Η εκτεταμένη χρήση των social media θεωρείται ολοένα και περισσότερο πιθανός επιβαρυντικός παράγοντας για την ψυχική υγεία, παρότι παραμένει ευρέως διαδεδομένη και συνεχώς αυξανόμενη.
Σε νεαρούς ενήλικες, ο περιορισμός της χρήσης των social media για μόλις μία εβδομάδα συνδέθηκε με αισθητή μείωση του άγχους, της κατάθλιψης και της αϋπνίας, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο JAMA Network Open.
Συγκεκριμένα, οι συμμετέχοντες ανέφεραν 16% λιγότερα συμπτώματα άγχους, 24,8% λιγότερα συμπτώματα κατάθλιψης και 14,5% μείωση των συμπτωμάτων αϋπνίας.
Η μελέτη περιέλαβε 373 άτομα ηλικίας 18 έως 24 ετών, τα οποία έλαβαν αμοιβή 150 δολαρίων για τη συμμετοχή τους. Από αυτούς, 277 ήταν γυναίκες, 73 άνδρες, 12 άτομα δήλωσαν μη δυαδικό φύλο, 9 τρανς, ενώ 2 καταγράφηκαν στην κατηγορία «Άλλο».
Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε 5 συγκεκριμένες πλατφόρμες:
- Snapchat
- TikTok
- X
Οι συμμετέχοντες είχαν την ελευθερία να μειώσουν τον χρόνο οθόνης με όποιον τρόπο έκριναν κατάλληλο. Συνολικά, η χρήση μειώθηκε σε όλες τις πλατφόρμες, ωστόσο το Instagram και το Snapchat παρέμειναν εκείνες με τα υψηλότερα επίπεδα συνέχισης χρήσης. Αντίθετα, οι συμμετέχοντες ήταν πιο πρόθυμοι να απέχουν από το TikTok, ενώ το Facebook και το X ήταν οι πλατφόρμες που επισκέπτονταν λιγότερο συχνά κατά τη διάρκεια της μελέτης.
Τα ευρήματα αυτά εντάσσονται στη συνεχιζόμενη συζήτηση μεταξύ ειδικών σχετικά με τις επιπτώσεις του χρόνου οθόνης και των social media στην ψυχική υγεία, ιδιαίτερα στους νεαρούς ενήλικες και στους εφήβους.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μετα-ανάλυση που δημοσιεύτηκε τον Ιούνιο του 2025 κατέληξε στο συμπέρασμα πως τα διαλείμματα από τα social media φαίνεται, γενικά, να έχουν θετική επίδραση.
Η σχέση social media, άγχους και κατάθλιψης
Η Nidhi Gupta από το Phreedom Foundation, η οποία έχει ασχοληθεί εκτενώς με τον ρόλο των κινητών συσκευών στην ψυχική υγεία, δεν συμμετείχε στη συγκεκριμένη μελέτη.
Όπως επισήμανε, παρότι τα social media μπορούν να λειτουργήσουν ως μέσο σύνδεσης με άλλους ανθρώπους, συχνά συνοδεύονται και από συναισθηματικό κόστος, όταν η χρήση τους δεν γίνεται με μέτρο.
«Η ανοδική κοινωνική σύγκριση», ανέφερε, δηλαδή η σύγκριση του εαυτού με εξιδανικευμένες εικόνες των σωμάτων και της ζωής των άλλων, «συμβάλλει στη χαμηλή αυτοεκτίμηση, στο άγχος και στην εμφάνιση καταθλιπτικών συμπτωμάτων».
Παράλληλα, οι αλγόριθμοι των πλατφορμών, που είναι σχεδιασμένοι ώστε να διατηρούν την προσοχή των χρηστών για όσο το δυνατόν περισσότερο, οδηγούν πολλούς στο να χάνουν πραγματικές εμπειρίες της καθημερινότητας, καθώς το συνεχές σκορλάρισμα, όπως σημείωσε, «αμβλύνει τα συναισθηματικά οφέλη των ουσιαστικών ανθρώπινων αλληλεπιδράσεων».
Καθώς οι αλγόριθμοι αυτοί εξελίσσονται, αυξάνεται η πιθανότητα η υπερβολική ενασχόληση με τα social media να αποσπά την προσοχή από άλλες, πιο θετικές και παραγωγικές δραστηριότητες της πραγματικής ζωής.
Η Gupta επισήμανε ακόμη ότι η παρατεταμένη παραμονή μπροστά σε οθόνες μειώνει τη σωματική δραστηριότητα, στερώντας από τον οργανισμό την απελευθέρωση ενδορφινών που συμβάλλουν στη βελτίωση της διάθεσης.
Social media και αϋπνία
Η ίδια αναφέρθηκε και στην «υπόθεση εκτόπισης», σύμφωνα με την οποία ο χρόνος που αφιερώνεται στις οθόνες αφαιρείται άμεσα από τον χρόνο που θα μπορούσε να διατεθεί για ύπνο.
Όπως εξήγησε, «οι συνεχείς ειδοποιήσεις επηρεάζουν τα εγκεφαλικά κυκλώματα ανταμοιβής και ενισχύουν τον φόβο ότι μπορεί να χαθεί κάτι, καθιστώντας δυσκολότερη την αποσύνδεση από τις συσκευές, ιδίως τις βραδινές ώρες».
«Είναι χαρακτηριστικό», πρόσθεσε, «ότι μελέτες δείχνουν πως ακόμη και η απλή παρουσία μιας συσκευής στο υπνοδωμάτιο, χωρίς ενεργή χρήση, συνδέεται με χειρότερη ποιότητα ύπνου».
Η χρήση οθονών στο κρεβάτι «προκαλεί κατάσταση γνωστικής και συναισθηματικής υπερδιέγερσης, με αποτέλεσμα τα feeds, οι ειδήσεις, τα emails και οι διαδικτυακές αλληλεπιδράσεις να παρεμβαίνουν τόσο στην έναρξη όσο και στη διατήρηση του ύπνου».
Παράλληλα, πληθώρα ερευνών δείχνει ότι το μπλε φως των οθονών κινητών τηλεφώνων μπορεί να διαταράξει τον φυσιολογικό ύπνο, παρότι ορισμένες συσκευές διαθέτουν πλέον λειτουργίες που περιορίζουν εν μέρει αυτή την επίδραση.
Πώς μπορείτε να μειώσετε τον χρόνο οθόνης
Ο θεραπευτής και σύμβουλος John Sovec τόνισε ότι, όταν γίνεται λόγος για ψηφιακή αποτοξίνωση, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη πως οι οθόνες αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας των περισσότερων νεαρών ενηλίκων.
Όπως σημείωσε, η προσπάθεια να πειστεί ένας έφηβος να απέχει πλήρως από τις οθόνες για μία ολόκληρη εβδομάδα είναι πιθανό να αποδειχθεί απογοητευτική για όλες τις πλευρές.
Αντίθετα, πρότεινε οι γονείς να προχωρούν σε ανοιχτές και ειλικρινείς συζητήσεις σχετικά με τις ανησυχίες τους για την υπερβολική χρήση και να συνεργάζονται με τα παιδιά τους για τη δημιουργία ενός ρεαλιστικού πλάνου. Μία τέτοια προσέγγιση θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη δέσμευση και των δύο πλευρών για μείωση του χρόνου οθόνης κατά 25%.
Όπως πρόσθεσε, περαιτέρω μείωση μπορεί να επιτευχθεί σταδιακά, αφού προηγηθεί μια περίοδος προσαρμογής.
Ο ίδιος συνέστησε την αντικατάσταση του χρόνου οθόνης με ευχάριστες δραστηριότητες που περιλαμβάνουν φίλους ή συγγενείς, όπως βραδιές επιτραπέζιων παιχνιδιών ή απλές κοινωνικές συναντήσεις.
«Δοκιμάστε να καθιερώσετε μία ώρα χωρίς οθόνες μετά το σχολείο ή πριν τον ύπνο και να αξιοποιήσετε αυτόν τον χρόνο με δραστηριότητες που φέρνουν τους ανθρώπους πιο κοντά. Αντί να αισθάνεστε ότι πρέπει διαρκώς να είστε συνδεδεμένοι με τα social media και την ηλεκτρονική ψυχαγωγία, επιλέξτε μία ημέρα την εβδομάδα για να απέχετε από οθόνες και συσκευές», πρότεινε.








