Το μεταβολικό σύνδρομο και οι καρδιαγγειακές ασθένειες αποτελούν πολυπαραγοντικές καταστάσεις οι οποίες μπορούν να προκύψουν από διαταραχές στον μεταβολισμό, όπως αντίσταση στην ινσουλίνη, φλεγμονή, αυξημένα ελεύθερα λιπαρά οξέα και δυσλιπιδαιμία, υπέρταση, συσσώρευση σπλαχνικού λίπους και συνεπώς κεντρική παχυσαρκία, που μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντική ευόδωση της αθηροσκλήρωσης.
«Το μεταβολικό σύνδρομο και τα καρδιαγγειακά νοσήματα ενισχύονται κυρίως από το αυξημένο σωματικό λίπος και βάρος σώματος και ιδιαίτερα το σπλαχνικό λίπος (κοιλιακή παχυσαρκία). Το υπερβάλλον σωματικό βάρος και η παχυσαρκία αποτελούν μια μάστιγα παγκοσμίως, καθώς εκτιμάται σήμερα ότι περισσότερο από 1 δισεκατομμύριο του πληθυσμού της γης πάσχει από παχυσαρκία (BMI>30), ενώ περίπου το 40% του πληθυσμού είναι υπέρβαρο (BMI 27-30), αναφέρουν ο κ. Ανδρέας Μελιδώνης, Διευθυντής Παθολόγος – Διαβητολόγος, η κ. Ευτυχία Τσιάμη Διαιτολόγος – Διατροφολόγος Metropolitan Hospital και ο κ. Κάρολος Παπαλαζάρου, Κλινικός Διαιτολόγος - Διατροφολόγος, Συνεργάτης του Metropolitan Hospital και συνεχίζουν:
«Σήμερα πλέον, η παχυσαρκία θεωρείται σοβαρή νόσος καθώς συνδέεται με περισσότερες από 200 χρόνιες επιπλοκές. Γι’ αυτόν το λόγο, έχουν δημιουργηθεί δείκτες με τους οποίους μπορεί να μετρηθεί αξιόπιστα ο βαθμός παχυσαρκίας.
Κάποιοι από τους πιο σημαντικούς δείκτες είναι ο δείκτης μάζας σώματος-BMI (βάρος/ύψος2), η περιφέρεια μέσης (WC), η περιφέρεια μέσης/ύψος (WHtR), που βοηθούν στον εντοπισμό της υπερβαρότητας, της παχυσαρκίας και κατ’ επέκταση των διαταραχών του μεταβολισμού. Η τιμή BMI 25-30 kg/m2 δηλώνει υπερβαρότητα, ενώ τιμή BMI>30kg/m2 δηλώνει παχυσαρκία και η τιμή BMI>40 υποδηλώνει σοβαρή παχυσαρκία.
Όσον αφορά τον δείκτη WHtR, η τιμή 0,5 και άνω αντικατοπτρίζει την παχυσαρκία. Οι απόψεις σχετικά με τον καλύτερο προγνωστικό δείκτη για τα καρδιαγγειακά νοσήματα είναι πολλές και διίστανται. Το WHtR περιλαμβάνει την περιφέρεια μέσης και συνεπώς το κοιλιακό λίπος, που αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, σε αντίθεση με το BMI, το οποίο δεν δίνει πληροφορίες για την κατανομή του λίπους», επισημαίνουν.
Σκοπός της παρούσας ανασκόπησης είναι, μέσα από τη μελέτη και την παρουσίαση ερευνών που αφορούν τη σύγκριση μεταξύ των προγνωστικών δεικτών BMI και WHtR για την παχυσαρκία και τα καρδιαγγειακά, να αναδείξει τον σημαντικότερο προγνωστικό δείκτη και συγκεκριμένα τον βαθμό καρδιαγγειακού κινδύνου που μπορεί να προκύψει όταν BMI=25-30 kg/m2 (υπερβαρότητα) και WHtR>0,5.
Ποιες είναι οι διαφορές και ποια τα πλεονεκτήματα μεταξύ των δεικτών;
«Ο δείκτης WHtR, αποτελεί πιο ικανό και αξιόπιστο δείκτη για τη διάγνωση καρδιαγγειακού κινδύνου και πολυνοσηρότητας σε σχέση με το BMI. Ο δείκτης WHtR, δεν επηρεάζεται από φύλο, ηλικία, φυλή, σε αντίθεση με το BMI, συνεπώς έχει μεγαλύτερη σταθερότητα ως προς τη χρήση του. Επίσης, το BMI, δεν μπορεί να εντοπίσει τη λεπτομερή σύσταση σώματος και επομένως την κατανομή του λίπους, παρά μόνο την ολική σωματική μάζα. Η καρδιαγγειακή υγεία, όμως, επηρεάζεται από τη συσσώρευση σπλαχνικού λίπους, γι’ αυτό και προάγονται οι δείκτες WHtR και WC ως πρωταρχικής σημασίας για τον εντοπισμό καρδιομεταβολικού κινδύνου.
Η συσσώρευση λίπους και ιδιαίτερα στην κοιλιακή περιοχή, μπορεί να οδηγήσει σε ινσουλινοαντίσταση και κατ’ επέκταση σε αθηροσκλήρωση, καθώς η ινσουλινοαντίσταση είτε επηρεάζει την παραγωγή λιποπρωτεϊνών από το συκώτι είτε αυξάνει την παραγωγή ελεύθερων λιπαρών οξέων, προάγοντας έτσι με αυτήν την παθοφυσιολογία την αθηρωμάτωση των αγγείων. Επιπλέον, λίπος μπορεί να συσσωρευτεί στην καρδιά, στο ήπαρ, στους νεφρούς και στα αγγεία και είναι το λεγόμενο έκτοπο λίπος.
Έτσι, ακόμα και ενήλικες με τιμές BMI στα φυσιολογικά όρια, αλλά με αυξημένη τιμή WHtR, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να εμφανίσουν καρδιαγγειακές επιπλοκές.
Σύμφωνα με σχετική έρευνα, οι άνθρωποι που παρουσιάζουν ακόμα και ίδιο BMI, έχουν διαφορετική πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών. Η έρευνα κατέδειξε ότι με χρήση μόνο του BMI για την πιθανότητα ανάπτυξης καρδιαγγειακών επιπλοκών, 14% του γυναικείου πληθυσμού, καθώς και 35% του ανδρικού πληθυσμού με αυξημένη τιμή WHtR δεν θα εντοπιστούν, με αποτέλεσμα τη μη έγκαιρη διάγνωση καρδιαγγειακού κινδύνου», εξηγούν.
Ποια είναι τα σημερινά στοιχεία;
Διάφορες σημαντικές έρευνες τεκμηριώνουν την αξία του WHtR ως προγνωστικού δείκτη για τα καρδιαγγειακά νοσήματα:
1) Έρευνα του 2021, του Πανεπιστημίου FedericoII, την Ιταλική Διαβητολογική Κοινότητα και το Τμήμα Κλινικής Ιατρικής και Χειρουργικής για τη μελέτη της Αθηροσκλήρωσης
2) Έρευνα από το 2021 έως το 2023 στο Universidade de Vigo στην Ισπανία με ερευνητές από ιδρύματα, όπως το Universidade de Trás-os-Montes e Alto Douro (UTAD) στην Πορτογαλία και το Universidade de Santiago de Compostela στην Ισπανία
3) Έρευνα τον Απρίλιο του 2024 στο Εργαστήριο Μεταβολικής Έρευνας LTHOgbomoso.
Σύμφωνα λοιπόν με αυτές τις έρευνες, μπορεί να αναδειχθεί το WHtR ως πρωταρχικής σημασίας δείκτης παχυσαρκίας, που συνδέεται περισσότερο από τους υπόλοιπους δείκτες με την ανάπτυξη καρδιαγγειακών νοσημάτων. Τιμή WHtR> ή =0.5, αποτελεί επομένως επιβαρυντικό παράγοντα που συνδέεται όπως αναφέρθηκε με αυξημένη πιθανότητα εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών. Αυτό συμβαίνει, γιατί η αυξημένη περιφέρεια μέσης, το αυξημένο δηλαδή ενδοκοιλιακό λίπος συσχετίζεται με καρδιολογικές, νεφρικές και αγγειακές επιπλοκές (σε επίπεδα WHtR>0,5).
Tο σπλαχνικό λίπος είναι επίσης υπεύθυνο για το μεταβολικό σύνδρομο (υπέρταση, δυσλιπιδαιμία, προδιαβήτης) και για την καρδιαγγειακή δυσλειτουργία. Αντίθετα, τιμή WHtR<0,5 δεν προμηνύει κίνδυνο για την καρδιαγγειακή υγεία. Επομένως, προγνωστικός δείκτης παχυσαρκίας αναδεικνύεται το πηλίκο WHtR. Η περιφέρεια μέσης μειονεκτεί βέβαια ελαφρά του προηγούμενου δείκτη, καθώς δεν περιλαμβάνει το ύψος.
Όμως, το BMI, που μειονεκτεί σαφώς των προηγούμενων δεικτών, καθώς δεν εστιάζει στην κατανομή του λίπους και την κοιλιακή παχυσαρκία που είναι υπεύθυνη για τα καρδιαγγειακά προβλήματα.
Συνεπώς, άτομα υπέρβαρα σύμφωνα με το BMI (BMI=25-30kg/m2), αλλά με WHtR<0.5, δεν διατρέχουν άμεσο καρδιαγγειακό κίνδυνο. Αντίθετα, άτομα υπέρβαρα σύμφωνα με το BMI (BMI=25-30kg/m2), αλλά με WHtR> ή =0.5, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο καρδιομεταβολικής νοσηρότητας. Ιδιαίτερα τα άτομα με κοιλιακή παχυσαρκία και ενδεικτικά WHtR>0.7, έχουν σημαντικότατα αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών νοσημάτων.
Το BMI φάνηκε να υπερισχύει ως δείκτης καρδιαγγειακού κινδύνου μόνο στις έρευνες που οι συμμετέχοντες ήταν >74 ετών. Επίσης, σε άλλες μελέτες, δεν αποδείχτηκε η πρωταρχική σημασία του πηλίκου WHtR, για την ανίχνευση καρδιαγγειακού κινδύνου στα άτομα ηλικίας 35-49 ετών.
Έτσι, ο δείκτης WHtR, μπορεί να προταθεί ως κύριος δείκτης που επηρεάζει την εμφάνιση καρδιαγγειακών ασθενειών, διατηρώντας κάποιες επιφυλάξεις για τις ηλικιακές ομάδες 35-49 ετών και >74 ετών.
Συμπέρασμα
«Σε κάθε περίπτωση, η τήρηση του ισχυρισμού «η περίμετρος μέσης είναι σημαντικό να διατηρείται σε λιγότερο από το μισό του ύψους (WHtR<0,5)», σύμφωνα με την Καθηγήτρια Margaret Aswell, μπορεί να συμβάλλει σε σημαντικό βαθμό στη μείωση ή και στην εξάλειψη του κινδύνου εμφάνισης καρδιαγγειακών επιπλοκών.
Επίσης, σύμφωνα με τα προαναφερθέντα, ο WHtR είναι ο ανερχόμενος δείκτης παχυσαρκίας που αποτελεί τον νέο ισχυρό προγνωστικό δείκτη για τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Αναμφισβήτητα και τεκμηριωμένα πλέον, αυτός ο ισχυρισμός δεν αποτελεί μύθο αλλά είναι η τεκμηριωμένη επιστημονική αλήθεια», καταλήγουν οι ειδικοί.