Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημοσίευσε σήμερα τη δεύτερη παγκόσμια έκθεσή του για την υπέρταση, η οποία επισημαίνει ότι 1,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι υπέφεραν από υπέρταση το 2024. Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης, μόλις ένας στους πέντε κατάφερε να την θέσει υπό έλεγχο είτε μέσω φαρμακευτικής αγωγής είτε μέσω αλλαγών στον τρόπο ζωής.
Η νέα έκθεση - που δημοσιεύθηκε σε εκδήλωση που συνδιοργανώθηκε από τον ΠΟΥ, το Bloomberg Philanthropies και το Resolve to Save Lives κατά τη διάρκεια της 80ής Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών - αποκαλύπτει επίσης ότι μόνο το 28% των χωρών χαμηλού εισοδήματος αναφέρουν ότι όλα τα φάρμακα για την υπέρταση που συνιστώνται από τον ΠΟΥ είναι γενικά διαθέσιμα σε φαρμακεία ή σε μονάδες πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
«Κάθε ώρα, πάνω από 1000 ζωές χάνονται από εγκεφαλικά επεισόδια και καρδιακές προσβολές λόγω υψηλής αρτηριακής πίεσης, αν και οι περισσότεροι από αυτούς τους θανάτους μπορούν να προληφθούν», δήλωσε ο Δρ. Tedros Adhanom Ghebreyesus, Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ.
«Οι χώρες έχουν τα εργαλεία για να αλλάξουν αυτήν την κατάσταση. Με πολιτική βούληση, συνεχείς επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις για την ενσωμάτωση του ελέγχου της υπέρτασης στις υπηρεσίες υγείας, μπορούμε να σώσουμε εκατομμύρια ανθρώπους και να διασφαλίσουμε καθολική κάλυψη υγείας για όλους», πρόσθεσε.
«Η ανεξέλεγκτη υψηλή αρτηριακή πίεση στοιχίζει περισσότερες από 10 εκατομμύρια ζωές κάθε χρόνο. Οι χώρες που ενσωματώνουν τη φροντίδα της υπέρτασης στην καθολική κάλυψη υγείας και στην πρωτοβάθμια περίθαλψη σημειώνουν πραγματική πρόοδο, αλλά πάρα πολλές χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος εξακολουθούν να μένουν πίσω», ανέφερε από την πλευρά της, η Δρ. Kelly Henning, επικεφαλής του Προγράμματος Δημόσιας Υγείας Bloomberg Philanthropies. «Οι ισχυρές πολιτικές που ευαισθητοποιούν και διευρύνουν την πρόσβαση στη θεραπεία είναι κρίσιμες για τη μείωση των καρδιαγγειακών παθήσεων και των προληπτικών θανάτων», ξεκαθάρισε.
Σημαντικά κενά στην πρόληψη και διαχείριση της υπέρτασης
Η ανάλυση δεδομένων από 195 χώρες και περιοχές δείχνει ότι 99 από αυτές έχουν εθνικά ποσοστά ελέγχου της υπέρτασης κάτω του 20%. Η πλειονότητα των ατόμων με υπέρταση ζει σε χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπου τα συστήματα υγείας αντιμετωπίζουν περιορισμούς πόρων.
Η έκθεση επισημαίνει σημαντικά κενά στην πρόληψη, τη διάγνωση, τη θεραπεία και τη μακροχρόνια φροντίδα της υπέρτασης. Βασικά εμπόδια περιλαμβάνουν τις αδύναμες πολιτικές προαγωγής της υγείας (σχετικά με τους παράγοντες κινδύνου όπως το αλκοόλ, η χρήση καπνού, η έλλειψη σωματικής άσκησης, το αλάτι και τα trans λιπαρά), την περιορισμένη πρόσβαση σε αξιόπιστες συσκευές αρτηριακής πίεσης, την έλλειψη τυποποιημένων πρωτοκόλλων θεραπείας και εκπαιδευμένων ομάδων πρωτοβάθμιας περίθαλψης, τις αναξιόπιστες αλυσίδες εφοδιασμού και τα δαπανηρά φάρμακα, την ανεπαρκή οικονομική προστασία για τους ασθενείς και τα ανεπαρκή συστήματα πληροφοριών για την παρακολούθηση των τάσεων.
Πρόσβαση σε φάρμακα
Η φαρμακευτική αγωγή για την αρτηριακή πίεση είναι ένα από τα πιο οικονομικά εργαλεία δημόσιας υγείας. Ωστόσο, μόνο 7 στις 25 (28%) χώρες χαμηλού εισοδήματος αναφέρουν γενική διαθεσιμότητα όλων των φαρμάκων που συνιστώνται από τον ΠΟΥ, σε σύγκριση με το 93% των χωρών υψηλού εισοδήματος.
Η έκθεση διερευνά τα εμπόδια και τις στρατηγικές για τη βελτίωση της πρόσβασης σε φάρμακα για την υπέρταση μέσω καλύτερων ρυθμιστικών συστημάτων τιμολόγησης και αποζημίωσης, διαχείρισης προμηθειών και εφοδιαστικής αλυσίδας, καθώς και βελτιωμένης συνταγογράφησης και χορήγησης αυτών των φαρμάκων.
«Υπάρχουν ασφαλή, αποτελεσματικά, χαμηλού κόστους φάρμακα για τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης, αλλά πάρα πολλοί άνθρωποι δεν μπορούν να τα προμηθευτούν», δήλωσε ο Δρ. Tom Frieden, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Resolve to Save Lives. «Ο περιορισμός αυτού του χάσματος θα σώσει ζωές και θα εξοικονομήσει δισεκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο», κατέληξε.