Το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης είναι μια πολύπλοκη, μακροχρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από έντονη, επίμονη κόπωση η οποία δεν υποχωρεί με την ξεκούραση και επιδεινώνεται μετά από σωματική ή πνευματική προσπάθεια.
Ερευνητές που μελέτησαν τη δύσπνοια σε άτομα με χρόνια κόπωση διαπίστωσαν ότι οι ασθενείς αυτοί έχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να παρουσιάζουν δυσλειτουργική αναπνοή. Το ακανόνιστο αυτό μοτίβο αναπνοής φαίνεται να συνδέεται με τη δυστονία, μια διαταραχή που επηρεάζει τον νευρικό έλεγχο των αιμοφόρων αγγείων και των μυών. Οι επιστήμονες θεωρούν ότι, αν η θεραπεία εστιάσει σε αυτές τις αναπνευστικές ανωμαλίες, θα μπορούσε να μειωθεί η ένταση ορισμένων από τα πιο βασανιστικά συμπτώματα.
«Σχεδόν οι μισοί από τους συμμετέχοντες με χρόνια κόπωση παρουσίαζαν κάποια διαταραχή στην αναπνοή, ένα ζήτημα που μέχρι σήμερα δεν είχε εκτιμηθεί σωστά, αλλά πιθανότατα συμβάλλει στην επιδείνωση των συμπτωμάτων», εξήγησε ο Benjamin Natelson από την Ιατρική Σχολή Icahn, εκ των συγγραφέων της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Frontiers in Medicine. «Ο εντοπισμός αυτών των ανωμαλιών μπορεί να οδηγήσει σε νέες θεραπευτικές προσεγγίσεις, με τελικό στόχο τη μείωση των συμπτωμάτων».
Πώς έγινε η μελέτη
Στη μελέτη συμμετείχαν 57 άτομα με διαγνωσμένο σύνδρομο χρόνιας κόπωσης και 25 υγιή άτομα παρόμοιας ηλικίας και φυσικής κατάστασης. Όλοι υποβλήθηκαν σε δοκιμασίες καρδιοπνευμονικής άσκησης που διήρκεσαν δύο ημέρες. Κατά τη διάρκεια των δοκιμών, οι ερευνητές παρακολούθησαν τον καρδιακό ρυθμό, την αρτηριακή πίεση, την αποδοτικότητα πρόσληψης οξυγόνου, τον κορεσμό του αίματος σε οξυγόνο και την προσπάθεια που κατέβαλλαν οι συμμετέχοντες για να αναπνεύσουν. Παράλληλα ανέλυσαν τον ρυθμό και το μοτίβο της αναπνοής, για να εντοπίσουν ενδείξεις υπεραερισμού ή δυσλειτουργικής αναπνοής.
Η δυσλειτουργική αναπνοή παρατηρείται συχνά σε ασθενείς με άσθμα, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και για άλλους λόγους. Συνήθως περιλαμβάνει συχνά βαθιά αναστενάγματα, γρήγορη αναπνοή, έντονη εκπνοή από την κοιλιά ή επιφανειακή αναπνοή από το στήθος χωρίς σωστή χρήση του διαφράγματος, γεγονός που δεν επιτρέπει στους πνεύμονες να διασταλούν πλήρως. Μπορεί επίσης να υπάρχει έλλειψη συντονισμού ανάμεσα στις κινήσεις του θώρακα και της κοιλιάς, με αποτέλεσμα οι μύες που συμμετέχουν στην αναπνοή να μην λειτουργούν αρμονικά.
«Ενώ γνωρίζουμε τα συμπτώματα που προκαλεί ο υπεραερισμός, δεν είμαστε ακόμη βέβαιοι ποια συμπτώματα μπορεί να επιδεινώνονται λόγω της δυσλειτουργικής αναπνοής», ανέφερε η Donna Mancini από την Ιατρική Σχολή Icahn, εκ των συγγραφέων της μελέτης. «Είναι βέβαιο όμως ότι οι ασθενείς μπορεί να έχουν δυσλειτουργική αναπνοή χωρίς να το αντιλαμβάνονται. Μπορεί να συμβαίνει ακόμη και όταν βρίσκονται σε ηρεμία».
Οι αναπνευστικές ανωμαλίες που εμφάνισαν ασθενείς με χρόνια κόπωση
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα άτομα με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης προσλάμβαναν περίπου την ίδια ποσότητα οξυγόνου με την ομάδα ελέγχου, καθώς η μέγιστη κατανάλωση οξυγόνου (VO₂ max) ήταν παρόμοια. Ωστόσο, το 71% των ασθενών εμφάνισε αναπνευστικές ανωμαλίες, όπως υπεραερισμό, δυσλειτουργική αναπνοή ή και τα δύο.
Σχεδόν οι μισοί από τους ασθενείς παρουσίασαν ακανόνιστη αναπνοή κατά τη διάρκεια των δοκιμών, σε σύγκριση με μόλις τέσσερα άτομα της ομάδας ελέγχου. Περίπου το ένα τρίτο των ασθενών υπεραέριζε, ενώ μόνο ένα άτομο της ομάδας ελέγχου παρουσίασε το ίδιο. Εννέα ασθενείς εμφάνισαν συνδυασμό υπεραερισμού και δυσλειτουργικής αναπνοής, κάτι που δεν παρατηρήθηκε σε κανέναν από τους υγιείς συμμετέχοντες.
Και οι δύο αυτές διαταραχές μπορούν να προκαλέσουν συμπτώματα παρόμοια με εκείνα του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης, όπως ζάλη, δυσκολία συγκέντρωσης, δύσπνοια και εξάντληση. Όταν συνυπάρχουν, μπορεί επίσης να προκαλέσουν πόνο στο στήθος, αίσθημα παλμών, έντονη κόπωση και, αναμενόμενα, άγχος. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι αυτά τα αναπνευστικά προβλήματα ενδέχεται να επιδεινώνουν τα συμπτώματα του συνδρόμου ή ακόμη και να συμβάλλουν άμεσα στην κακουχία που νιώθουν οι ασθενείς μετά την κόπωση.
«Είναι πιθανό η δυστονία να προκαλεί ταχύτερη και πιο ακανόνιστη αναπνοή», σημείωσε η Mancini. «Είναι γνωστό ότι οι ασθενείς με σύνδρομο χρόνιας κόπωσης εμφανίζουν συχνά δυστονία με τη μορφή ορθοστατικής δυσανεξίας, δηλαδή νιώθουν χειρότερα όταν στέκονται όρθιοι και ακίνητοι. Αυτό αυξάνει τον καρδιακό ρυθμό και μπορεί να οδηγήσει σε υπεραερισμό».
Πιθανές λύσεις
Τα ευρήματα δείχνουν ότι η αντιμετώπιση της δυσλειτουργικής αναπνοής ίσως βοηθήσει στην ανακούφιση ορισμένων συμπτωμάτων του συνδρόμου χρόνιας κόπωσης. Οι ερευνητές σκοπεύουν να συνεχίσουν να μελετήσουν πώς αλληλεπιδρούν η δυσλειτουργική αναπνοή και ο υπεραερισμός. Αν και χρειάζονται περισσότερες μελέτες πριν καθοριστούν επίσημες θεραπείες, υπάρχουν ήδη ορισμένες υποσχόμενες κατευθύνσεις.
«Οι ασκήσεις αναπνοής μέσω της γιόγκα θα μπορούσαν να βοηθήσουν, όπως και η ήπια σωματική άσκηση όπου ο έλεγχος της αναπνοής είναι σημαντικός, για παράδειγμα η κολύμβηση ή η χρήση βιοανάδρασης, με παρακολούθηση της αναπνοής και ενθάρρυνση της ομαλής, σταθερής αναπνοής. Έτσι, ο ασθενής θα μπορεί να ρυθμίζει το βάθος της αναπνοής ώστε να επανέλθει σε φυσιολογικά επίπεδα», πρότεινε ο Natelson.








