Η Επιτροπή Ανταγωνισμού δημοσίευσε πρόσφατα την τελική της έκθεση που αφορά την ιδιωτική ασφάλιση υγείας και τις σχετικές υπηρεσίες, σκιαγραφώντας μία αγορά σε μετάβαση.
Με επίκεντρο την αυξανόμενη καθετοποίηση, τη συγκέντρωση ισχύος και την ανάγκη θεσμικών παρεμβάσεων, η έκθεση ρίχνει φως στις σύγχρονες προκλήσεις της ασφαλιστικής αγοράς υγείας στην Ελλάδα.
Στοιχεία της έκθεσης:
- Ασφάλιση με περιορισμένη διείσδυση: Η ιδιωτική ασφάλιση υγείας καλύπτει μόλις το 4,3% των συνολικών δαπανών, παρά την αύξηση των αναγκών των πολιτών και την επιβάρυνση των νοικοκυριών με ποσοστά άνω του 30%.
- Καθετοποίηση και συγκέντρωση: Η ασφαλιστική αγορά υγείας χαρακτηρίζεται από έντονη κινητικότητα με εξαγορές, συγχωνεύσεις και καθετοποίηση μεταξύ ασφαλιστικών εταιρειών και παρόχων υγείας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι εξαγορές νοσοκομειακών μονάδων από ασφαλιστικές ή συνδεδεμένα επενδυτικά σχήματα.
- Διαχειριστικές εταιρείες χωρίς ρυθμιστικό πλαίσιο: Οι TPAs που διαχειρίζονται ασφαλιστήρια συμβόλαια και ιατρικά δίκτυα λειτουργούν με ανεπαρκή εποπτεία, επηρεάζοντας καθοριστικά τη λειτουργία του ασφαλιστικού κλάδου υγείας.
- Αδιαφάνεια κόστους και όρων κάλυψης: Η απουσία τυποποιημένων τιμών και διαφανούς πληροφόρησης καθιστά δύσκολη τη σύγκριση ασφαλιστικών προϊόντων και υπηρεσιών υγείας, μειώνοντας την εμπιστοσύνη των ασφαλισμένων.
- Βραχυπρόθεσμα συμβόλαια χωρίς σταθερότητα: Η πλειοψηφία των προϊόντων ιδιωτικής ασφάλισης υγείας είναι ετήσιας διάρκειας, χωρίς εγγυημένη συνέχιση ή σταθερή κοστολόγηση στο μέλλον, δημιουργώντας αβεβαιότητα στους πολίτες.
Οξύνονται οι ανισότητες
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού εισηγείται μια σειρά παρεμβάσεων για τη διασφάλιση ισότιμου ανταγωνισμού και πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας: τυποποίηση και δημοσιοποίηση τιμών, αυστηρότερη εποπτεία των διαχειριστικών εταιρειών, ψηφιακή διαφάνεια στα συμβόλαια ασφάλισης και δυνατότητα σύγκρισης υπηρεσιών από τους καταναλωτές. Όλα αυτά, σε θεωρητικό επίπεδο, αποτελούν θετικά βήματα. Όμως η πραγματικότητα επιβάλλει μια διαφορετική ανάγνωση.
Η ίδια η έκθεση αποκαλύπτει το βάθεμα των ανισοτήτων: μερίδιο των νοικοκυριών στις δαπάνες υγείας διαρκώς υψηλό, δημόσιες δομές υποχρηματοδοτούμενες, και την ιδιωτική πρωτοβουλία να θωρακίζεται με κάθε είδους στρατηγική συνεργασία, εξαγορά ή αδειοδοτικό πλεονέκτημα. Η καθετοποίηση του κλάδου, δηλαδή η ενοποίηση ασφαλιστικών, παρόχων και διαχειριστών κάτω από τα ίδια επιχειρηματικά σχήματα, όχι μόνο μειώνει τον ανταγωνισμό, αλλά ελέγχει και τη ροή των ασθενών. Ποιος πληρώνει το κόστος; Ο πολίτης.
Σε μια αγορά που λειτουργεί ήδη με ασύμμετρη πληροφόρηση και διαπραγματευτική ανισορροπία, χωρίς ξεκάθαρους κανόνες και μηχανισμούς προστασίας του ασθενούς/ασφαλισμένου, η «επιχειρηματική ευελιξία» μεταφράζεται συχνά σε αποκλεισμούς. Οι φτωχότεροι ωθούνται στα ράντζα, οι μεσαίοι στα φθηνότερα συμβόλαια αβέβαιης κάλυψης και οι εύποροι σε πακέτα εξατομικευμένης πολυτελείας.
Η δημόσια υγεία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την ιδιωτική μόνο με οικονομικά εργαλεία. Χρειάζεται πολιτική βούληση για ρύθμιση της αγοράς, ενίσχυση των δημόσιων υποδομών και επαναπροσδιορισμό της υγείας ως κοινωνικού δικαιώματος και όχι εμπορεύματος. Αλλιώς, η επόμενη έκθεση δεν θα καταγράφει στρεβλώσεις -αλλά αποκλεισμούς. Και πίσω από τους αριθμούς, θα βρίσκονται ανθρώπινες ζωές.