Μια τιμή στις εξετάσεις αίματος μπορεί να «προβλέψει» την άνοια 25 χρόνια πριν

Μια τιμή στις εξετάσεις αίματος μπορεί να «προβλέψει» την άνοια 25 χρόνια πριν
Joshua Chehov / Unsplash
Παρασκευή, 07/11/2025 - 03:29

Η κατάσταση της καρδιάς στη μέση ηλικία «δείχνει» τον μελλοντικό κίνδυνο άνοιας.

Άτομα που παρουσιάζουν προβλήματα του καρδιαγγειακού κατά τη μέση ηλικία φαίνεται να έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν άνοια στο μέλλον, σύμφωνα με νέα μελέτη του University College London.

Η έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο European Heart Journal, έδειξε ότι όσοι είχαν υψηλότερα επίπεδα μιας πρωτεΐνης που ονομάζεται καρδιακή τροπονίνη Ι στο αίμα τους, είχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να εκδηλώσουν άνοια αργότερα στη ζωή τους. Οι ερευνητές εντόπισαν ότι τα αυξημένα επίπεδα τροπονίνης ήταν εμφανή έως και 25 χρόνια πριν από τη διάγνωση της άνοιας.

Η τροπονίνη απελευθερώνεται στο αίμα όταν υπάρχει βλάβη στον καρδιακό μυ. Πολύ υψηλά επίπεδα υποδηλώνουν συνήθως έμφραγμα, όμως ακόμη και μέτρια αυξημένα επίπεδα χωρίς συμπτώματα μπορεί να δείχνουν «σιωπηλή» βλάβη της καρδιάς ή προβλήματα στη λειτουργία της. Αυτή η κατάσταση μπορεί να επηρεάσει την κυκλοφορία του αίματος και την υγεία των αγγείων, επηρεάζοντας τελικά και τον εγκέφαλο.

Ο επικεφαλής της μελέτης, καθηγητής Eric Brunner από το UCL Institute of Epidemiology and Health Care, εξήγησε ότι «η κακή υγεία της καρδιάς στη μέση ηλικία αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης άνοιας αργότερα στη ζωή. Η βλάβη στον εγκέφαλο που βλέπουμε στα άτομα με άνοια αναπτύσσεται αργά, μέσα σε δεκαετίες».

Ο καθηγητής πρόσθεσε ότι «ο έλεγχος παραγόντων κινδύνου που είναι κοινοί για την καρδιοπάθεια, το εγκεφαλικό και την άνοια, όπως η υπέρταση, μπορεί να επιβραδύνει ή και να αποτρέψει την εμφάνιση άνοιας και καρδιαγγειακών παθήσεων. Χρειάζονται περαιτέρω μελέτες για να δούμε κατά πόσο τα επίπεδα τροπονίνης στο αίμα μπορούν να προβλέψουν τον κίνδυνο άνοιας στο μέλλον. Τα πρώτα αποτελέσματα δείχνουν ότι η τροπονίνη ίσως αποτελέσει σημαντικό δείκτη πρόβλεψης».

Η άνοια περιγράφει μια ομάδα παθήσεων που προκαλούν βλάβη στα εγκεφαλικά κύτταρα, επηρεάζοντας τη μνήμη, τη σκέψη και τη λογική. Η Lancet Commission on Dementia 2024, με επικεφαλής την καθηγήτρια Gill Livingston από το UCL Psychiatry, η οποία ήταν και εκ των συγγραφέων της νέας μελέτης, εκτίμησε ότι έως και το 17% των περιστατικών άνοιας θα μπορούσαν να προληφθούν ή να καθυστερήσουν με τη βελτίωση παραγόντων όπως η υπέρταση, η χοληστερίνη, η παχυσαρκία και η έλλειψη φυσικής δραστηριότητας.

Αναλυτικά τι έδειξε η μελέτη

Η νέα έρευνα βασίστηκε σε στοιχεία από σχεδόν 6.000 συμμετέχοντες της μελέτης Whitehall II, η οποία παρακολουθεί από το 1985 υπαλλήλους της βρετανικής δημόσιας διοίκησης, μεταξύ 45 και 69 ετών, με στόχο την κατανόηση της σχέσης ανάμεσα στην υγεία και τη γήρανση. Τη μελέτη διευθύνει ο καθηγητής Mika Kivimaki από το UCL Psychiatry, επίσης εκ των συγγραφέων της εργασίας.

Όλοι οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε εξέταση υψηλής ευαισθησίας για τροπονίνη, ικανή να ανιχνεύσει πολύ χαμηλά επίπεδα της πρωτεΐνης στο αίμα. Κανένας δεν είχε άνοια ή καρδιοπάθεια τη στιγμή της πρώτης εξέτασης. Στη συνέχεια, οι ερευνητές τους παρακολούθησαν για περίπου 25 χρόνια, με επαναλαμβανόμενες αξιολογήσεις μνήμης, σκέψης και επίλυσης προβλημάτων.

Κατά τη διάρκεια της μελέτης, 695 άτομα διαγνώστηκαν με άνοια. Σε σύγκριση με άτομα χωρίς τη νόσο, εκείνοι που τελικά ανέπτυξαν άνοια είχαν σταθερά υψηλότερα επίπεδα τροπονίνης, ήδη από 7 έως 25 χρόνια πριν από τη διάγνωση.

Όσοι είχαν τα υψηλότερα επίπεδα τροπονίνης στην αρχή της μελέτης είχαν 38% μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας, σε σχέση με όσους είχαν τα χαμηλότερα. Αφού λήφθηκαν υπόψη παράγοντες όπως το φύλο, η εθνικότητα και το μορφωτικό επίπεδο, διαπιστώθηκε ότι τα υψηλότερα επίπεδα τροπονίνης στη μέση ηλικία συνδέονταν με ταχύτερη έκπτωση των γνωστικών λειτουργιών.

Στην ηλικία των 80 ετών, οι γνωστικές επιδόσεις των συμμετεχόντων με υψηλότερη τροπονίνη αντιστοιχούσαν σε εκείνες ατόμων σχεδόν ενάμιση έτους μεγαλύτερης ηλικίας, ενώ στα 90 τους χρόνια, σε εκείνες ατόμων δύο ετών μεγαλύτερων.

Σε υποομάδα 641 ατόμων που είχαν υποβληθεί και σε μαγνητική τομογραφία εγκεφάλου, όσοι είχαν τα υψηλότερα επίπεδα τροπονίνης παρουσίασαν 15 χρόνια αργότερα μικρότερο ιππόκαμπο, περιοχή του εγκεφάλου που σχετίζεται με τη μνήμη, καθώς και μικρότερο όγκο φαιάς ουσίας, δηλαδή του εξωτερικού στρώματος του εγκεφάλου που επεξεργάζεται τις πληροφορίες.

Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι οι εγκέφαλοι των συμμετεχόντων με υψηλή τροπονίνη έμοιαζαν με εκείνους ατόμων περίπου τριών ετών μεγαλύτερης ηλικίας.

Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, Simon Chen από το UCL Psychiatry, ανέφερε ότι «η έρευνά μας είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια που έχει γίνει μέχρι σήμερα για να διερευνήσει τη σχέση μεταξύ αυξημένων επιπέδων καρδιακής τροπονίνης και γνωστικής έκπτωσης ή άνοιας. Διαπιστώσαμε επίσης ότι οι διαφορές στα επίπεδα τροπονίνης μεταξύ ατόμων με και χωρίς άνοια ήταν πιο έντονες στη μέση ηλικία, γεγονός που υποδηλώνει ότι τότε μπορεί να αποτελεί καλύτερο δείκτη πρόβλεψης του κινδύνου».

Ο Bryan Williams, επικεφαλής επιστημονικός και ιατρικός σύμβουλος του British Heart Foundation, σχολίασε ότι «η μελέτη αυτή υπενθυμίζει πόσο αλληλένδετη είναι η υγεία της καρδιάς με εκείνη του εγκεφάλου. Η μέση ηλικία φαίνεται να είναι μια κρίσιμη περίοδος, όπου η βλάβη στην καρδιά μπορεί να καθορίσει τη μελλοντική πορεία και της εγκεφαλικής υγείας».

«Η φροντίδα της καρδιάς σε όλη τη διάρκεια της ζωής δίνει και στον εγκέφαλο την καλύτερη ευκαιρία να παραμείνει υγιής με τα χρόνια. Αυτό σημαίνει να διατηρείτε την αρτηριακή πίεση σε φυσιολογικά επίπεδα, να ελέγχετε τη χοληστερίνη, να είστε σωματικά δραστήριοι, να προσέχετε το βάρος σας και να αποφεύγετε το κάπνισμα», κατέληξε.

Τελευταία τροποποίηση στις 07/11/2025 - 03:30