Η δημόσια υγεία είναι άμεσα συνδεδεμένη με τους δείκτες φτώχεις μίας χώρας. Η τελευταία έκθεση της Eurostat αποδεικνύει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, με τη φτώχεια να κινείται σε υψηλά επίπεδα. Συγκεκριμένα, οι δύο από τις δέκα πιο ευάλωτες περιφέρειες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκονται στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2024, το 16,2 % του συνολικού πληθυσμού της Ε.Ε. -περίπου 72 εκατομμύρια πολίτες- κινδυνεύει να βρεθεί κάτω από το όριο της φτώχειας. Στην Ελλάδα, το συνολικό ποσοστό κινδύνου φτώχειας ανέρχεται στο 19,6 %.
Ωστόσο, η εικόνα στις περιφέρειες είναι εξαιρετικά άνιση: Η Δυτική Ελλάδα και το Βόρειο Αιγαίο συγκαταλέγονται στις περιφέρειες της Ε.Ε. με τη μεγαλύτερη έκθεση στον κίνδυνο φτώχειας -με ποσοστά που αγγίζουν και ξεπερνούν το 30%.
Άλλες περιοχές, όπως η Δυτική Μακεδονία, η Πελοπόννησος, η Κεντρική Μακεδονία και η Ανατολική Μακεδονία‑Θράκη σημειώνουν ποσοστά κινδύνου μεταξύ 23,1 % και 27,4 %.
Αντιθέτως, στην Αττική, την Κρήτη, την Ήπειρο και το Νότιο Αιγαίο τα ποσοστά είναι αισθητά χαμηλότερα, κυμαινόμενα μεταξύ 13,7 % και 16 %.
Τα στοιχεία αυτά καταγράφουν μια εικόνα έντονης ανισότητας τόσο μεταξύ κρατών-μελών όσο και εντός της ίδιας της χώρας. Παράλληλα, παρά τη μείωση του ποσοστού υποκειμενικής φτώχειας στην Ε.Ε. -από 19,1% το 2023 σε 17,4% το 2024- η Ελλάδα εξακολουθεί να σημειώνει το υψηλότερο ποσοστό μακράν (66,8 %).
Οι συνέπειες στην υγεία
Ο αυξημένος κίνδυνος φτώχειας δεν είναι απλώς οικονομικό, είναι και καθαρά υγειονομικό ζήτημα. Όταν ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού βρίσκεται σε κατάσταση μάλλον επισφαλή, με περιορισμένα εισοδήματα και κοινωνική αποστασιοποίηση, τότε παρατηρούνται πολλαπλές επιπτώσεις στην υγεία.
Τα περιορισμένα οικονομικά μέσα και η χαμηλή κοινωνική θέση συχνά οδηγούν σε λιγότερη πρόσβαση σε προληπτικές ιατρικές εξετάσεις, καθυστερημένη διάγνωση χρόνιων παθήσεων και κακή διαχείριση της υγείας.
Η κοινωνικο‐οικονομική κατάσταση επηρεάζει άμεσα τους παράγοντες κινδύνου προς την υγεία. Διατροφή με χαμηλότερη ποιότητα, λιγότερη άσκηση, χειρότερες συνθήκες κατοικίας και περιβάλλοντος. Αυτό σημαίνει μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης χρόνιων ασθενειών όπως καρδιαγγειακών, διαβήτη, αναπνευστικών.
Επιπλέον, οι περιοχές με υψηλό ποσοστό κινδύνου φτώχειας -όπως στην Ελλάδα η Δυτική Ελλάδα και το Βόρειο Αιγαίο- πιθανόν να διαθέτουν και άλλες ανισότητες: περιορισμένη πρόσβαση σε υγειονομικές υπηρεσίες, λιγότερες οικονομικές και προσωπικές δυνατότητες μεταφοράς, υποδομές υγείας μικρότερες ή απομακρυσμένες.
Ουσιαστικά, η φτώχεια και ο κοινωνικός αποκλεισμός λειτουργούν ως κοινωνικοί καθοριστές της υγείας. Το εισόδημα, η εκπαίδευση, η απασχόληση, το περιβάλλον διαβίωσης, όλα επηρεάζουν άμεσα την υγεία και τη χρήση υγειονομικών υπηρεσιών.
Κάποια στοιχεία είναι ενδεικτικά:
- Στην Ε.Ε., το 3,6% των ατόμων ηλικίας 16 ετών και άνω δήλωσαν το 2024 ότι χρειαζόντουσαν ιατρική εξέταση ή θεραπεία αλλά δεν την έλαβαν λόγω οικονομικών δυσκολιών, μεγάλης αναμονής ή απόστασης. Στην Ελλάδα, το αντίστοιχο ποσοστό ανήλθε σε 21,9%, δηλαδή το υψηλότερο στην Ε.Ε. για το 2024.
- Η διαφορά ανάμεσα σε άτομα που είναι σε κίνδυνο φτώχειας και σε όσους δεν είναι, στην Ελλάδα όσον αφορά την μη εκπλήρωση ιατρικών αναγκών, ήταν 12,7 ποσοστιαίες μονάδες, η μεγαλύτερη διαφορά στην Ε.Ε.








