Μια πρόσφατη ανασκόπηση 50 μελετών με περισσότερους από 1 εκατομμύριο συμμετέχοντες έδειξε ότι η βιταμίνη D μπορεί να μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου, αλλά και να βελτιώνει την επιβίωση των ασθενών που πάσχουν από τη νόσο.
Η ανασκόπηση, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Nutrients τον Απρίλιο του 2025, διαπίστωσε ότι τα υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D στον ορό συνδέονται με χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου του παχέος εντέρου. Επιπλέον, μεταξύ όσων είχαν ήδη τη νόσο, τα υψηλότερα επίπεδα βιταμίνης D σχετίστηκαν με καλύτερη επιβίωση και μειωμένη θνησιμότητα.
Οι ερευνητές σημείωσαν ότι η βιταμίνη D ενισχύει το ανοσοποιητικό σύστημα και συμβάλλει στη μείωση της φλεγμονής. Παράλληλα, φαίνεται να διαθέτει και αντικαρκινικές ιδιότητες, όπως η υποστήριξη του προγραμματισμένου κυτταρικού θανάτου και η αναστολή της ανεξέλεγκτης κυτταρικής ανάπτυξης.
Όπως εξήγησαν, η βιταμίνη D μπορεί να λειτουργήσει συμπληρωματικά με άλλες θεραπείες κατά του καρκίνου. Ωστόσο, επισήμαναν ότι χρειάζεται περισσότερη έρευνα, ιδιαίτερα μεγάλες, τυχαιοποιημένες κλινικές δοκιμές.
Κάποιες μελέτες έχουν δείξει ότι τόσο η διατροφική πρόσληψη όσο και τα συμπληρώματα βιταμίνης D ωφελούν την πρόληψη του καρκίνου του παχέος εντέρου, ενώ άλλες δεν εντόπισαν σημαντική σχέση. Οι διαφορές στα αποτελέσματα μπορεί να οφείλονται σε παράγοντες όπως ο δείκτης μάζας σώματος (ΔΜΣ), το φύλο ή η γενικότερη θρεπτική κατάσταση.
Οι ειδικοί θεωρούν χρήσιμο να διερευνηθεί περαιτέρω πώς η γενετική, ο τρόπος ζωής και οι άλλες θεραπείες επηρεάζουν τα αποτελέσματα της βιταμίνης D στον καρκίνο.
Ο αιματολόγος και ογκολόγος Wael Harb, από το MemorialCare Cancer Institute στην Καλιφόρνια, ο οποίος δεν συμμετείχε στη μελέτη, εξήγησε στο Medical News Today ότι:
«Για τα άτομα με καρκίνο του παχέος εντέρου, η διατήρηση επαρκών επιπέδων βιταμίνης D μπορεί να βοηθήσει στην υποστήριξη της ανοσολογικής επιτήρησης και ενδεχομένως να βελτιώσει τα αποτελέσματα όταν χρησιμοποιείται σε συνδυασμό με τις καθιερωμένες θεραπείες. Το σημαντικό είναι ότι η ανασκόπηση αυτή υπογραμμίζει την ανάγκη για εξατομικευμένες προσεγγίσεις, καθώς οι απαιτήσεις σε βιταμίνη D μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τη γενετική, τα αρχικά επίπεδα και τα συνυπάρχοντα νοσήματα».
Η βιταμίνη D είναι απαραίτητη για πολλές λειτουργίες του οργανισμού, όπως η ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος και η ρύθμιση της φλεγμονής. Περιέχεται φυσικά σε ορισμένα τρόφιμα, προστίθεται σε άλλα και διατίθεται σε μορφή συμπληρωμάτων διατροφής. Παράλληλα, το δέρμα μπορεί να παράγει βιταμίνη D ως απόκριση στην έκθεση στον ήλιο.
Η συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη για τους περισσότερους ανθρώπους είναι περίπου 15 μικρογραμμάρια (mcg) ή 2.000 διεθνείς μονάδες (IU), ωστόσο η έλλειψη βιταμίνης D παραμένει μια από τις πιο συχνές διατροφικές ελλείψεις παγκοσμίως.








