαίνεται αφενός πόσο σημαντική είναι η ύπαρξη της συγκεκριμένης κλινικής και αφετέρου διαγράφονται οι οδυνηρές συνέπειες εφόσον κλείσει.
Αξιολόγηση δια πάσαν νόσο στο ΕΣΥ
Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, η κυβέρνηση αρνείται οποιαδήποτε δέσμευση. Χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στο 6ο Συνέδριο του ygeiamou.gr, κλήθηκε να απαντήσει επί συγκεκριμένου τι θα κάνει η κυβέρνηση σχετικά με τις προσλήψεις μόνιμου προσωπικού και τις αυξήσεις μισθών. Ωστόσο, προτίμησε να γενικολογεί, να διαπιστώνει ουδέτερα την ανεπάρκεια της κατάστασης, αλλά και να αλλάζει θέμα προς τα «αγαπημένα» του ζητήματα: τα ελάχιστα κίνητρα που έχουν ήδη εγκριθεί, την ανάγκη αύξησης της παραγωγικότητας, την αξιολόγηση των υγειονομικών και τα περιστατικά διαφθοράς.
Όταν ρωτήθηκε για την ανάγκη προσλήψεων και αυξήσεων στο ΕΣΥ, είπε: «Έχει δώσει πολλές φορές και ο Υπουργός τα σχετικά στοιχεία στη δημοσιότητα: η ουσιαστική αύξηση της χρηματοδότησης σε σχέση με το πού βρισκόμασταν το 2019. Αυτό αφορά και τις απολαβές των γιατρών, που έχουν αυξηθεί σημαντικά μέσα από μια σειρά από παρεμβάσεις, τελευταία εκ των οποίων υπήρξε η ικανοποίηση ενός πάγιου αιτήματος της ιατρικής κοινότητας: η αυτοτελής φορολόγηση των εφημεριών, γιατί πρέπει να είμαστε ανταγωνιστικοί στο να προσελκύουμε τους καλύτερους γιατρούς».
Συνεχίζοντας να απαντά σχετικά με υποστελέχωση και χαμηλούς μισθούς, ο πρωθυπουργός έστρεψε τη συζήτηση στα ζητήματα της αναλογίας καταγεγραμμένης παραγωγικότητας και αποδοχών, των μπόνους και της αξιολόγησης: «Επιμένω και πιστεύω πάρα πολύ, θα φτάσουμε κάποια στιγμή και σε αυτό, στη λογική της επιβράβευσης με βάση την απόδοση. Κι επειδή εδώ τα αποτελέσματα είναι μετρήσιμα κι επειδή -πρέπει να το πούμε αυτό, γιατί γίνεται μεγάλη κουβέντα και άκουγα και την κ. Διαμαντοπούλου, η οποία ήταν εδώ πριν και έλεγε ότι δεν έχει γίνει τίποτα απολύτως στην αξιολόγηση- είναι άδικο να υπάρχουν γενικοί αφορισμοί, διότι για πρώτη φορά έχουμε συγκεκριμένα μπόνους, όχι στο ιατρικό προσωπικό, τα οποία δίνονται σε δημόσιους υπαλλήλους, 40 εκατομμύρια, με βάση την απόδοσή τους. Ναι, θέλω κι εγώ να φτάσω σε ένα σημείο να μπορώ να πω στον Υπουργό: αυτό το ποσό, πέραν και πάνω των τακτικών απολαβών, είναι ένα ποσό το οποίο μπορείς να δίνεις ως πρόσθετη επιβράβευση, με ένα σύστημα το οποίο, όμως, θα πρέπει να είναι διαφανές και θα στηρίζεται πραγματικά στην αξιολόγηση και την απόδοση. […] Το να πάμε πια κάποια στιγμή σε ένα σύστημα μπόνους και για τους ιατρούς εγώ το θέλω και είναι επιβεβλημένο. Γιατί, ξέρετε, πάντα στο ελληνικό Δημόσιο είναι οριζόντιο στο θέμα αυτό. Με έχει απασχολήσει, έχω ασχοληθεί με την αξιολόγηση, όπως ξέρετε, πολλά χρόνια, από τότε που ήμουν στο Υπουργείο. Είναι ένα ζήτημα να ενθαρρύνεις, να συνετίσεις αυτόν που δεν κάνει καλά τη δουλειά του, είναι κι ένα δεύτερο, όμως, το πώς θα επιβραβεύσεις αυτόν που είναι πραγματικά εξαιρετικός. Και η αλήθεια είναι ότι παντού στο κράτος, και στα συστήματα υγείας, υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι κάνουν τη δουλειά τους και με το παραπάνω και καλύπτουν και τα κενά κάποιων άλλων, που μπορεί να μην την κάνουν. Θεωρώ αδιανόητο αυτούς τους ανθρώπους να μην μπορούμε με κάποιο τρόπο να τους επιβραβεύσουμε. Και εκεί τα διάφορα συστήματα, όπου οι ίδιοι οι πολίτες έρχονται και μας λένε ποια ήταν η εμπειρία τους, μπορεί υπό προϋποθέσεις να μας είναι πολύ χρήσιμα. Και, ξέρετε, μερικές φορές το οικονομικό είναι σημαντικό, αλλά και μια αναγνώριση, ότι 'πήρα την αξιολόγηση' και 'ο κύριος γιατρός που με υποδέχτηκε ήταν καταπληκτικός'. Ξέρετε, στην Αμερική, όταν είχα πρωτοπάει, έβλεπα παντού 'ο γιατρός του μήνα', 'ο νοσηλευτής του μήνα' και έλεγα 'τι είναι τώρα αυτά τα πράγματα'; Και όμως, όλα αυτά έχουν μια σημασία. Γιατί; Διότι όλοι αντιλαμβάνονται ότι κάποιος αρχίζει και μετράει και αξιολογεί και τουλάχιστον επιβραβεύει την αριστεία, με την έννοια της προσπάθειας και της απόδοσης, η οποία είναι μετρήσιμη».
«Και τέλος, αξιολόγηση. Ξέρετε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει στον αέρα μια οριζόντια αξιολόγηση για τις υπηρεσίες του Δημοσίου. Πολύ σύντομα, όμως, θα μπορούμε να ρωτάμε τους ασθενείς, όταν εξέρχονται από μια δομή υγείας, ποια ήταν η εμπειρία τους. Και αυτή την αξιολόγηση θέλω να τη χρησιμοποιήσω και μπορούμε να τη χρησιμοποιήσουμε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, για να γίνουμε καλύτεροι αλλά, γιατί όχι, και για να ανταμείψουμε κάποιους οι οποίοι πραγματικά κάνουν εξαιρετική δουλειά».