Η περίοδος κατά την οποία δεν έχετε σεξουαλική δραστηριότητα μπορεί να προκύψει για διάφορους λόγους: εργασία, οικογενειακές υποχρεώσεις ή προσωπική επιλογή για διάλειμμα. Παρόλο που δεν υπάρχει «σωστή» συχνότητα για όλους, η διακοπή του σεξ για παρατεταμένο χρονικό διάστημα μπορεί να επηρεάσει το σώμα σας, την ψυχολογία και τη σχέση με τον σύντροφό σας. Η κατανόηση αυτών των επιπτώσεων μπορεί να σας βοηθήσει να λάβετε πιο συνειδητές αποφάσεις για την υγεία σας.
Άγχος, στρες και ψυχολογία
Το σεξ ενεργοποιεί την απελευθέρωση ορμονών, όπως η ωκυτοκίνη και οι ενδορφίνες, που μειώνουν το στρες και προάγουν την ηρεμία. Η ωκυτοκίνη βελτιώνει επίσης τον ύπνο, ενώ η αδράνεια μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αίσθηση αποξένωσης από τον σύντροφο και μειωμένη συναισθηματική υποστήριξη. Η έλλειψη σεξουαλικής επαφής μπορεί να αυξήσει την ένταση και την ευαισθησία απέναντι σε καθημερινά στρεσογόνα γεγονότα.
Επίσης το τακτικό σεξ ενισχύει τη συναισθηματική σύνδεση με τον σύντροφο και ανοίγει τον δρόμο για καλύτερη επικοινωνία. Τα ζευγάρια που διατηρούν σεξουαλική επαφή περίπου μία φορά την εβδομάδα δηλώνουν υψηλότερα επίπεδα ικανοποίησης και ευτυχίας στη σχέση τους, ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο ή διάρκεια σχέσης.
Ανοσοποιητικό σύστημα και σωματική υγεία
Η σεξουαλική δραστηριότητα μπορεί να ενισχύσει το ανοσοποιητικό σύστημα, αυξάνοντας τα επίπεδα αντισωμάτων όπως η ανοσοσφαιρίνη Α, που βοηθούν στην πρόληψη κρυολογημάτων και λοιμώξεων. Η διακοπή της μπορεί να οδηγήσει σε αυξημένη ευαισθησία σε ασθένειες, σύμφωνα με το WebMD.
Στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση, η έλλειψη τακτικού σεξ μπορεί να προκαλέσει συρρίκνωση και ξηρότητα των κολπικών τοιχωμάτων, αυξάνοντας τον κίνδυνο τραυματισμών και δυσφορίας. Η χρήση λιπαντικών, ενυδατικών κρεμών ή χαμηλών δόσεων οιστρογόνων μπορεί να βελτιώσει την κατάσταση και να διευκολύνει τη σεξουαλική δραστηριότητα.
Ορισμένες μελέτες υποδεικνύουν ότι η συχνή εκσπερμάτιση μπορεί να μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου του προστάτη, ενώ η απουσία σεξουαλικής δραστηριότητας δεν προσφέρει αυτά τα πιθανά οφέλη. Παρόλα αυτά, τα στοιχεία παραμένουν ανάμεικτα και η συνολική υγεία παίζει καθοριστικό ρόλο.








