Οι κακές συνήθειες όπως το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και η έλλειψη σωματικής άσκησης πρέπει να αντιμετωπίζονται όσο πιο νωρίς γίνεται, για να αυξηθούν οι πιθανότητες ώστε να ζήσετε περισσότερο και καλύτερα. Αυτό είναι το βασικό μήνυμα μιας νέας μελέτης που δημοσιεύτηκε στο Annals of Medicine (Elevate) και δείχνει ότι το κάπνισμα και άλλες επιβλαβείς συνήθειες σχετίζονται με πτώση της υγείας ήδη από αρκετά νεαρή ηλικία.
Οι επιπτώσεις είναι ακόμη σοβαρότερες όταν οι συνήθειες αυτές διατηρούνται για μεγάλο χρονικό διάστημα, σύμφωνα με τους ειδικούς που μελέτησαν την ψυχική και σωματική υγεία εκατοντάδων ανθρώπων για περισσότερα από 30 χρόνια.
Οι περισσότερες προηγούμενες έρευνες ξεκινούσαν από τη μέση ηλικία και διαρκούσαν περίπου δύο δεκαετίες. Ήδη γνωρίζαμε ότι το κάπνισμα και άλλες συμπεριφορές που σχετίζονται με την υγεία υιοθετούνται πριν τα 30. Αυτή τη φορά, όμως, ερευνητές από τη Φινλανδία θέλησαν να παρακολουθήσουν άτομα από νεότερη ηλικία και να διερευνήσουν παράλληλα την επίδραση των ανθυγιεινών συνηθειών στην ψυχική υγεία.
Από ποια ηλικία και μετά οι κακές συνήθειες επηρεάζουν σημαντικά την υγεία
Η μελέτη βασίστηκε σε ένα μακροχρόνιο ερευνητικό πρόγραμμα, στο οποίο συμμετείχαν εκατοντάδες παιδιά που γεννήθηκαν το 1959 στην πόλη Jyväskylä της Φινλανδίας και παρακολουθούνταν από την παιδική ηλικία έως τα πρώτα στάδια της τρίτης ηλικίας. Οι ερευνητές αξιολόγησαν την ψυχική και σωματική τους υγεία με βάση στοιχεία από ερωτηματολόγια και ιατρικές εξετάσεις στις ηλικίες των 27 (326 συμμετέχοντες), 36, 42, 50 και 61 ετών (206 συμμετέχοντες).
Η ψυχική υγεία εξετάστηκε μέσω ερωτήσεων για συμπτώματα κατάθλιψης και ψυχολογική ευεξία, ενώ η σωματική υγεία αξιολογήθηκε με έναν δείκτη μεταβολικού κινδύνου, που βασίστηκε στην αρτηριακή πίεση, την περίμετρο μέσης και τα επίπεδα σακχάρου, χοληστερίνης και άλλων λιπιδίων στο αίμα.
Οι συμμετέχοντες αξιολόγησαν και μόνοι τους την υγεία τους, απαντώντας πώς ένιωθαν την προηγούμενη χρονιά.
Σε κάθε φάση της μελέτης εξετάστηκαν τρεις βασικοί παράγοντες κινδύνου: το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ (τουλάχιστον 7.000 γρ./875 μονάδες αλκοόλ τον χρόνο για τις γυναίκες και 10.000 γρ./1.250 μονάδες για τους άνδρες) και η σωματική αδράνεια (λιγότερη από μία φορά άσκηση την εβδομάδα).
Η ανάλυση έδειξε ότι όσοι παρουσίαζαν και τις τρεις ανθυγιεινές συνήθειες – κάπνισμα, υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και καθιστική ζωή – είχαν χειρότερη ψυχική και σωματική υγεία σε σχέση με όσους δεν είχαν καμία από αυτές.
Πιο συγκεκριμένα, τα συμπτώματα κατάθλιψης αυξάνονταν κατά 0,1 μονάδα, ο μεταβολικός δείκτης κινδύνου κατά 0,53 μονάδες, η ψυχολογική ευεξία μειωνόταν κατά 0,1 μονάδα και η υποκειμενική εκτίμηση της υγείας κατά 0,45 μονάδες. Τα συμπτώματα κατάθλιψης και η ευεξία αξιολογούνταν σε κλίμακα 1-4, η αυτοαξιολόγηση της υγείας σε κλίμακα 1-5 και ο μεταβολικός δείκτης από 0 έως 5.
Όταν οι τρεις αυτές συμπεριφορές διατηρούνταν μακροπρόθεσμα, οι επιπτώσεις ήταν ακόμη μεγαλύτερες: τα συμπτώματα κατάθλιψης αυξάνονταν κατά 0,38 μονάδες, ο μεταβολικός δείκτης κατά 1,49 μονάδες, η ευεξία έπεφτε κατά 0,14 μονάδες και η αυτοαξιολόγηση της υγείας κατά 0,45 μονάδες.
Η σωματική αδράνεια φάνηκε να συνδέεται περισσότερο με τη σωματική υγεία, το κάπνισμα με την ψυχική, ενώ η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ επηρέαζε αρνητικά και τα δύο.
Το πιο σημαντικό εύρημα είναι ότι οι συνέπειες αυτών των συνηθειών φάνηκαν ήδη πριν την ηλικία των 40 ετών και ειδικότερα από την ηλικία των 36.
«Τα μη μεταδοτικά νοσήματα, όπως οι καρδιακές παθήσεις και ο καρκίνος, ευθύνονται για σχεδόν το 75% των θανάτων παγκοσμίως», αναφέρει η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Dr Tiia Kekäläinen, επιστήμονας υγείας με ειδίκευση στη γήρανση. «Ακολουθώντας όμως έναν υγιεινό τρόπο ζωής, κάποιος μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο αυτών των ασθενειών και την πιθανότητα πρόωρου θανάτου».
«Τα ευρήματά μας δείχνουν πόσο σημαντικό είναι να αντιμετωπίζονται όσο πιο νωρίς γίνεται συνήθειες όπως το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ και η σωματική αδράνεια, ώστε να αποφευχθεί η συσσώρευση βλαβών που με τα χρόνια οδηγούν σε προβλήματα σωματικής και ψυχικής υγείας στη μεγάλη ηλικία».
«Ωστόσο, ποτέ δεν είναι αργά για αλλαγή. Ακόμα και οι αλλαγές στη μέση ηλικία μπορούν να φέρουν οφέλη στην υγεία αργότερα».
Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η μελέτη είναι παρατηρητική, επομένως δεν μπορεί να αποδείξει ότι οι ανθυγιεινές συνήθειες προκαλούν προβλήματα υγείας – θα μπορούσε να ισχύει και το αντίστροφο.Για παράδειγμα, κάποιος που βιώνει έντονο άγχος μπορεί να πίνει περισσότερο για να το διαχειριστεί. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να δημιουργήσει προβλήματα στις σχέσεις του, που θα επιβαρύνουν την ψυχική του υγεία.
Οι επιστήμονες εξηγούν ότι τα αποτελέσματα αφορούν κυρίως άτομα που γεννήθηκαν στη Φινλανδία και σε άλλες δυτικές χώρες στα τέλη της δεκαετίας του 1950 και του 1960. Ίσως να μην ισχύουν στον ίδιο βαθμό για τις νεότερες γενιές, λόγω κοινωνικών και πολιτισμικών αλλαγών αλλά και επειδή οι σύγχρονες ανθυγιεινές συνήθειες διαφέρουν.