Η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τεχνητών γλυκαντικών μέσα από αναψυκτικά διαίτης, όπως η ασπαρτάμη και η σακχαρίνη, συνδέεται με ταχύτερη φθορά της μνήμης και της σκέψης σε ενήλικες κάτω των 60 ετών, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 2025 στο περιοδικό Neurology της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας.
Ειδικότερα, οι ερευνητές εξέτασαν επτά γλυκαντικά χαμηλών ή μηδενικών θερμίδων και διαπίστωσαν ότι όσοι κατανάλωναν τις μεγαλύτερες ποσότητες είχαν πιο γρήγορη έκπτωση στις δεξιότητες μνήμης και σκέψης σε σχέση με όσους κατανάλωναν τις μικρότερες. Ο συσχετισμός ήταν ακόμη ισχυρότερος στα άτομα με διαβήτη. Παρόλα αυτά, η μελέτη δεν απέδειξε ότι τα γλυκαντικά προκαλούν από μόνα τους γνωστική κατάπτωση.
Ποια τεχνητά γλυκαντικά επιταχύνουν τη γήρανση του εγκεφάλου
Τα γλυκαντικά που μελετήθηκαν ήταν ασπαρτάμη, σακχαρίνη, ακεσουλφάμη καλίου, ερυθριτόλη, ξυλιτόλη, σορβιτόλη και ταγατόζη. Περιέχονται κυρίως σε υπερεπεξεργασμένα τρόφιμα, όπως αρωματισμένα νερά, αναψυκτικά, ενεργειακά ποτά, γιαούρτια και επιδόρπια χαμηλών θερμίδων, αλλά και ως αυτόνομα γλυκαντικά.
«Τα γλυκαντικά χαμηλών ή μηδενικών θερμίδων συχνά θεωρούνται υγιεινή εναλλακτική της ζάχαρης. Ωστόσο, τα ευρήματά μας δείχνουν ότι κάποια από αυτά μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη μακροπρόθεσμη υγεία του εγκεφάλου», δήλωσε η επικεφαλής της έρευνας Claudia Kimie Suemoto, MD, PhD, από το Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο στη Βραζιλία.
Στην έρευνα συμμετείχαν 12.772 ενήλικες από όλη τη Βραζιλία, με μέση ηλικία τα 52 έτη. Η παρακολούθησή τους διήρκεσε κατά μέσο όρο οκτώ χρόνια.
Στην αρχή, οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ερωτηματολόγια διατροφής για το τι έτρωγαν και έπιναν τον τελευταίο χρόνο. Με βάση τις απαντήσεις, οι ερευνητές τους χώρισαν σε τρεις ομάδες. Η ομάδα με τη χαμηλότερη κατανάλωση λάμβανε περίπου 20 mg γλυκαντικών την ημέρα, ενώ η ομάδα με τη μεγαλύτερη κατανάλωση έφτανε τα 191 mg την ημέρα. Για την ασπαρτάμη, αυτή η ποσότητα αντιστοιχεί σε ένα κουτί αναψυκτικού διαίτης. Η σορβιτόλη είχε τη μεγαλύτερη κατανάλωση, με μέσο όρο 64 mg την ημέρα.
Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε γνωστικά τεστ στην αρχή, στη μέση και στο τέλος της μελέτης, ώστε να καταγραφούν οι αλλαγές στη μνήμη, τη γλώσσα και τη σκέψη. Τα τεστ αφορούσαν τη λεκτική ευχέρεια, τη βραχυπρόθεσμη μνήμη, την ανάκληση λέξεων και την ταχύτητα επεξεργασίας πληροφοριών.
Αφού συνυπολογίστηκαν παράγοντες όπως η ηλικία, το φύλο, η υπέρταση και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι κατανάλωναν τις μεγαλύτερες ποσότητες εμφάνιζαν 62% ταχύτερη έκπτωση στις γνωστικές δεξιότητες σε σχέση με όσους κατανάλωναν τις μικρότερες. Αυτό αντιστοιχεί σε 1,6 χρόνια γήρανσης. Η μεσαία ομάδα είχε 35% ταχύτερη έκπτωση, περίπου 1,3 χρόνια γήρανσης.
Όταν οι ερευνητές ανέλυσαν τα στοιχεία ανά ηλικία, διαπίστωσαν ότι τα άτομα κάτω των 60 ετών που κατανάλωναν τις μεγαλύτερες ποσότητες είχαν ταχύτερη μείωση στη λεκτική ευχέρεια και τη συνολική γνωστική λειτουργία σε σχέση με όσους κατανάλωναν τις μικρότερες ποσότητες. Στα άτομα άνω των 60 δεν βρέθηκε αντίστοιχος συσχετισμός. Η σύνδεση με τη γνωστική έκπτωση ήταν επίσης πιο έντονη στους συμμετέχοντες με διαβήτη.
Σε ό,τι αφορά τα μεμονωμένα γλυκαντικά, η κατανάλωση ασπαρτάμης, σακχαρίνης, ακεσουλφάμης καλίου, ερυθριτόλης, σορβιτόλης και ξυλιτόλης συνδέθηκε με ταχύτερη γνωστική φθορά, ιδιαίτερα στη μνήμη. Δεν βρέθηκε συσχέτιση ανάμεσα στην ταγατόζη και τη γνωστική κατάπτωση.
«Παρότι βρήκαμε συνδέσεις με γνωστική έκπτωση σε μεσήλικες με ή χωρίς διαβήτη, τα άτομα με διαβήτη είναι πιο πιθανό να χρησιμοποιούν τεχνητά γλυκαντικά ως υποκατάστατα ζάχαρης», ανέφερε η Suemoto. «Απαιτείται περισσότερη έρευνα για να επιβεβαιωθούν τα ευρήματά μας και να εξεταστεί εάν άλλες εναλλακτικές, όπως ο πουρές μήλου, το μέλι, το σιρόπι σφενδάμου ή η ζάχαρη καρύδας, θα μπορούσαν να αποτελέσουν πιο ασφαλείς επιλογές».