Ένα απλό τεστ κίνησης «προβλέπει» το Πάρκινσον έως και 9 χρόνια πριν από τη διάγνωση

Ένα απλό τεστ κίνησης «προβλέπει» το Πάρκινσον έως και 9 χρόνια πριν από τη διάγνωση
Freepik
Δευτέρα, 10/11/2025 - 16:07

Επιστήμονες ανακάλυψαν ένα απλό τεστ που προβλέπει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου του Πάρκινσον.

Η νόσος Πάρκινσον είναι μια εκφυλιστική πάθηση του νευρικού συστήματος που προκαλεί σταδιακές βλάβες σε συγκεκριμένα τμήματα του εγκεφάλου. Συνήθως ξεκινά να αναπτύσσεται πολλά χρόνια πριν γίνουν εμφανή τα πρώτα συμπτώματα.

Οι ασθενείς υποφέρουν σταδιακά από τρέμουλο (τρόμο) και προβλήματα κίνησης που, με τον καιρό, μπορεί να τους στερήσουν την ανεξαρτησία τους.

Οι επιστήμονες γνωρίζουν εδώ και καιρό ότι ο εντοπισμός της νόσου στο αρχικό στάδιο, γνωστό ως προδρομική φάση, είναι καθοριστικός. Ωστόσο, μέχρι σήμερα, δεν είχε υπάρξει τεστ που να μπορεί να εντοπίσει αξιόπιστα τη νόσο πριν από την εκδήλωση των συμπτωμάτων.

Μια νέα όμως ανακάλυψη από Γερμανούς νευρολόγους δείχνει ότι οι δυσκολίες στη στροφή του σώματος κατά το περπάτημα μπορούν να εντοπίσουν τη νόσο Πάρκινσον έως και 8,8 χρόνια πριν από τη διάγνωση.

Το τεστ που προβλέπει την εμφάνιση του Πάρκινσον

Η μελέτη δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Annals of Neurology, με τους ερευνητές να επισημαίνουν: «Η στροφή είναι μια σύνθετη λειτουργία της βάδισης που απαιτεί συνεχή συντονισμό και προσαρμογή της πορείας. Οι δυσκολίες στη στροφή είναι συχνές και σημαντικές για την καθημερινή ζωή των ασθενών με Πάρκινσον. Είναι, επομένως, λογικό να εξεταστεί το κατά πόσο τα προβλήματα στη στροφή μπορούν να λειτουργήσουν ως πρώιμος δείκτης της νόσου».

Οι επιστήμονες ανέλυσαν τα κινητικά δεδομένα 924 συμμετεχόντων άνω των 50 ετών χωρίς σοβαρά προβλήματα ακοής ή όρασης. Οι συμμετέχοντες ολοκλήρωσαν τη δοκιμή 5 φορές μέσα σε διάστημα 10 ετών. Το τεστ περιλάμβανε περπάτημα για ένα λεπτό σε διάδρομο μήκους 20 μέτρων, με τον ρυθμό που επέλεγαν, ενώ φορούσαν έναν αισθητήρα στην πλάτη.

Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι η πιο αργή στροφή στην αρχική μέτρηση συνδεόταν με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου Πάρκινσον, με τις πρώτες αποκλίσεις από τα φυσιολογικά δεδομένα να εμφανίζονται σχεδόν 9 χρόνια πριν από τη διάγνωση.

Μέχρι το τέλος της μελέτης, 23 συμμετέχοντες είχαν διαγνωστεί με τη νόσο, περίπου 5 χρόνια μετά την πρώτη δοκιμή.

Χρησιμοποιώντας τεχνολογία μηχανικής μάθησης που λάμβανε υπόψη την ηλικία, το φύλο και τη μέγιστη ταχύτητα στροφής, οι ερευνητές κατάφεραν να εντοπίσουν σωστά το 60% των ατόμων που βρίσκονταν στα πρώτα στάδια της νόσου.

Διαπιστώθηκε επίσης ότι οι άνθρωποι τείνουν να στρίβουν πιο αργά όσο μεγαλώνουν, με όσους εμφάνισαν Πάρκινσον να παρουσιάζουν αυτή την επιβράδυνση και ευρύτερη καμπύλη στροφής έως και 8,8 χρόνια πριν από τη διάγνωση.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, αυτό μπορεί να αποτελεί ένδειξη φθοράς είτε στη γενική ταχύτητα κίνησης είτε στην ισορροπία και τη σταθερότητα του σώματος, στοιχεία που πλήττονται ιδιαίτερα από τη νόσο Πάρκινσον.

Όπως ανέφεραν οι ερευνητές, «η μείωση της σταθερότητας στη στάση μπορεί υποσυνείδητα να ωθεί τους ασθενείς να στρίβουν πιο αργά και να επιλέγουν πιο ασφαλείς, ευρύτερες στροφές. Αυτό σημαίνει ότι τα άτομα που βρίσκονται ήδη στην προδιαγνωστική φάση της νόσου αναπτύσσουν μηχανισμούς προσαρμογής για πιο σταθερή και ασφαλή κίνηση».

Η μελέτη έδειξε επίσης ότι οι άνδρες είχαν τετραπλάσιο κίνδυνο να εμφανίσουν Πάρκινσον συγκριτικά με τις γυναίκες, ενώ κάθε επιπλέον έτος ηλικίας συνδεόταν με 15% αύξηση του κινδύνου.

Οι ερευνητές κατέληξαν ότι «οι μετρήσεις της στροφής μπορούν να βοηθήσουν στην πρόβλεψη της διάγνωσης της νόσου Πάρκινσον και να ενισχύσουν τα εργαλεία εντοπισμού ατόμων υψηλού κινδύνου. Χρησιμοποιώντας έναν φορητό αισθητήρα και αξιόπιστους αλγορίθμους, η μεθοδολογία αυτής της μελέτης μπορεί να αποτελέσει πρακτικό εργαλείο για ευρείας κλίμακας έλεγχο».

Όπως επισήμαναν, «μελλοντικές έρευνες θα μπορούσαν να εξετάσουν περισσότερα χαρακτηριστικά στροφής, σε συνδυασμό με δείκτες βάδισης και ισορροπίας», ενώ ένα μεγαλύτερο δείγμα συμμετεχόντων θα παρείχε πιο αντιπροσωπευτικά αποτελέσματα.

Προς το παρόν, δεν υπάρχει οριστικό τεστ για τη συγκεκριμένη πάθηση. Η διάγνωση βασίζεται συνήθως στην εμφάνιση προχωρημένων συμπτωμάτων, όπως ο τρόμος, αφού πρώτα αποκλειστούν άλλες πιθανές αιτίες.