Η μεταβολική δυσλειτουργία που σχετίζεται με τη μη αλκοολική λιπώδη νόσο του ήπατος είναι σήμερα η πιο συχνή ηπατική πάθηση παγκοσμίως, επηρεάζοντας περίπου έναν στους τρεις ενήλικες. Εμφανίζεται όταν υπερβολικό λίπος συσσωρεύεται στα κύτταρα του ήπατος, προκαλώντας προοδευτική βλάβη και αυξάνοντας τον κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακές επιπλοκές.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης ανακοίνωσαν ότι εντόπισαν μια ελπιδοφόρα θεραπευτική προσέγγιση που θα μπορούσε να αλλάξει τον τρόπο αντιμετώπισης της νόσου. Η μελέτη τους, που δημοσιεύθηκε στο Pharmacological Research, διαπίστωσε ότι δύο γνωστά φάρμακα, η πεμαφιμπράτη (pemafibrate) και η τελμισαρτάνη (telmisartan), μείωσαν σημαντικά τη συσσώρευση λίπους σε ζωικά μοντέλα μεταβολικής ηπατικής νόσου.
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι ο συνδυασμός τους μπορεί να περιορίσει τη βλάβη του ήπατος, μειώνοντας παράλληλα και τις καρδιοαγγειακές επιπλοκές. Δεδομένου ότι οι θεραπείες που υπάρχουν σήμερα είναι ελάχιστες, η συγκεκριμένη προσέγγιση φαίνεται να προσφέρει μια πιο ασφαλή και αποτελεσματική επιλογή.
Την έρευνα συντόνισε η καθηγήτρια Μάρτα Αλεγκρέτ από τη Σχολή Φαρμακευτικής και Επιστήμης Τροφίμων του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης, μέλος του Ινστιτούτου Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου (IBUB) και του ερευνητικού δικτύου CIBER για τη Φυσιοπαθολογία της Παχυσαρκίας και της Διατροφής (CIBEROBN).
Λίπος στο συκώτι: Ήδη υπάρχοντα φάρμακα κατά της νόσου
Μέχρι σήμερα, τα περισσότερα νέα φάρμακα που αναπτύχθηκαν για τη μεταβολική δυσλειτουργία που σχετίζεται με τη λιπώδη νόσο του απέτυχαν στις κλινικές δοκιμές, κυρίως λόγω ζητημάτων ασφάλειας. Έτσι, το ενδιαφέρον των επιστημόνων έχει στραφεί στην επαναχρησιμοποίηση ήδη υπαρχόντων φαρμάκων, δηλαδή στη διερεύνηση νέων χρήσεων για φάρμακα που έχουν αποδειχθεί ασφαλή στους ανθρώπους. Η στρατηγική αυτή είναι πιο γρήγορη, πιο οικονομική και ιδιαίτερα χρήσιμη για τα πρώιμα, συνήθως ασυμπτωματικά στάδια της νόσου.
«Εστιάσαμε στα πρώιμα στάδια με στόχο να αποτρέψουμε την εξέλιξη της νόσου σε πιο προχωρημένες μορφές. Για να μπορέσει όμως ένα φάρμακο να χρησιμοποιηθεί σε αυτά τα στάδια, πρέπει να έχει αποδεδειγμένα καλό προφίλ ασφάλειας», εξήγησε η Αλεγκρέτ. «Γι’ αυτό μελετήσαμε φάρμακα που κυκλοφορούν ήδη για άλλες παθήσεις, έχουν αποδειχθεί ασφαλή και ενδέχεται να προσφέρουν όφελος και στη θεραπεία της νόσου», πρόσθεσε.
Στη μελέτη, οι ερευνητές εξέτασαν δύο εγκεκριμένα φάρμακα (ξεχωριστά και σε συνδυασμό): την πεμαφιμπράτη, έναν υπολιπιδαιμικό παράγοντα, και την τελμισαρτάνη, ένα αντιυπερτασικό φάρμακο. Η πεμαφιμπράτη κυκλοφορεί μόνο στην Ιαπωνία, ενώ η τελμισαρτάνη χρησιμοποιείται ευρέως για την υπέρταση. Και τα δύο συνταγογραφούνται για τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου. «Η θνησιμότητα από καρδιαγγειακά αίτια είναι υψηλή στους ασθενείς με λίπος στο συκώτι, και πολύ συχνά συνυπάρχουν και οι δύο αυτοί παράγοντες κινδύνου», σημείωσε η Αλεγκρέτ.
Τι έδειξε η μελέτη
Για να επιβεβαιώσουν την αποτελεσματικότητα των φαρμάκων και να κατανοήσουν τον τρόπο δράσης τους, οι ερευνητές τα δοκίμασαν αρχικά σε αρουραίους και στη συνέχεια σε προνύμφες ζεβρόψαρου. «Τα τελευταία χρόνια, το ζεβρόψαρο έχει αναδειχθεί ως ένα ιδιαίτερα χρήσιμο εναλλακτικό μοντέλο για τη μελέτη της λιπώδους νόσου και την αξιολόγηση θεραπειών. Είναι πιο απλό, πιο οικονομικό και δίνει αποτελέσματα πιο γρήγορα. Παρότι δεν είναι ίδιο με τον άνθρωπο, έχει παρόμοιο μεταβολισμό υδατανθράκων και λιπιδίων, καθώς και ηπατική λειτουργία που μοιάζει με εκείνη των θηλαστικών», ανέφερε η καθηγήτρια.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο συνδυασμός των δύο φαρμάκων ανέστρεψε τη συσσώρευση λίπους στο ήπαρ που προκαλείται από διατροφή πλούσια σε λιπαρά και φρουκτόζη. Στους αρουραίους, μάλιστα, η ταυτόχρονη χορήγηση της μισής δόσης κάθε φαρμάκου ήταν εξίσου αποτελεσματική με την πλήρη δόση του ενός. «Ο συνδυασμός φαρμάκων που δρουν σε διαφορετικούς μηχανισμούς μπορεί να είναι καλύτερη στρατηγική από τη μονοθεραπεία, χάρη στα συνεργικά τους αποτελέσματα και στη μειωμένη τοξικότητα λόγω χαμηλότερων δόσεων», εξήγησε η Αλεγκρέτ.
Η ίδια πρόσθεσε ότι ο συνδυασμός θα μπορούσε να είναι επωφελής όχι μόνο για την ηπατική νόσο, αλλά και επειδή «μειώνει την αρτηριακή πίεση και τα επίπεδα χοληστερίνης, οδηγώντας συνολικά σε χαμηλότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο».
Διαφορετικοί μηχανισμοί δράσης
Η μελέτη αποκάλυψε ότι τα δύο φάρμακα δρουν με διαφορετικούς μηχανισμούς και, για πρώτη φορά, περιέγραψε τον σημαντικό ρόλο της πρωτεΐνης PCK1 στη μείωση των λιπιδίων που προκαλεί η τελμισαρτάνη. «Η τελμισαρτάνη έχει χρησιμοποιηθεί και στο παρελθόν σε άλλα μοντέλα της νόσου, κυρίως όμως σε πιο προχωρημένα στάδια, όπου τα οφέλη της αποδίδονταν κυρίως σε αντιφλεγμονώδεις και αντιϊνωτικές δράσεις. Στα πρώιμα στάδια όμως δεν υπάρχει ακόμη φλεγμονή ή ίνωση, παρά μόνο συσσώρευση λιπιδίων», εξήγησε η ερευνήτρια.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι στα ζώα με MASLD η ποσότητα της πρωτεΐνης PCK1 στο ήπαρ ήταν μειωμένη, ενώ η θεραπεία με τελμισαρτάνη την επανέφερε σε φυσιολογικά επίπεδα. «Η αύξηση της PCK1 μετατοπίζει τη ροή των μεταβολιτών από τη σύνθεση λιπιδίων προς τη σύνθεση γλυκόζης. Θεωρητικά αυτό θα μπορούσε να είναι αρνητικό, αν η γλυκόζη έφευγε στο αίμα και συσσωρευόταν, προκαλώντας διαβήτη. Όμως παρατηρήσαμε ότι αυτό δεν συμβαίνει», ανέφερε η Αλεγκρέτ.
Ακόμη μακριά από την κλινική εφαρμογή
Παρά τα ενθαρρυντικά ευρήματα, οι ερευνητές διευκρίνισαν ότι η μελέτη έγινε σε ζωικά μοντέλα, επομένως απέχει ακόμη από την εφαρμογή της σε ανθρώπους. «Για να μετατραπούν τα αποτελέσματα σε θεραπεία για ασθενείς με MASLD, χρειάζονται κλινικές μελέτες που θα επιβεβαιώσουν ότι τα οφέλη που παρατηρήθηκαν στα ζώα ισχύουν και στους ανθρώπους», τόνισε η Αλεγκρέτ.
Η ίδια πρόσθεσε ότι η ομάδα ήδη ετοιμάζει νέες μελέτες για πιο προχωρημένα στάδια της νόσου, όταν έχει αναπτυχθεί ίνωση. «Σκοπεύουμε να δημιουργήσουμε και ένα διπλό μοντέλο που θα περιλαμβάνει ίνωση του ήπατος και καρδιαγγειακή νόσο, ώστε να εξετάσουμε αν τα ευεργετικά αποτελέσματα παρατηρούνται όχι μόνο στο ήπαρ αλλά και στη μείωση της αθηροσκλήρωσης», κατέληξε.