Μυωπία, αστιγματισμός: Πώς θα ξέρω ότι είμαι κατάλληλος υποψήφιος για λέιζερ;

Μυωπία, αστιγματισμός: Πώς θα ξέρω ότι είμαι κατάλληλος υποψήφιος για λέιζερ;
Πέμπτη, 31/07/2025 - 10:18

Η μυωπία δεν αποτελεί το μοναδικό πρόβλημα της όρασης που μπορεί να διορθωθεί με λέιζερ.

Η διόρθωση της μυωπίας με λέιζερ είναι μία από τις επεμβάσεις που έφεραν επανάσταση στην Οφθαλμολογία.

Υπολογίζεται ότι από τότε που άρχισε να εφαρμόζεται η πρώτη μέθοδος (PRK αρχικά και LASIK μετέπειτα) πριν από σχεδόν 30 χρόνια, έχουν υποβληθεί σε διόρθωση μυωπίας με laser περισσότερα από 40 εκατομμύρια άτομα σε όλο τον κόσμο, με την όρασή τους να βελτιώνεται θεαματικά στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων.

Ωστόσο, η μυωπία δεν αποτελεί το μοναδικό πρόβλημα της όρασης που μπορεί να διορθωθεί με διαθλαστική χειρουργική με λέιζερ. Οι εξελίξεις της διαθλαστικής χειρουργικής ήταν ραγδαίες και σήμερα μπορούν να αντιμετωπίζονται με μεγάλη ακρίβεια και η υπερμετρωπία και ο αστιγματισμός και η πρεσβυωπία, εφόσον πληρούν οι υποψήφιοι ορισμένες προϋποθέσεις.

«Οι laser διαθλαστικές επεμβάσεις που εφαρμόζονται σήμερα είναι οι μέθοδοι SMILE Pro, LASIK και PRK. Ένας έμπειρος οφθαλμίατρος, κατά τον προεγχειρητικό έλεγχο, θα αποφασίσει ποια είναι η κατάλληλη μέθοδος για κάθε ενδιαφερόμενο, μετά τη λήψη του ιατρικού ιστορικού του και την κλινική εξέταση των ματιών του. Και οι τρεις μέθοδοι έχουν μόνιμα αποτελέσματα και συμβάλλουν πλήρως στην αποκατάσταση της όρασης», αναφέρει ο Dr. Κωνσταντίνος X. Καραμπάτσας, Χειρουργός Οφθαλμίατρος, Aναπληρωτής Καθηγητής Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Διδάκτωρ και Λέκτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Bristol, στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Μεταξύ των μεθόδων αυτών δεν υπάρχει καλύτερη ή χειρότερη, συνεχίζει. ‘Oλες είναι ασφαλείς όταν τηρούνται τα εγκεκριμένα ιατρικά πρωτόκολλα, ενώ οδηγούν στα ίδια εξαιρετικά αποτελέσματα. Η απόφαση για το ποια μέθοδος θα ακολουθηθεί εξαρτάται από την μορφολογία του ματιού και πλήθος άλλων παραγόντων που αξιολογεί ο χειρουργός οφθαλμίατρος.

Η μέθοδος SMILEPro για παράδειγμα ενδείκνυται ιδιαιτέρως για ασθενείς με ξηροφθαλμία. Η LASIK είναι κατάλληλη για μεγάλους βαθμούς μυωπίας, και για ασθενείς με υπερμετρωπία και αστιγματισμό. H PRK είναι πιο κατάλληλη για μικρούς βαθμούς μυωπίας και για ασθενείς με λεπτό κερατοειδή.

«Παρότι γίνεται προεγχειρητικά αναλυτική συζήτηση μεταξύ του ενδιαφερομένου και του γιατρού σχετικά με τη διαδικασία που του ταιριάζει περισσότερο, η τελική απόφαση βασίζεται στις εξετάσεις των ματιών του. Ο υποψήφιος πρέπει να συγκεντρώνει συγκεκριμένες ενδείξεις για κάθε τύπο επέμβασης και, εφόσον επιλέξει να υποβληθεί σε διόρθωση με laser, θα ενημερωθεί για το αναμενόμενο αποτέλεσμα και τις πιθανές επιπλοκές», τονίζει ο ειδικός.

Για να είναι ένας ενδιαφερόμενος κατάλληλος υποψήφιος για διαθλαστική επέμβαση με λέιζερ, πρέπει όπως προαναφέρθηκε να πληροί ορισμένες προϋποθέσεις.

Αυτές είναι συνοπτικά οι εξής:

• Να έχει ηλικία άνω των 18 ετών
• Να μην πάσχει από άλλη οφθαλμολογική ή συστηματική πάθηση που καθιστά απαγορευτική την επέμβαση
• Να μην έχει ενεργή λοίμωξη στα μάτια
• Αν είναι γυναίκα, να μην βρίσκεται σε περίοδο εγκυμοσύνης ή λοχείας
• Οι βαθμοί του διαθλαστικού προβλήματος της όρασής του να είναι σταθεροί για τουλάχιστον έναν χρόνο. Σταθεροποιημένη θεωρείται επίσης η μυωπία όταν δεν έχει μεταβληθεί περισσότερο από μισό βαθμό την τελευταία διετία πριν από την εξέταση
• Οι βαθμοί του διαθλαστικού προβλήματος της όρασής του να βρίσκονται εντός του ενδεικνυόμενου εύρους θεραπείας. Αναλόγως με τα ανατομικά δεδομένα κάθε περίπτωσης, υποψήφιοι για αυτή την επέμβαση είναι συνήθως άτομα με μυωπία έως και περίπου 10 βαθμούς, με υπερμετρωπία έως και 6 βαθμούς, με αστιγματισμό έως και 6 βαθμούς
• Να πληρούν τα μάτια του τις ανατομικές προϋποθέσεις της επέμβασης με λέιζερ. Αυτές προσδιορίζονται με ειδικές εξετάσεις που γίνονται προεγχειρητικά και επιβεβαιώνουν ότι το πάχος του κερατοειδούς χιτώνα είναι επαρκές για τους βαθμούς που πρέπει να διορθωθούν

Αντιθέτως, δεν μπορούν να υποβληθούν σε διαθλαστική επέμβαση με λέιζερ στον κερατοειδή χιτώνα, όσοι έχουν πολύ μεγάλο διαθλαστικό σφάλμα (που υπερβαίνει τους βαθμούς που προαναφέραμε) ή πολύ λεπτό κερατοειδή χιτώνα ή ιδιαίτερα μεγάλες κόρες οφθαλμού.

«Το laser λειτουργεί αφαιρώντας ιστό και καθιστώντας πιο επίπεδο τον κερατοειδή χιτώνα του ματιού. Εάν είστε μύωπας, όσο περισσότερη μυωπία έχετε, τόσο περισσότερος ιστός κερατοειδούς πρέπει να αφαιρεθεί.

Σε περιπτώσεις όπου οι βαθμοί της μυωπίας υπερβαίνουν τους 10, η επέμβαση δεν ενδείκνυται. Και αυτό διότι ενδέχεται ο εναπομείναντας ιστός να μην έχει το κατάλληλο πάχος, ώστε να διατηρηθεί η ακαμψία του και να προκληθεί η ονομαζόμενη εκτασία κερατοειδούς.

Επιπλέον, η προβλεψιμότητα της διόρθωσης μειώνεται πάνω από τους 8-10 περίπου βαθμούς μυωπίας», εξηγεί ο κ. Καραμπάτσας.

Αντίστοιχα, ακατάλληλοι υποψήφιοι για διαθλαστική επέμβαση με λέιζερ είναι όσοι έχουν πολύ μεγάλη υπερμετρωπία (πάνω από 6 βαθμούς), διότι η προβλεψιμότητα της διόρθωσης σε αυτούς τους βαθμούς είναι μέτρια. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι υπάρχει αυξημένος κίνδυνος να γίνει υποδιόρθωση, υπερδιόρθωση ή ακόμα και να υπάρξουν μετεγχειρητικές ανωμαλίες του κερατοειδή.

Όσον αφορά την κόρη των οφθαλμών, αυτή μετριέται με ειδική εξέταση (λέγεται κορομετρία) κατά την προεγχειρητική εκτίμηση. Καθόσον το λέιζερ εφαρμόζεται πάνω σε μια ορισμένη περιοχή του κερατοειδούς, εάν ένας ασθενής έχει πολύ μεγάλες κόρες οφθαλμών, μετά την επέμβαση μπορεί να έχει έντονα συμπτώματα θαμπάδας σε συνθήκες αμυδρού φωτισμού. Μπορεί επίσης να βλέπει «φωτοστέφανα» γύρω από τα φώτα. Κάτι τέτοιο, στην καλύτερη περίπτωση, μπορεί να κάνει τη νυχτερινή οδήγηση δύσκολη και στη χειρότερη, αδύνατη.

«Το λέιζερ μπορεί να διορθώσει τους περισσότερους υποψήφιους με διαθλαστικά προβλήματα, παρέχοντας εξαιρετικά αποτελέσματα. Το υπόλοιπο ποσοστό που εξαιρείται, αφορά περιπτώσεις υψηλής μυωπίας-υψηλής υπερμετρωπίας-υψηλού αστιγματισμού ή μύωπες με προβλήματα στον κερατοειδή τους (π.χ. λεπτό πάχος κερατοειδή).

Αν κάποιος δεν είναι κατάλληλος/η υποψήφιος/α για διόρθωση με λέιζερ, μπορεί να του προταθούν εναλλακτικές λύσεις. Οι δυνητικές επιλογές που επίσης δίνουν πολύ καλά αποτελέσματα, συμπεριλαμβάνουν φακικά εμφυτεύματα (ICL), ή διαθλαστική αφαίρεση του κρυσταλλοειδούς φακού (CLE, RLE). Σε ένα πλήρες χειρουργικό οφθαλμολογικό κέντρο, παρέχονται και αυτοί οι εναλλακτικοί τρόποι διόρθωσης, ώστε να διορθώνεται με ασφάλεια και ακρίβεια οποιαδήποτε συνταγή μυωπίας, υπερμετρωπίας και αστιγματισμού, όσο υψηλή και αν είναι», καταλήγει ο καθηγητής.

Τελευταία τροποποίηση στις 31/07/2025 - 10:24