Καθώς η κλιματική αλλαγή προκαλεί αύξηση της θερμοκρασίας σε όλο τον κόσμο, μια νέα μελέτη προειδοποιεί ότι οι καύσωνες μπορούν να επιταχύνουν τη διαδικασία της γήρανσης στους ανθρώπους – και ακόμα περισσότερο στους ηλικιωμένους.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε πριν από μερικές ημέρς στο περιοδικό Science Advances, αποκαλύπτει ότι οι ηλικιωμένοι που εκτέθηκαν σε παρατεταμένες περιόδους ακραίας ζέστης παρουσίασαν ενδείξεις αυξημένης βιολογικής γήρανσης.
Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας εξέτασαν δεδομένα από περισσότερα από 3.600 άτομα ηλικίας 56 ετών και άνω σε όλη την Αμερική, συγκρίνοντας τους βιολογικούς τους δείκτες με τα δεδομένα θερμοκρασίας στις τοπικές τους περιοχές.
Τι έδειξαν τα αποτελέσματα; Αυτοί που ζούσαν σε περιοχές όπου η θερμοκρασία ξεπερνούσε συχνά τους 32 βαθμούς Κελσίου, είχαν μεγαλύτερη βιολογική ηλικία μέχρι και πάνω από έναν χρόνο.
Τι είναι η βιολογική γήρανση και γιατί έχει σημασία;
Η βιολογική ηλικία, σε αντίθεση με την χρονολογική, δεν μετρά τα χρόνια που έχουν περάσει από τη γέννηση, αλλά τη φθορά του σώματος σε κυτταρικό και μοριακό επίπεδο. Μια υψηλότερη βιολογική ηλικία από την χρονολογική συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο ασθενειών και πρόωρου θανάτου.
Για τη μελέτη, οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα αίματος που συλλέχθηκαν για έξι χρόνια, από το 2010 έως το 2016, περιλαμβάνοντας συμμετέχοντες από ζεστές περιοχές, όπως η Αριζόνα.
Οι επιστήμονες μέτρησαν την ηλικία τους χρησιμοποιώντας επγενετικά ρολόγια, εργαλεία που παρακολουθούν τις αλλαγές στο DNA με την πάροδο του χρόνου, και συνέκριναν τα αποτελέσματα με δεδομένα από τοπικούς δείκτες θερμότητας, οι οποίοι λαμβάνουν υπόψη τόσο τη θερμοκρασία όσο και την υγρασία.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι άνθρωποι που ζούσαν σε θερμότερες περιοχές είχαν πιο γρήγορα επγενετικά ρολόγια, ακόμη και αφού λήφθηκαν υπόψη παράγοντες όπως η άσκηση, το κάπνισμα και η κατανάλωση αλκοόλ.
Οι κίνδυνοι από τη ζέστη και την υγρασία
Η ακραία ζέστη είναι επικίνδυνη από μόνη της, όμως η υγρασία την κάνει ακόμα πιο βλαβερή.
«Ο συνδυασμός ζέστης και υγρασίας είναι αυτό που κάνει τη διαφορά, ειδικά για τους ηλικιωμένους, γιατί δεν ιδρώνουν με τον ίδιο τρόπο. Χάνουμε την ικανότητά μας να επιτύχουμε το αποτέλεσμα ψύξης του δέρματος που προκαλείται από την εξάτμιση του ιδρώτα», εξηγεί η Τζένιφερ Άιλσχαϊρ, καθηγήτρια γηριατρικής στο USC και μία από τους κύριους συγγραφείς της μελέτης.
Σε υγρές συνθήκες, ο ιδρώτας εξατμίζεται πιο αργά, μειώνοντας την ικανότητα του σώματος να ψύχεται. «Πρέπει να λάβουμε υπόψη και τη θερμοκρασία και την υγρασία για να κατανοήσουμε πραγματικά τον κίνδυνο», προσθέτει η ίδια.
Κλιματική αλλαγή, αστική ζέστη και ευάλωτοι πληθυσμοί
Με την αύξηση των θερμοκρασιών παγκοσμίως, τα ευρήματα υπογραμμίζουν την ανάγκη για προστασία των ευάλωτων πληθυσμών, ιδιαίτερα των ηλικιωμένων, από τους κινδύνους που σχετίζονται με τη ζέστη.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Μετεωρολογίας (WMO), το 2024 ήταν η θερμότερη χρονιά που έχει καταγραφεί, με θερμοκρασίες περίπου 1,6°C πάνω από το προ-βιομηχανικό επίπεδο. Οι καύσωνες είναι πλέον συχνότεροι και εντονότεροι.
Προηγούμενες έρευνες έχουν συνδέσει την ακραία ζέστη με καρδιοαγγειακό άγχος, προβλήματα στα νεφρά και ακόμη και γνωστική εξασθένηση. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) εκτιμά ότι η ζέστη σκοτώνει πάνω από 175.000 Ευρωπαίους κάθε χρόνο, και χωρίς παρέμβαση, η κλιματική αλλαγή μπορεί να οδηγήσει σε 2,3 εκατομμύρια επιπλέον θανάτους στην Ευρώπη μέχρι το 2099.
Όπως δείχνει η τελευταία μελέτη, οι κίνδυνοι για τους ηλικιωμένους μπορεί να είναι ακόμα μεγαλύτεροι από ό,τι είχε εκτιμηθεί στο παρελθόν.
«Εάν η θερμοκρασία ανεβαίνει παντού και ο πληθυσμός γερνάει, και αυτοί οι άνθρωποι είναι πιο ευάλωτοι, τότε πρέπει να γίνουμε πιο έξυπνοι στις στρατηγικές μας για την αντιμετώπιση αυτών των κινδύνων», λέει η Άιλσχαϊρ.
Οι ερευνητές τόνισαν ότι οι πόλεις μπορούν να μειώσουν την επίδραση της ακραίας ζέστης επενδύοντας σε περισσότερους αστικούς πράσινους χώρους, φυτεύοντας περισσότερα δέντρα και σχεδιάζοντας τις δημόσιες υποδομές με γνώμονα την ανθεκτικότητα στη ζέστη.
Χωρίς τέτοιες πρωτοβουλίες, η αύξηση της θερμοκρασίας μπορεί να αποτελέσει ακόμη μεγαλύτερη απειλή για τους ολοένα και πιο γερασμένους πληθυσμούς του πλανήτη.