Πολλές γυναίκες πιστεύουν ότι οι πιθανότητες να εμφανιστεί ένας δεύτερος καρκίνος μετά από μια διάγνωση με καρκίνο του μαστού είναι πολύ υψηλότερες, συγκριτικά με το γενικό πληθυσμό.
Ωστόσο, ο μακροπρόθεσμος κίνδυνος εμφάνισης ενός δεύτερου πρωτοπαθούς καρκίνου στις γυναίκες που διαγιγνώσκονται με πρώιμο καρκίνο του μαστού είναι αρκετά χαμηλός, μόλις 2-3% υψηλότερος συγκριτικά με το γενικό πληθυσμό, σύμφωνα με μελέτη που δημοσιεύτηκε στο BMJ σήμερα, Πέμπτη 27 Αυγούστου.
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι τα ευρήματα μπορούν να καθησυχάσουν πολλές γυναίκες που έχουν ξεπεράσει τον καρκίνο του μαστού και θεωρούν πως ο κίνδυνος ενός δεύτερου καρκίνου είναι πολύ μεγαλύτερος από όσο πραγματικά είναι.
Ποιοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης δεύτερου πρωτοπαθούς καρκίνου στις γυναίκες που ξεπέρασαν τον καρκίνο του μαστού
Είναι γνωστό ότι οι επιζήσασες καρκίνου του μαστού έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης δεύτερων πρωτοπαθών καρκίνων, όμως οι μέχρι τώρα εκτιμήσεις από άλλες μελέτες δεν ήταν ξεκάθαρες. Ο κίνδυνος και το είδος ενός δεύτερου καρκίνου μπορεί να επηρεαστούν από τη θεραπεία που δόθηκε αρχικά, αλλά και από κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς, γενετικούς παράγοντες και συνήθειες ζωής.
Για να δοθούν πιο σαφείς απαντήσεις, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από το Εθνικό Μητρώο Καρκίνου της Αγγλίας και υπολόγισαν τον μακροπρόθεσμο κίνδυνο εμφάνισης δεύτερου καρκίνου σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, λαμβάνοντας υπόψη και παράγοντες που τον επηρεάζουν.
Η ανάλυση βασίστηκε σε 476.373 γυναίκες που διαγνώστηκαν στην Αγγλία την περίοδο 1993-2016 με πρώιμο διηθητικό καρκίνο του μαστού, σε ηλικίες 20 έως 75 ετών, και υποβλήθηκαν σε χειρουργική επέμβαση.
Κατά την παρακολούθηση, που έφτασε έως και τα 20 χρόνια, 64.747 γυναίκες εμφάνισαν δεύτερο πρωτοπαθή καρκίνο. Ωστόσο, η διαφορά σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό ήταν μικρή.
Στα 20 χρόνια, το 13,6% των γυναικών ανέπτυξε καρκίνο διαφορετικό από καρκίνο του μαστού (κυρίως στη μήτρα, τον πνεύμονα ή το έντερο), δηλαδή 2,1% περισσότερες από το αναμενόμενο. Παράλληλα, το 5,6% εμφάνισε καρκίνο στον άλλο μαστό, 3,1% περισσότερες από το αναμενόμενο.
Όσον αφορά την ηλικία στη διάγνωση, ο επιπλέον κίνδυνος για δεύτερο καρκίνο εκτός μαστού δεν διέφερε ιδιαίτερα ανάμεσα στις ηλικιακές ομάδες. Αντίθετα, ο κίνδυνος καρκίνου στον αντίθετο μαστό ήταν μεγαλύτερος στις νεότερες γυναίκες.
Για παράδειγμα, σε μια γυναίκα που διαγνώστηκε στα 60, ο εκτιμώμενος κίνδυνος εμφάνισης νέου καρκίνου μέχρι τα 80 είναι 17% για καρκίνο εκτός μαστού και 5% για καρκίνο στον άλλο μαστό, έναντι 15% και 3% αντίστοιχα στον γενικό πληθυσμό.
Σε μια γυναίκα που διαγνώστηκε στα 40, οι πιθανότητες μέχρι τα 60 είναι 6% τόσο για καρκίνο εκτός μαστού όσο και για καρκίνο στον άλλο μαστό, έναντι 4% και 2% αντίστοιχα στον γενικό πληθυσμό.
Όταν οι ερευνητές εξέτασαν τις επικουρικές θεραπείες μετά τη χειρουργική επέμβαση, βρήκαν ότι:
- η ακτινοθεραπεία συνδέθηκε με υψηλότερα ποσοστά καρκίνου στον άλλο μαστό και στον πνεύμονα,
- η ορμονοθεραπεία συνδέθηκε με υψηλότερα ποσοσά εμφάνισης καρκίνου στη μήτρα (και μικρότερο κίνδυνο για καρκίνο στον άλλο μαστό),
- η χημειοθεραπεία συνδέθηκε με υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης οξείας λευχαιμίας.
Υπολογίζεται ότι περίπου το 7% των υπερβάλλοντων δεύτερων καρκίνων οφείλεται σε αυτές τις θεραπείες. Ωστόσο, τα οφέλη τους υπερτερούν κατά πολύ αυτού του μικρού κινδύνου στις περιπτώσεις όπου συστήνονται.
Οι συγγραφείς αναγνωρίζουν ότι κάποια ευρήματα μπορεί να έχουν επηρεαστεί από ελλιπή στοιχεία στο μητρώο, ενώ δεν υπήρχαν δεδομένα για οικογενειακό ιστορικό, γενετική προδιάθεση ή συνήθειες όπως το κάπνισμα.
Παρόλα αυτά, πρόκειται για μια εκτενή μελέτη που περιγράφει την εμφάνιση δεύτερων καρκίνων σε σχέση με πολλά χαρακτηριστικά ασθενών, όγκων και θεραπειών, δίνοντας αξιόπιστες πληροφορίες στις γυναίκες με καρκίνο του μαστού και στους γιατρούς που τις παρακολουθούν.
Τα αποτελέσματα έχουν αξία και για την κλινική πράξη και για τη χάραξη πολιτικής, ενώ μπορούν να αξιοποιηθούν στον σχεδιασμό μελλοντικών μελετών για τον κίνδυνο καρκίνου.
Σε σχετικό άρθρο γνώμης, ασθενείς τονίζουν ότι τα ευρήματα είναι καθησυχαστικά και πρέπει να γίνουν ευρέως γνωστά, καθώς μέχρι τώρα ήταν πολύ δύσκολο να βρεθούν λεπτομερείς πληροφορίες για τον κίνδυνο δεύτερων καρκίνων μετά από καρκίνο του μαστού.