Πώς η ακοή συνδέεται με την ευφυΐα

Πώς η ακοή συνδέεται με την ευφυΐα
Mark Paton / Unsplash
Τετάρτη, 29/10/2025 - 19:49

Η ευφυΐα σας μπορεί να επηρεάζει το πόσο καλά ακούτε σε θορυβώδη περιβάλλοντα.

Η δυσκολία στο να κατανοεί κανείς την ομιλία μέσα σε φασαρία φαίνεται πως σχετίζεται περισσότερο με τον εγκέφαλο και λιγότερο με τα αυτιά, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο PLOS One. Ειδικότερα, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η γνωστική ικανότητα επηρέαζε καθοριστικά το πόσο καλά οι συμμετέχοντες κατανοούσαν την ομιλία σε θορυβώδεις συνθήκες. Όλοι είχαν φυσιολογική ακοή, ωστόσο η επίδοσή τους διέφερε ανάλογα με το επίπεδο νοημοσύνης τους.

«Η σχέση ανάμεσα στη γνωστική ικανότητα και την κατανόηση ομιλίας ξεπερνούσε τα όρια των διαγνωστικών κατηγοριών. Το εύρημα αυτό ήταν σταθερό και στις τρεις ομάδες», ανέφερε η επικεφαλής της μελέτης, Bonnie Lau, ερευνήτρια και επίκουρη καθηγήτρια ωτορινολαρυγγολογίας στο Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, η οποία διευθύνει ερευνητικό εργαστήριο για την ανάπτυξη του ακουστικού εγκεφάλου.

Ο ρόλος της νοημοσύνης

Η Lau τόνισε ότι τα ευρήματα δείχνουν πως η νοημοσύνη είναι ένας από τους παράγοντες που επηρεάζουν το πόσο αποτελεσματικά ακούμε σε σύνθετα ακουστικά περιβάλλοντα, όπως σε μια πολυσύχναστη τάξη ή σε μια κοινωνική συγκέντρωση.

Για τη μελέτη, οι ερευνητές στρατολόγησαν άτομα με αυτισμό και σύνδρομο εμβρυϊκού αλκοολισμού, δύο ομάδες που είναι γνωστό ότι αντιμετωπίζουν δυσκολίες στο να ακούν καθαρά μέσα σε θόρυβο, παρότι η ακοή τους είναι φυσιολογική. Η συμμετοχή αυτών των ατόμων έδωσε επίσης ένα ευρύτερο φάσμα τιμών IQ, καθώς κάποιοι είχαν υψηλότερες επιδόσεις από τον μέσο όρο.

Συνολικά συμμετείχαν 12 άτομα με αυτισμό, 10 με σύνδρομο εμβρυϊκού αλκοολισμού και 27 νευροτυπικά άτομα (άτομα με φυσιολογική νευρολογική ανάπτυξη), τα οποία είχαν αντιστοιχιστεί ανά ηλικία και βιολογικό φύλο.

Κάθε συμμετέχων υποβλήθηκε πρώτα σε ακοολογικό έλεγχο για να επιβεβαιωθεί η φυσιολογική ακοή και στη συνέχεια συμμετείχε σε μια ακουστική δοκιμασία μέσω υπολογιστή.

Η πρόκληση των «πολλαπλών ομιλητών»

Στη δοκιμασία αυτή, οι συμμετέχοντες άκουγαν τη φωνή ενός κύριου ομιλητή, ενώ ταυτόχρονα δύο άλλες φωνές μιλούσαν στο παρασκήνιο. Ο στόχος ήταν να επικεντρωθούν στον κύριο ομιλητή, αγνοώντας τις υπόλοιπες. Κάθε φωνή έδινε μια σύντομη εντολή με έναν χαρακτηρισμό, ένα χρώμα και έναν αριθμό.

Οι συμμετέχοντες έπρεπε να επιλέξουν το κουτί με το σωστό χρώμα και αριθμό που αντιστοιχούσε στην εντολή του κύριου ομιλητή, ενώ οι φωνές στο υπόβαθρο γίνονταν σταδιακά πιο δυνατές.

Αφού ολοκλήρωσαν το τεστ, υποβλήθηκαν σε τυποποιημένες δοκιμασίες νοημοσύνης που αξιολογούσαν τη λεκτική και μη λεκτική ικανότητα καθώς και την αντιληπτική συλλογιστική. Οι ερευνητές συνέκριναν αυτά τα αποτελέσματα με τις επιδόσεις στη δοκιμασία ακρόασης με πολλαπλούς ομιλητές.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ξεκάθαρη σύνδεση ανάμεσα στη νοημοσύνη και την ικανότητα ακρόασης.

«Διαπιστώσαμε μια ιδιαίτερα ισχυρή σχέση μεταξύ της μετρημένης νοητικής ικανότητας και της κατανόησης ομιλίας σε περιβάλλον με πολλαπλούς ομιλητές», ανέφεραν οι ερευνητές. «Η νοητική ικανότητα συσχετίστηκε σημαντικά με τα όρια αντίληψης ομιλίας και στις τρεις ομάδες».

Η Lau εξήγησε ότι η αποτελεσματική ακρόαση σε θορυβώδη περιβάλλοντα απαιτεί σημαντική επεξεργασία από τον εγκέφαλο.

Απώλεια ακοής ή γνωστική επεξεργασία;

«Πρέπει να διαχωρίσουμε τα ρεύματα της ομιλίας, να εντοπίσουμε και να εστιάσουμε στο άτομο που μας ενδιαφέρει, καταστέλλοντας ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος θορύβου. Έπειτα, πρέπει να επεξεργαστούμε γλωσσικά αυτά που ακούμε, να αναγνωρίσουμε φωνήματα, συλλαβές και λέξεις. Υπάρχουν επίσης σημασιολογικές και κοινωνικές δεξιότητες: χαμογελάμε, νεύουμε. Όλα αυτά αυξάνουν το γνωστικό φορτίο της επικοινωνίας όταν υπάρχει θόρυβος», ανέφερε.

Η μελέτη καταρρίπτει μια συχνή παρανόηση, πρόσθεσε, ότι όποιος δυσκολεύεται να ακούσει πάσχει απαραίτητα από απώλεια ακοής.

«Δεν χρειάζεται να έχετε απώλεια ακοής για να δυσκολεύεστε να παρακολουθήσετε μια συζήτηση σε ένα εστιατόριο ή σε οποιοδήποτε απαιτητικό περιβάλλον», είπε η Lau.

Οι ερευνητές τόνισαν ότι άτομα με διαφορετική νευρολογική λειτουργία (π.χ. αυτισμός) ή με χαμηλότερες γνωστικές ικανότητες μπορεί να ωφεληθούν αν αξιολογήσουν και τροποποιήσουν το περιβάλλον στο οποίο ακούν. Στις σχολικές αίθουσες, για παράδειγμα, απλές παρεμβάσεις όπως η τοποθέτηση του μαθητή πιο κοντά στον δάσκαλο ή η χρήση βοηθητικών ακουστικών συσκευών μπορούν να κάνουν την επικοινωνία πιο εύκολη.