Η φυσική κατάσταση, η σωματική δραστηριότητα και ο χρόνος που περνούν οι έφηβοι μπροστά σε οθόνες φαίνεται ότι συνδέονται με τους μηχανισμούς του εγκεφάλου που σχετίζονται με την ψυχική υγεία και τη μάθηση, σύμφωνα με δύο πρόσφατες μελέτες του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Φινλανδίας και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου του Kuopio.
Όπως εξήγησε η ερευνήτρια του Ινστιτούτου Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Φινλανδίας, Hannamari Skog, «τα νέα ευρήματα αναδεικνύουν τη σημασία ενός δραστήριου τρόπου ζωής, της καλής φυσικής κατάστασης και του μέτριου χρόνου μπροστά σε οθόνες για την ανάπτυξη του εγκεφάλου στην εφηβεία».
Η ποιότητα του χρόνου στις οθόνες έχει σημασία
Στην πρώτη μελέτη, οι επιστήμονες παρακολούθησαν τη φυσική κατάσταση και τις συνήθειες τρόπου ζωής των συμμετεχόντων από την παιδική ηλικία. Διαπίστωσαν ότι η καλύτερη φυσική κατάσταση σχετιζόταν με αυξημένη διέγερση και ισχυρότερη αναστολή του κινητικού φλοιού κατά την εφηβεία, δύο παράγοντες που ρυθμίζουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου και τις διαδικασίες μάθησης.
Η δεύτερη μελέτη εξέτασε πώς ο χρόνος μπροστά σε οθόνες και η σωματική δραστηριότητα συνδέονται με τη λειτουργία του εγκεφάλου. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι δεν έχει σημασία μόνο πόσο χρόνο περνούν οι έφηβοι μπροστά σε οθόνες, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο τις χρησιμοποιούν.
«Η παθητική χρήση των ψηφιακών συσκευών, όπως το συνεχές σκρολάρισμα στο κινητό ή η παρακολούθηση τηλεόρασης και βίντεο, φάνηκε να αποδυναμώνει την ανασταλτική λειτουργία του εγκεφαλικού φλοιού, δηλαδή το λεγόμενο “σύστημα φρεναρίσματος” του εγκεφάλου», ανέφερε η Skog.
Αντίθετα, η ενεργητική χρήση των ψηφιακών μέσων συνδέθηκε με αυξημένη εγκεφαλική δραστηριότητα, όπως και η συμμετοχή σε οργανωμένα αθλήματα.
Σύμφωνα με τη Skog, είναι ωφέλιμο οι έφηβοι να συμμετέχουν σε οργανωμένες αθλητικές δραστηριότητες:
«Εκτός από τη βελτίωση της κοινωνικής ευεξίας, η συμμετοχή σε οργανωμένα αθλήματα φαίνεται να ενισχύει και την υγεία του εγκεφάλου. Ο χρόνος μπροστά σε οθόνες καλό είναι να διατηρείται σε λογικά επίπεδα και, ει δυνατόν, να περιλαμβάνει δραστηριότητες που προάγουν την κίνηση και τη συμμετοχή».
Οι μελέτες πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο των προγραμμάτων Physical Activity and Nutrition in Children (PANIC) και FitBrain και συμμετείχαν 45 υγιείς Φινλανδοί έφηβοι ηλικίας 16 έως 19 ετών, εκ των οποίων 25 κορίτσια και 20 αγόρια. Η καρδιοαναπνευστική αντοχή αξιολογήθηκε μέσω άμεσου μέγιστου τεστ σε εργόμετρο ποδηλάτου, η μυϊκή δύναμη με τεστ άλματος σε μήκος από στάση, η ταχύτητα και η ευκινησία με τεστ 10 x 50 μέτρων, και ο συντονισμός των άνω άκρων με τεστ “κουτί και κύβος”.
Ερωτηματολόγια χρησιμοποιήθηκαν για την αξιολόγηση του χρόνου μπροστά σε οθόνες και της συμμετοχής σε οργανωμένα αθλήματα, επιβλεπόμενη άσκηση εκτός συλλόγων και μη επιβλεπόμενη σωματική δραστηριότητα.
Η λειτουργία του εγκεφάλου μετρήθηκε με διακρανιακή μαγνητική διέγερση (TMS), μια τεχνική που αξιολογεί την εγκεφαλική απόκριση σε ερεθίσματα που προκαλούνται από μαγνητικούς παλμούς, καθώς και την ικανότητα του εγκεφάλου να αναστέλλει ή να καταστέλλει δραστηριότητα όταν χρειάζεται. Οι μετρήσεις αυτές αντανακλούν τη διεγερτική και ανασταλτική λειτουργία του εγκεφάλου, η οποία ρυθμίζεται από νευροδιαβιβαστές. Οι ίδιοι νευροδιαβιβαστές επηρεάζουν την πλαστικότητα του εγκεφάλου, και η δυσρύθμισή τους έχει συνδεθεί με διαταραχές προσοχής και ψυχικής υγείας.







