Η επιστημονική έρευνα συνεχώς αποκαλύπτει νέες πτυχές για το πώς οι κοινωνικές και συναισθηματικές σχέσεις επηρεάζουν την υγεία μας. Μια πρόσφατη μελέτη από ειδικούς του Πανεπιστημίου του Λουξεμβούργου και του Πανεπιστημίου της Οτάβα στον Καναδά εξετάζει την επίδραση του γάμου στον κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, εστιάζοντας κυρίως σε άτομα ηλικίας άνω των 50 ετών.
Η ανάλυση βασίστηκε σε δεδομένα από την English Longitudinal Study of Ageing, περιλαμβάνοντας 3.335 ενήλικες ηλικίας 50 έως 89 ετών που δεν είχαν διαβήτη στην αρχή της μελέτης. Οι συμμετέχοντες απαντούσαν σε ερωτήσεις σχετικά με την ύπαρξη συζύγου ή συντρόφου με τον οποίο ζούσαν, ενώ καταγράφηκαν και δείγματα αίματος για τη μέτρηση των επιπέδων HbA1c, του βασικού δείκτη γλυκόζης στο αίμα που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση του κινδύνου διαβήτη και προδιαβήτη.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι το 76% των συμμετεχόντων ήταν παντρεμένοι ή ζούσαν με σύντροφο. Αν και προηγούμενες μελέτες τόνιζαν ότι οι ευτυχισμένοι γάμοι συνδέονται με καλύτερη ψυχική και σωματική υγεία, η νέα ανάλυση υπογραμμίζει ότι το ίδιο όφελος παρατηρείται ανεξάρτητα από την ποιότητα της σχέσης. Δηλαδή, είτε η σχέση χαρακτηριζόταν από υποστήριξη και αρμονία, είτε από ένταση και συγκρούσεις, η ύπαρξη ενός συντρόφου φάνηκε να σχετίζεται με χαμηλότερα επίπεδα HbA1c και μικρότερο κίνδυνο εμφάνισης διαβήτη τύπου 2, αναφέρει η βρετανική εφημερίδα Independent.
Οι ερευνητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η απλή παρουσία μιας συζυγικής ή συμβιωτικής σχέσης μπορεί να έχει προστατευτική επίδραση στην υγεία του μεταβολισμού, μειώνοντας την πιθανότητα να φτάσουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα πάνω από το όριο του προδιαβήτη. Παράλληλα, αυτά τα αποτελέσματα ενισχύουν την ιδέα ότι οι κοινωνικοί δεσμοί και η συντροφικότητα αποτελούν παράγοντες που συμβάλλουν στη μακροχρόνια σωματική ευεξία, πέρα από τη συναισθηματική ποιότητα της σχέσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Diabetes UK, πάνω από 4,9 εκατομμύρια άνθρωποι στο Ηνωμένο Βασίλειο ζουν με διαβήτη, ενώ περίπου 850.000 άτομα έχουν διαβήτη τύπου 2 χωρίς να το έχουν διαγνωστεί. Τα αποτελέσματα της μελέτης αναδεικνύουν τη σημασία της πρόληψης μέσω κοινωνικής υποστήριξης και συντροφικότητας, προσθέτοντας μια σημαντική διάσταση στην πρόληψη του διαβήτη πέρα από τη διατροφή, τη φυσική δραστηριότητα κι άλλους παραδοσιακούς παράγοντες.