Πόσα φρούτα να τρώτε την ημέρα για υγιείς πνεύμονες

Πόσα φρούτα να τρώτε την ημέρα για υγιείς πνεύμονες
Julia Zolotova / Unsplash
Τρίτη, 30/09/2025 - 06:51

Τα φρούτα μπορεί να είναι το απροσδόκητο «κλειδί» για πιο υγιείς πνεύμονες.

Η κατανάλωση περισσότερων φρούτων φαίνεται πως μπορεί να προστατεύει τους πνεύμονες από τις βλάβες που προκαλεί η ατμοσφαιρική ρύπανση, ιδίως στις γυναίκες.

Ειδικότερα, μια μελέτη που παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας στο Άμστερνταμ διαπίστωσε ότι η κατανάλωση φρούτων μπορεί να μειώσει τις αρνητικές επιπτώσεις της ρύπανσης στη λειτουργία των πνευμόνων.

Τα αποτελέσματα της εν λόγω μελέτης παρουσίασε η Pimpika Kaewsri, υποψήφια διδάκτορας στο Κέντρο Περιβαλλοντικής Υγείας και Βιωσιμότητας του Πανεπιστημίου του Λέστερ στη Βρετανία.

Όπως εξηγεί η ίδια: «Περισσότερο από το 90% του παγκόσμιου πληθυσμού εκτίθεται σε επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης που ξεπερνούν τις οδηγίες του ΠΟΥ. Είναι γνωστό ότι η έκθεση σε υψηλότερα επίπεδα ρύπανσης συνδέεται με μείωση της πνευμονικής λειτουργίας. Από την άλλη πλευρά, μια διατροφή πλούσια σε φρούτα και λαχανικά έχει συσχετιστεί με καλύτερη λειτουργία των πνευμόνων. Θέλαμε λοιπόν να δούμε αν η διατροφή μπορεί να μετριάσει εν μέρει τις αρνητικές επιδράσεις της ρύπανσης».

Η ανάλυση βασίστηκε σε δεδομένα της UK Biobank από περίπου 200.000 άτομα. Η ερευνητική ομάδα συνέκρινε τις διατροφικές συνήθειες (κατανάλωση φρούτων, λαχανικών και δημητριακών ολικής άλεσης) με τη λειτουργία των πνευμόνων (FEV1, δηλαδή τον όγκο αέρα που εκπνέεται σε ένα δευτερόλεπτο) και την έκθεση σε λεπτά αιωρούμενα σωματίδια (PM2.5). Τα PM2.5 είναι πολύ μικρά σωματίδια, μεγέθους έως 2,5 μικρομέτρων, που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα από καυσαέρια οχημάτων και βιομηχανικές δραστηριότητες. Η ανάλυση έλαβε υπόψη και παράγοντες όπως ηλικία, ύψος και κοινωνικοοικονομική κατάσταση.

Τα φρούτα προστατεύουν τους πνεύμονές μας

Για κάθε αύξηση των PM2.5 κατά 5 μικρογραμμάρια ανά κυβικό μέτρο αέρα, παρατηρήθηκε μείωση της FEV1 κατά 78,1 ml στις γυναίκες που έτρωγαν λίγα φρούτα, ενώ η μείωση ήταν μικρότερη (57,5 ml) στις γυναίκες με υψηλή κατανάλωση φρούτων.

Η Kaewsri σημειώνει: «Η μελέτη μας έδειξε ότι η υγιεινή διατροφή συνδέεται με καλύτερη πνευμονική λειτουργία τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες, ανεξάρτητα από την έκθεση στη ρύπανση. Όμως, οι γυναίκες που κατανάλωναν τέσσερις ή περισσότερες μερίδες φρούτων την ημέρα είχαν μικρότερη μείωση στη λειτουργία των πνευμόνων σε σχέση με εκείνες που έτρωγαν λιγότερα φρούτα. Αυτό πιθανόν να οφείλεται στις αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ουσίες που περιέχουν τα φρούτα, οι οποίες μπορεί να μειώνουν το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή που προκαλούν τα μικροσωματίδια».

Επιπλέον, στους άνδρες της μελέτης παρατηρήθηκε γενικά χαμηλότερη κατανάλωση φρούτων. «Αυτό ίσως εξηγεί γιατί το προστατευτικό αποτέλεσμα των φρούτων απέναντι στη ρύπανση φάνηκε μόνο στις γυναίκες», προσθέτει η ερευνήτρια.

Η ίδια σχεδιάζει να επεκτείνει την έρευνα εξετάζοντας αν η διατροφή μπορεί να επηρεάζει τις αλλαγές στη λειτουργία των πνευμόνων με την πάροδο του χρόνου.

Σχολιάζοντας τη μελέτη, η καθηγήτρια Sara De Matteis, πρόεδρος της ειδικής ομάδας της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας για την επαγγελματική και περιβαλλοντική υγεία, στο Πανεπιστήμιο του Τορίνο, ανέφερε στο Science Daily:

«Η μελέτη αυτή επιβεβαιώνει τα οφέλη που μπορεί να έχει μια υγιεινή διατροφή για την αναπνευστική υγεία, ειδικά όταν περιλαμβάνει πολλά φρέσκα φρούτα. Ωστόσο, η πρόσβαση σε υγιεινή διατροφή δεν είναι ίδια για όλους. Παρότι οι ερευνητές έλαβαν υπόψη την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, δεν μπορεί να αποκλειστεί ότι υπάρχει κάποιος συγχυτικός παράγοντας.

Μια διατροφή πλούσια σε φυτικές τροφές πρέπει να ενθαρρύνεται από νωρίς, ήδη από το σχολείο, όχι μόνο για την πρόληψη χρόνιων ασθενειών, αλλά και για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος που προκαλεί η υπερκατανάλωση κρέατος. Αυτό βέβαια δεν απαλλάσσει τις κυβερνήσεις από την ευθύνη να μειώσουν τη ρύπανση του αέρα, καθώς δεν υπάρχουν ασφαλή επίπεδα έκθεσης, ούτε μεταθέτει την ευθύνη στα άτομα, των οποίων οι διατροφικές επιλογές συχνά περιορίζονται από οικονομικούς παράγοντες».

Τελευταία τροποποίηση στις 30/09/2025 - 03:17