Τα συμπληρώματα διατροφής που μπορούν να βοηθήσουν τους καρδιοπαθείς

Τα συμπληρώματα διατροφής που μπορούν να βοηθήσουν τους καρδιοπαθείς
Nicolas Solerieu / Unsplash
Τρίτη, 09/09/2025 - 06:31

Ενθαρρυντικά αποτελέσματα έδωσε μια κλινική δοκιμή με καρδιοπαθείς που λάμβαναν συμπληρώματα διατροφής με κάλιο.

Ενθαρρυντικά ήταν τα αποτελέσματα μιας νέας κλινικής δοκιμής στην οποία οι ερευνητές ρύθμισαν τα επίπεδα καλίου καρδιοπαθών, μέσα από δίαιτα και συμπληρώματα διατροφής.

Η μελέτη, που διεξήχθη σε τρία κέντρα στη Δανία και δημοσιεύτηκε στο περιοδικό New England Journal of Medicine παρακολούθησε για 3,3 χρόνια 1.200 συμμετέχοντες που έφεραν εμφυτεύσιμο καρδιομετατροπέα-απινιδωτή (ICD).

Οι συμμετέχοντες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες: στην πρώτη ομάδα (Α) τα επίπεδα καλίου στον ορό διατηρήθηκαν στα ανώτατα φυσιολογικά όρια και στην δεύτερη ομάδα (Β) δεν έγινε κάποια προσπάθεια ρύθμισης του καλίου.

Ο στόχος για την ομάδα Α ήταν 4,5–5,0 mmol/L καλίου, ενώ η μέση τιμή στην αρχή της μελέτης ήταν 4,01 mmol/L.

Σκοπός ήταν να εντοπιστεί ένα επίπεδο καλίου αρκετά υψηλό ώστε να βοηθά τη λειτουργία της καρδιάς, χωρίς όμως να φτάνει σε επικίνδυνα όρια.

Οι συμμετέχοντες έλαβαν ανταγωνιστές υποδοχέων αλατοκορτικοειδών και/ή συμπληρώματα καλίου, μαζί με διατροφική καθοδήγηση για να φτάσουν στα επιθυμητά επίπεδα μέσα σε 85 ημέρες. Παράλληλα, μείωσαν ή σταμάτησαν τη λήψη διουρητικών που προκαλούν απώλεια καλίου.

Τι έδειξαν τα αποτελέσματα

Όπως διαπιστώθηκε, οι ασθενείς που ανήκαν στην ομάδα Α είχαν καλύτερη πρόγνωση, με λιγότερες ταχυκαρδίες, νοσηλείες, μικρότερο κίνδυνο ανάπτυξης καρδιακής ανεπάρκειας καθώς και χαμηλότερο ρίσκο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία.

Στο τέλος της μελέτης, μόνο το 22,7% των ασθενών που διατήρησαν τα επίπεδα καλίου τους στα ανώτατα φυσιολογικά όρια παρουσίασαν κάποιο από τα παραπάνω συμβάντα, έναντι του 29,2% των ατόμων που ανήκαν στην ομάδα που δεν έγινε κάποια προσπάθεια ρύθμισης.

Πιο συγκεκριμένα, το 15,3% της ομάδας Α εμφάνισε επεισόδιο κοιλιακής ταχυκαρδίας ή χρειάστηκε θεραπεία με ICD, έναντι 20,3% της ομάδας Β. Όσον αφορά τις νοσηλείες, το 10,7% των ασθενών χωρίς θεραπεία χρειάστηκε εισαγωγή λόγω αρρυθμίας, έναντι 6,7% της ομάδας Α.

Δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές διαφορές στα περιστατικά υπερκαλιαιμίας (υπερβολικά υψηλά επίπεδα καλίου) ή υποκαλιαιμίας (πολύ χαμηλά επίπεδα).

Πώς επιδρά το κάλιο στην καρδιά

«Τα φυσιολογικά επίπεδα καλίου είναι κρίσιμα για τη διατήρηση της ηλεκτρικής σταθερότητας της καρδιάς», εξήγησε ο Roy Ziegelstein, MD, από το DynaMed στο EBSCO Clinical Decisions, που δεν συμμετείχε στη μελέτη, σημειώνοντας ότι «τα χαμηλά όσο και τα υψηλά επίπεδα καλίου μπορεί να προκαλέσουν ασταθείς καρδιακούς ρυθμούς».

Η Jayne Morgan, MD, καρδιολόγος και αντιπρόεδρος ιατρικών υποθέσεων στο Hello Heart, σημείωσε: «Αυτό συμβαίνει επειδή τα δυναμικά δράσης της καρδιάς εξαρτώνται από τη διαφορά συγκέντρωσης καλίου μεταξύ του εσωτερικού και του εξωτερικού των μυοκαρδιακών κυττάρων, η οποία καθορίζει την επαναπόλωση».

Επειδή όλοι οι συμμετέχοντες είχαν εμφυτεύσιμο απινιδωτή, ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητοι στις ηλεκτρικές επιδράσεις του καλίου, πρόσθεσε ο Ziegelstein, «καθώς το ηλεκτρικό τους σύστημα είναι ήδη πιο ευάλωτο».

Ποια τιμή του καλίου είναι ιδανική

Οι ερευνητές ήθελαν να εντοπίσουν το «ιδανικό σημείο» για τα επίπεδα καλίου, όπως είπε η Theresa McDonagh, MD, από το King’s College London, κατά την παρουσίαση των αποτελεσμάτων στο Ευρωπαϊκό Καρδιολογικό Συνέδριο.

Η εύρεση αυτού του σημείου όμως είναι δύσκολη.

«Τα χαμηλά επίπεδα καλίου μπορεί επίσης να προκαλέσουν αρρυθμίες, όπως και τα υψηλά», εξήγησε η Morgan. «Αυτό περιλαμβάνει υπερκοιλιακή ταχυκαρδία, την αρρυθμία torsades de pointes (πολυμορφική κοιλιακή ταχυκαρδία που σχετίζεται με μακρό QT) και ακόμη και καρδιακή ανακοπή σε σοβαρές περιπτώσεις. Επίπεδα κάτω από 2,5 mmol/L ενέχουν σοβαρό κίνδυνο, ενώ μεταξύ 2,5–2,9 mmol/L μεσαίο κίνδυνο».

Τα υπερβολικά υψηλά επίπεδα καλίου μπορεί να είναι ακόμη πιο επικίνδυνα.

«Ο πιο σοβαρός κίνδυνος είναι ακριβώς αυτός που προσπαθούμε να αποφύγουμε αυξάνοντας το κάλιο: οι αρρυθμίες», προειδοποίησε η Morgan, «όπως η κοιλιακή μαρμαρυγή και η ασυστολία (παύση της καρδιακής λειτουργίας)».

Πρόσθεσε ακόμη: «Εκτός από τις αλλαγές στο ηλεκτροκαρδιογράφημα, μπορεί να επηρεαστεί η νευρική ή/και η μυϊκή λειτουργία, ακόμη και η λειτουργία του διαφράγματος. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όταν προτείνουμε συμπληρώματα καλίου ή όταν χορηγούμε άλλα φάρμακα που αυξάνουν τα επίπεδα καλίου στον ορό».

Τι σημαίνουν τα νέα ευρήματα για τους ασθενείς

Η Morgan χαρακτήρισε τα αποτελέσματα «ενδιαφέροντα» και τόνισε ότι ευθυγραμμίζονται με προηγούμενες μελέτες.

Ωστόσο, υπογράμμισε ότι «το όφελος στη θνησιμότητα εμφανίζεται μόνο μετά το τέταρτο έτος και ότι στην ενεργή ομάδα υπήρχε 22% μεγαλύτερο ποσοστό ασθενών που είχαν περάσει περισσότερο χρόνο από τη θεραπεία με ICD, κάτι που μπορεί να σημαίνει ότι είχαν αναρρώσει καλύτερα από προηγούμενα επεισόδια σε σχέση με την ομάδα ελέγχου».

Σχολίασε επίσης ότι «οι συγκρίσεις με τη διατροφή των προγόνων μας, που ήταν πλούσια σε κάλιο και φτωχή σε νάτριο, δεν είναι απόλυτα χρήσιμες, καθώς τότε το προσδόκιμο ζωής σπάνια ξεπερνούσε τα 45 χρόνια».

Παρατήρησε ακόμη ότι «υπήρξαν περισσότερες νοσηλείες λόγω διαταραχών ηλεκτρολυτών (κυρίως υπερκαλιαιμίας), κάτι που δείχνει τη σημασία στενής παρακολούθησης. Το θεραπευτικό περιθώριο είναι στενό, και έτσι η ίδια η θεραπεία μπορεί να γίνει επικίνδυνη αν ξεφύγει από το όριο».

Αντίστοιχα, ο Ziegelstein τόνισε ότι «οι συμμετέχοντες στη μελέτη έκαναν εξετάσεις αίματος κάθε δύο εβδομάδες για να διασφαλιστεί ότι τα επίπεδα καλίου έμεναν στο επιθυμητό εύρος. Αυτό όμως είναι πολύ δύσκολο να εφαρμοστεί στην καθημερινή κλινική πράξη».

Σε κάθε περίπτωση, μην επιχειρήσετε να αυξήσετε μόνοι σας τα επίπεδα καλίου χωρίς ιατρική καθοδήγηση, καθώς οι κίνδυνοι μπορεί να είναι σοβαροί.

Τελευταία τροποποίηση στις 09/09/2025 - 04:26