Αλκοόλ: Πόσο αυξάνει τον κίνδυνο του καρκίνου η μέτρια κατανάλωσή του

Αλκοόλ: Πόσο αυξάνει τον κίνδυνο του καρκίνου η μέτρια κατανάλωσή του
Adam Jaime / Unsplash
Παρασκευή, 12/12/2025 - 13:01

Ποιο είδος αλκοόλ συνδέεται με μεγαλύτερους κινδύνους

Καθώς πλησιάζει η εορταστική περίοδος, νέα επιστημονικά δεδομένα υπενθυμίζουν ότι αξίζει να σκεφτείτε πιο σοβαρά τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία από την κατανάλωση αλκοόλ.

Το αλκοόλ εδώ και χρόνια έχει αναγνωριστεί ως παράγοντας κινδύνου για διάφορες μορφές καρκίνου, ακόμη και όταν καταναλώνεται σε μέτριες ποσότητες. Παρ’ όλα αυτά, παραμένει ιδιαίτερα διαδεδομένο, ενώ εξακολουθεί να υπάρχει σύγχυση γύρω από το πώς τόσο η συχνότητα όσο και η ποσότητα κατανάλωσης επηρεάζουν τον συνολικό καρκινικό κίνδυνο.

Την ίδια στιγμή, ο κίνδυνος δεν είναι ίδιος για όλους και οι περισσότερες πολιτικές γύρω από το αλκοόλ σπάνια αναδεικνύουν ξεκάθαρα τη σύνδεσή του με τον καρκίνο.

Εκτενής ανασκόπηση για την κατανάλωση αλκοόλ και τον καρκίνο

Για να καλυφθούν αυτά τα κενά, ερευνητές από το Charles E. Schmidt College of Medicine του Florida Atlantic University πραγματοποίησαν μια εκτενή συστηματική ανασκόπηση, εξετάζοντας πώς διαφορετικά επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ, από την υπερβολική έως τη μέτρια (έως 1 ποτό την ημέρα για τις γυναίκες και έως 2 για τους άνδρες) και ακόμη και την ήπια (συνήθως ορίζεται ως 1-4 ποτά την εβδομάδα), επηρεάζουν τον κίνδυνο καρκίνου σε ενήλικες.

Με απλά λόγια, όπως υποστηρίζει και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, «δεν υπάρχει κάποια ποσότητα αλκοόλ που να θεωρείται ασφαλής για την ανθρώπινη υγεία, ο κίνδυνος ξεκινά από την πρώτη σταγόνα. Το αλκοόλ μπορεί να προκαλέσει τουλάχιστον 7 είδη καρκίνων.

Η αιθανόλη (αλκοόλ) μπορεί να προκαλέσει καρκίνο μέσω βιολογικών μηχανισμών καθώς διασπάται στον οργανισμό, γεγονός που σημαίνει ότι κάθε ποτό που περιέχει αλκοόλ, ανεξάρτητα από την τιμή ή την ποιότητά του, ενέχει κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου».

Συνολικά αξιολογήθηκαν 62 μελέτες, με δείγματα που κυμαίνονταν από 80 άτομα έως σχεδόν 100 εκατομμύρια συμμετέχοντες. Οι ερευνητές έλαβαν επίσης υπόψη συνυπάρχουσες παθήσεις, όπως η παχυσαρκία και η χρόνια ηπατική νόσος, οι οποίες είναι γνωστό ότι αυξάνουν τον κίνδυνο, ενώ ανέλυσαν και κοινωνικούς και δημογραφικούς παράγοντες για να εντοπίσουν ομάδες που εμφανίζονται ιδιαίτερα ευάλωτες.

Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Cancer Epidemiology, έδειξαν ότι τόσο η συχνότητα όσο και η ποσότητα κατανάλωσης αλκοόλ παίζουν καθοριστικό ρόλο στον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου. Η συσχέτιση ήταν πιο έντονη για καρκίνους του μαστού, του παχέος εντέρου, του ήπατος, της στοματικής κοιλότητας, του λάρυγγα, του οισοφάγου και του στομάχου. Επιπλέον, η κατανάλωση αλκοόλ επιδείνωνε την πορεία νοσημάτων όπως η αλκοολική ηπατική νόσος, η οποία συνδέθηκε με πιο προχωρημένο καρκίνο του ήπατος και χαμηλότερα ποσοστά επιβίωσης.

Ποιοι διατρέχουν τον μεγαλύτερο κίνδυνο

Τα υψηλότερα επίπεδα κατανάλωσης αλκοόλ συνδέθηκαν με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, ιδιαίτερα σε άτομα με γενετική προδιάθεση, καθώς και σε όσους είχαν παχυσαρκία ή διαβήτη.

Αντίθετα, άτομα που ακολουθούσαν τις συστάσεις της American Cancer Society για την κατανάλωση αλκοόλ, σε συνδυασμό με άλλες υγιεινές συνήθειες, εμφάνιζαν χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου και μειωμένη θνησιμότητα. Το εύρημα αυτό δείχνει ότι οι συνολικές αλλαγές στον τρόπο ζωής έχουν μεγαλύτερη σημασία από την απομονωμένη εστίαση στο αλκοόλ.

Η Lea Sacca, εκ των συγγραφέων της μελέτης, εξήγησε ότι σε 50 από τις μελέτες της ανασκόπησης η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ συνδεόταν σταθερά με υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου, ο οποίος αυξανόταν όσο αυξανόταν και η πρόσληψη. Όπως ανέφερε, η βαριά ή καθημερινή κατανάλωση συνδέθηκε έντονα με πολλαπλές μορφές καρκίνου, γεγονός που αναδεικνύει τη σημασία της μετριοπάθειας και της τήρησης των οδηγιών πρόληψης.

Είδος ποτού, διαφορές μεταξύ φύλων και πρόσθετοι παράγοντες κινδύνου

Η ανασκόπηση έδειξε επίσης ότι σε ορισμένες περιπτώσεις το είδος του αλκοολούχου ποτού μπορεί να παίζει ρόλο. Σε αρκετές μελέτες, το λευκό κρασί ή η μπύρα συνδέθηκαν με αυξημένο κίνδυνο για συγκεκριμένους καρκίνους, ενώ τα αποστάγματα συχνά δεν εμφάνιζαν την ίδια συσχέτιση.

Παράλληλα, καταγράφηκαν σαφείς διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών. Στους άνδρες, η συχνή κατανάλωση αλκοόλ αύξανε τον κίνδυνο, ενώ στις γυναίκες ιδιαίτερα ανησυχητική φάνηκε η επεισοδιακή βαριά κατανάλωση. Το κάπνισμα ενίσχυε περαιτέρω τον καρκινικό κίνδυνο που σχετίζεται με το αλκοόλ, αν και η επίδρασή του διέφερε ανάλογα με το φύλο και το επίπεδο κατανάλωσης.

Άλλοι παράγοντες που συνέβαλαν στον κίνδυνο ήταν η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία, με αύξηση του κινδύνου μελανώματος σε λιγότερο εκτεθειμένα σημεία, καθώς και το οικογενειακό ιστορικό, το οποίο μπορούσε να ενισχύσει περαιτέρω τη σχέση μεταξύ αλκοόλ και καρκίνου.

Στο σύνολο των μελετών, επιβαρυντικοί παράγοντες ήταν επίσης ο πολύ υψηλός ή πολύ χαμηλός δείκτης μάζας σώματος, τα χαμηλά επίπεδα σωματικής δραστηριότητας, καρκινογόνες λοιμώξεις όπως οι ιοί ηπατίτιδας Β και C, ο HPV, ο HIV ή το H. pylori, η κακή διατροφή, η χρήση ορμονών, καθώς και ορισμένα χαρακτηριστικά μαλλιών ή ματιών.

Ο Lewis S. Nelson, εκ των συγγραφέων της μελέτης, εξήγησε ότι σε βιολογικό επίπεδο το αλκοόλ μπορεί να βλάψει το DNA μέσω της ακεταλδεΰδης, να επηρεάσει τα επίπεδα ορμονών, να προκαλέσει οξειδωτικό στρες, να καταστείλει το ανοσοποιητικό σύστημα και να αυξήσει την απορρόφηση καρκινογόνων ουσιών. Όπως σημείωσε, οι επιδράσεις αυτές ενισχύονται από προϋπάρχουσες παθήσεις, επιλογές τρόπου ζωής και γενετικές προδιαθέσεις, επιταχύνοντας την ανάπτυξη καρκίνου.