Επιστήμονες ανακάλυψαν αντιβιοτικό 100 φορές πιο ισχυρό απέναντι σε θανατηφόρα μικρόβια

Επιστήμονες ανακάλυψαν αντιβιοτικό 100 φορές πιο ισχυρό απέναντι σε θανατηφόρα μικρόβια
freestocks / Unsplash
Τετάρτη, 29/10/2025 - 18:34

Χημικοί ανακάλυψαν ένα νέο αντιβιοτικό που είναι 100 φορές πιο αποτελεσματικό από τα ήδη υπάρχοντα.

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Warwick και το Πανεπιστήμιο Monash εντόπισαν ένα πολλά υποσχόμενο νέο αντιβιοτικό, ικανό να αντιμετωπίσει βακτηριακές λοιμώξεις που έχουν αναπτύξει αντοχή στα φάρμακα.

Σημειώνουμε ότι μικροβιακή αντοχή θεωρείται σήμερα μία από τις μεγαλύτερες απειλές για τη δημόσια υγεία. Μάλιστα, πρόσφατα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) προειδοποίησε πως «υπάρχουν πολύ λίγα αντιβιοτικά σε ανάπτυξη».

Ένας βασικός λόγος που οι επιστήμονες δεν αναπτύσσουν νέα αντιβιοτικά είναι το μεγάλο κόστος που απαιτείται για τη δημιουργία τους, καθώς και το περιορισμένο οικονομικό όφελος που αποδίδει για τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Το νέο αντιβιοτικό που «κρυβόταν σε κοινή θέα»

Σε πρόσφατη δημοσίευση στην Journal of the American Chemical Society, ερευνητές της πρωτοβουλίας Monash Warwick Alliance Combatting Emerging Superbug Threats ανέφεραν την ανακάλυψη μιας ισχυρής νέας ένωσης που ονομάζεται προ-μεθυλενιομυκίνη C λακτόνη. Η ουσία αυτή «κρυβόταν σε κοινή θέα», καθώς αποτελούσε ενδιάμεσο στάδιο στη φυσική διαδικασία παραγωγής της γνωστής μεθυλενιομυκίνης Α.

Ο καθηγητής Greg Challis από το Πανεπιστήμιο του Warwick και το Ινστιτούτο Ανακάλυψης Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου Monash εξήγησε ότι η μεθυλενιομυκίνη Α είχε ανακαλυφθεί πριν από 50 χρόνια και, αν και έχει συντεθεί αρκετές φορές, κανείς δεν φαίνεται να είχε εξετάσει τα ενδιάμεσα στάδια της σύνθεσης για αντιμικροβιακή δράση. «Διαγράφοντας συγκεκριμένα γονίδια, εντοπίσαμε δύο άγνωστα μέχρι σήμερα ενδιάμεσα, και τα δύο πολύ πιο ισχυρά αντιβιοτικά από τη μεθυλενιομυκίνη Α», ανέφερε.

100 φορές πιο αποτελεσματική δράση

Κατά τις δοκιμές, ένα από αυτά τα ενδιάμεσα (η προ-μεθυλενιομυκίνη C λακτόνη) αποδείχθηκε πάνω από 100 φορές πιο δραστική απέναντι σε μια σειρά Gram-θετικών βακτηρίων, σε σχέση με τη μεθυλενιομυκίνη Α. Ήταν ιδιαίτερα αποτελεσματική απέναντι στα Staphylococcus aureus και Enterococcus faecium, τα βακτήρια που προκαλούν τις λοιμώξεις MRSA και VRE.

Η Δρ. Lona Alkhalaf από το Πανεπιστήμιο του Warwick εξήγησε ότι το βακτήριο που παράγει αυτές τις ουσίες, το Streptomyces coelicolor, είναι ένα από τα πιο μελετημένα είδη παραγωγής αντιβιοτικών ήδη από τη δεκαετία του 1950. «Το να βρούμε ένα νέο αντιβιοτικό σε έναν τόσο γνωστό οργανισμό ήταν πραγματική έκπληξη», σημείωσε.

Η ίδια πρόσθεσε ότι φαίνεται πως το S. coelicolor είχε αρχικά εξελιχθεί ώστε να παράγει ένα ισχυρό αντιβιοτικό (την προ-μεθυλενιομυκίνη C λακτόνη), αλλά με την πάροδο του χρόνου στράφηκε στην παραγωγή μιας ασθενέστερης εκδοχής, της μεθυλενιομυκίνης Α, που πιθανόν εξυπηρετεί διαφορετικό βιολογικό σκοπό.

Επιπλέον, η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι τα βακτήρια Enterococcus δεν ανέπτυξαν αντοχή στην προ-μεθυλενιομυκίνη C λακτόνη, ακόμη και υπό συνθήκες που συνήθως προκαλούν αντοχή στη βανκομυκίνη. Δεδομένου ότι η βανκομυκίνη θεωρείται θεραπεία «τελευταίας επιλογής» για τέτοιες λοιμώξεις, το εύρημα αυτό είναι ιδιαίτερα ελπιδοφόρο για την αντιμετώπιση του VRE, το οποίο ο ΠΟΥ έχει κατατάξει στα παθογόνα υψηλής προτεραιότητας.

Νέα κατεύθυνση για την ανακάλυψη αντιβιοτικών

Ο καθηγητής Challis ανέφερε ότι η ανακάλυψη αυτή μπορεί να αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αναζητούνται νέα αντιβιοτικά. «Αν εξετάσουμε τα ενδιάμεσα στάδια στη βιοσύνθεση φυσικών ενώσεων, μπορούμε να εντοπίσουμε νέες, ισχυρές ουσίες που είναι πιο ανθεκτικές στην ανάπτυξη αντοχής. Αυτό θα μας βοηθήσει σημαντικά στη μάχη κατά της μικροβιακής αντοχής», εξήγησε.

Το επόμενο βήμα για την ανάπτυξη του νέου αντιβιοτικού είναι οι προκλινικές δοκιμές. Σε σχετική δημοσίευση νωρίτερα φέτος, στην Journal of Organic Chemistry, ομάδα του Πανεπιστημίου Monash σε συνεργασία με το Warwick παρουσίασε μια μέθοδο που επιτρέπει τη μαζική σύνθεση της προ-μεθυλενιομυκίνης C λακτόνης, ανοίγοντας τον δρόμο για περαιτέρω έρευνα.