Η επιβίωση από τον καρκίνο του μαστού βελτιώνεται συνεχώς χάρη στις προόδους στη διάγνωση και τη θεραπεία. Ωστόσο, όταν ο καρκίνος επανεμφανιστεί μετά την αρχική θεραπεία, η ίαση είναι πολύ δύσκολη.
Για το 30% των ασθενών που υποτροπιάζουν, η μόνη επιλογή είναι συνεχής και επ’ αόριστον θεραπεία, χωρίς δυνατότητα πλήρους εξάλειψης του καρκίνου. Ορισμένοι τύποι, όπως ο τριπλά αρνητικός και ο HER2+, υποτροπιάζουν μέσα σε λίγα χρόνια, ενώ άλλοι, όπως ο ER+, μπορεί να επιστρέψουν ακόμη και δεκαετίες αργότερα. Μέχρι τώρα δεν υπήρχε τρόπος να εντοπιστούν εγκαίρως όσοι ασθενείς φέρουν τα λανθάνοντα κύτταρα που οδηγούν σε υποτροπή και να υπάρξει έγκαιρη παρέμβαση με θεραπεία που θα μπορούσε να την αποτρέψει.
Ωστόσο, μια νέα κλινική δοκιμή, η πρώτη στο είδος της, έδειξε ότι είναι δυνατό όχι μόνο να εντοπιστούν οι ασθενείς με μεγαλύτερο κίνδυνο υποτροπής λόγω λανθανόντων καρκινικών κυττάρων, αλλά και να αντιμετωπιστούν αυτά τα κύτταρα αποτελεσματικά με υπάρχοντα φάρμακα που χρησιμοποιούνται ήδη για άλλες παθήσεις.
Η έρευνα, με επικεφαλής επιστήμονες από το Abramson Cancer Center του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια και την Ιατρική Σχολή Perelman του Penn, δημοσιεύθηκε σήμερα, Τρίτη 2 Σεπτεμβρίου, στο περιοδικό Nature Medicine.
Σε μια τυχαιοποιημένη μελέτη Φάσης ΙΙ με 51 επιζώντες καρκίνου του μαστού, η χρήση υπαρχόντων φαρμάκων κατάφερε να απομακρύνει τα λανθάνοντα καρκινικά κύτταρα στο 80% των συμμετεχόντων. Το ποσοστό επιβίωσης τριών ετών χωρίς καμία υποτροπή ξεπέρασε το 90% σε όσους έλαβαν ένα φάρμακο, ενώ έφτασε στο 100% σε όσους έλαβαν και τα δύο φάρμακα.
«Ο φόβος της επιστροφής του καρκίνου είναι κάτι που βαραίνει πολλούς επιζώντες, ακόμη κι όταν έχουν ολοκληρώσει τη θεραπεία τους», δήλωσε η κύρια ερευνήτρια Angela DeMichele, MD, MSCE, FASCO, Καθηγήτρια Έρευνας Καρκίνου του Μαστού Mariann T. and Robert J. MacDonald. «Σήμερα δεν ξέρουμε πότε ή αν θα επιστρέψει ο καρκίνος κάποιου κι αυτό είναι το πρόβλημα που προσπαθήσαμε να λύσουμε. Η μελέτη μας δείχνει ότι η πρόληψη της υποτροπής με την παρακολούθηση και τη στοχευμένη θεραπεία των λανθανουσών καρκινικών κυττάρων είναι μια στρατηγική με πραγματική προοπτική. Ελπίζω να ανοίξει τον δρόμο για περισσότερη έρευνα σε αυτόν τον τομέα».
Εξολοθρεύοντας τον καρκίνο του μαστού όσο «κοιμάται»
Η μελέτη βασίστηκε σε προηγούμενες έρευνες που είχαν δείξει ότι τα λανθάνοντα καρκινικά κύτταρα παραμένουν στο σώμα κάποιων ασθενών ακόμη και μετά τη θεραπεία. Αυτά τα ανενεργά κύτταρα, γνωστά και ως ελάχιστη υπολειπόμενη νόσος (minimal residual disease), μπορεί να ενεργοποιηθούν ξανά χρόνια ή και δεκαετίες αργότερα. Επειδή δεν είναι «ενεργά» καρκινικά κύτταρα και βρίσκονται διάσπαρτα στον οργανισμό, δεν ανιχνεύονται με τις συνήθεις απεικονιστικές εξετάσεις που γίνονται για τον έλεγχο υποτροπής.
Όταν αυτά τα κύτταρα αρχίσουν να πολλαπλασιάζονται και να κυκλοφορούν στο αίμα, οδηγούν στη διάδοση του μεταστατικού καρκίνου του μαστού. Οι ασθενείς με ελάχιστη υπολειπόμενη νόσο έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα να εμφανίσουν υποτροπή και μικρότερη συνολική επιβίωση.
Ο Lewis Chodosh, MD, PhD, πρόεδρος του Τμήματος Βιολογίας του Καρκίνου και ανώτερος συγγραφέας της μελέτης, είχε ηγηθεί στο παρελθόν ερευνών που εντόπισαν τους μηχανισμούς που επιτρέπουν στα λανθάνοντα κύτταρα να παραμένουν ζωντανά για δεκαετίες.
«Η φάση αυτή του ‘ύπνου’ είναι μια ευκαιρία να παρέμβουμε και να εξαλείψουμε τα κύτταρα πριν γίνουν ξανά επιθετικός, μεταστατικός καρκίνος», εξήγησε ο Chodosh. «Το εντυπωσιακό είναι ότι ορισμένα φάρμακα που δεν δρουν σε ενεργά καρκινικά κύτταρα φαίνεται να είναι πολύ αποτελεσματικά στα ανενεργά. Αυτό δείχνει ότι η βιολογία τους διαφέρει σημαντικά από εκείνη των ενεργών καρκινικών κυττάρων».
Στο προκλινικό μέρος της μελέτης, η ομάδα του Chodosh έκανε μια σειρά πειραμάτων σε ποντίκια για να κατανοήσει καλύτερα τους μηχανισμούς που κρύβονται πίσω από τη συμπεριφορά αυτών των κυττάρων. Έδειξαν ότι δύο φάρμακα (ήδη εγκεκριμένα από τον FDA για άλλες παθήσεις) μπορούν να απομακρύνουν αποτελεσματικά τα ανενεργά καρκινικά κύτταρα στα ποντίκια, οδηγώντας σε μεγαλύτερη επιβίωση χωρίς καρκίνο. Τα φάρμακα στοχεύουν την αυτοφαγία και τη σηματοδότηση mTOR, που σύμφωνα με τους ερευνητές αποτελούν βασικούς μηχανισμούς που επιτρέπουν στα καρκινικά κύτταρα να παραμένουν λανθάνοντα.
Από το εργαστήριο στις κλινικές δοκιμές
Η ομάδα της DeMichele ενέταξε αρχικά στη μελέτη επιζώντες που είχαν ολοκληρώσει θεραπεία μέσα στην τελευταία πενταετία και είχαν καθαρές απεικονιστικές εξετάσεις. Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε έλεγχο για λανθάνοντα καρκινικά κύτταρα στον μυελό των οστών.
Όσοι βρέθηκαν με λανθάνοντα κύτταρα μπορούσαν να συμμετάσχουν στην κλινική δοκιμή Φάσης ΙΙ CLEVER, όπου οι ασθενείς τυχαιοποιήθηκαν ώστε να λάβουν είτε έξι κύκλους μονοθεραπείας με ένα από τα δύο φάρμακα, είτε συνδυαστική θεραπεία και με τα δύο. Η θεραπεία κατάφερε να απομακρύνει τα λανθάνοντα κύτταρα στους περισσότερους ασθενείς μέσα σε 6 έως 12 μήνες. Μετά από διάμεση παρακολούθηση 42 μηνών, μόνο δύο ασθενείς παρουσίασαν υποτροπή.
«Θέλουμε να δώσουμε στους ασθενείς μια καλύτερη επιλογή από το ‘περιμένουμε και βλέπουμε’ μετά το τέλος της θεραπείας για καρκίνο του μαστού», είπε η DeMichele. «Τα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά και δείχνουν ότι κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση».