Οι Κορεάτισσες ξεχωρίζουν παγκοσμίως για τη φυσική τους φόρμα και τη σταθερότητα στο βάρος τους, χωρίς ακραίες δίαιτες ή στερήσεις. Το μυστικό τους δεν βρίσκεται σε «μαγικές» τροφές, αλλά σε μια συνολική διατροφική κουλτούρα που δίνει έμφαση στη μέτρια κατανάλωση, στη λειτουργικότητα των τροφών και στη φροντίδα του πεπτικού συστήματος. Οι παρακάτω διατροφικές συνήθειες αποτελούν βασικούς πυλώνες της κορεάτικης καθημερινότητας και εξηγούν γιατί το μοντέλο αυτό συνδέεται με καλύτερο μεταβολισμό και έλεγχο του σωματικού λίπους.
Η κατανάλωση ζυμωμένων τροφίμων, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα το kimchi, αποτελεί θεμέλιο της κορεάτικης διατροφής. Το kimchi είναι λάχανο που έχει υποστεί ζύμωση με μπαχαρικά και περιέχει προβιοτικά, φυτικές ίνες και σημαντικές βιταμίνες. Η τακτική κατανάλωσή του ενισχύει την υγεία του εντέρου, βελτιώνει την πέψη και συμβάλλει στη ρύθμιση του μεταβολισμού του λίπους. Παράλληλα, παρουσιάζει αντιφλεγμονώδεις και αντιοξειδωτικές ιδιότητες, στοιχεία που συνδέονται με καλύτερη μεταβολική λειτουργία και έλεγχο του σωματικού βάρους.
Ιδιαίτερη θέση στην καθημερινότητα των Κορεατισσών έχει και το τσάι κριθαριού. Πρόκειται για ρόφημα από καβουρδισμένο κριθάρι, το οποίο καταναλώνεται ζεστό ή κρύο καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Το τσάι κριθαριού δεν περιέχει καφεΐνη, έχει ήπια χορταστική δράση και συμβάλλει στη ρύθμιση του σακχάρου στο αίμα. Παράλληλα, έχει συσχετιστεί με μείωση της χοληστερόλης και καλύτερη διαχείριση του βάρους, γι’ αυτό και συχνά αντικαθιστά το νερό ή τα ζαχαρούχα ροφήματα.
Ένα ακόμη παραδοσιακό ρόφημα είναι το ζυμωμένο νερό ρυζιού. Αν και στη Δύση είναι πιο γνωστό για εξωτερική χρήση, στην Κορέα καταναλώνεται ως ποτό με ευεργετικές ιδιότητες. Βοηθά την πέψη, ενισχύει τη λειτουργία του εντέρου και προσφέρει αίσθημα κορεσμού, γεγονός που μπορεί να συμβάλει στον έλεγχο της όρεξης και του σωματικού βάρους.
Τέλος, δίνεται μεγάλη έμφαση στον αργό ρυθμό κατανάλωσης του φαγητού. Το αργό φαγητό επιτρέπει στον εγκέφαλο να αναγνωρίσει έγκαιρα το αίσθημα κορεσμού, βελτιώνει την πέψη και μειώνει την πιθανότητα υπερφαγίας. Σε συνδυασμό με τις προηγούμενες συνήθειες, διαμορφώνει ένα διατροφικό μοντέλο που ευνοεί τη διατήρηση της φόρμας με φυσικό και βιώσιμο τρόπο.







