Οι ξυλόσομπες μπορεί να βλάπτουν τους πνεύμονες με τρόπο παρόμοιο με τον καπνό του τσιγάρου, προειδοποιούν οι επιστήμονες.
Ειδικότερα, μελέτη που παρουσιάστηκε στο Ευρωπαϊκό Συνέδριο Πνευμονολογίας στο Άμστερνταμ έδειξε ότι όσοι χρησιμοποιούν ξυλόσομπες χάνουν πιο γρήγορα πνευμονική χωρητικότητα σε σχέση με όσους δεν τις χρησιμοποιούν, παρότι οι χρήστες τους είναι συνήθως πιο εύποροι, υγιείς και καπνίζουν λιγότερο.
Οι επιστήμονες ανέλυσαν μετρήσεις πνευμονικής λειτουργίας που επαναλαμβάνονταν για οκτώ χρόνια, εστιάζοντας στον όγκο αέρα που μπορεί να εκπνεύσει κανείς δυναμικά στο πρώτο δευτερόλεπτο. Οι χαμηλές τιμές συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο αναπνευστικών νοσημάτων, αναπηρίας και πρόωρου θανάτου.
Η δρ. Laura Horsfall, κύρια ερευνήτρια στο University College London, τόνισε στη Daily Mail: «Η μελέτη μας δείχνει ότι τα υψηλά επίπεδα σωματιδίων από τις ξυλόσομπες βλάπτουν τους ιστούς του αναπνευστικού και προκαλούν φλεγμονή με τρόπο παρόμοιο με τον καπνό του τσιγάρου». Υπενθύμισε ακόμη ότι η καύση ξύλων στο σπίτι εκπέμπει επικίνδυνους ρύπους, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένων γνωστών καρκινογόνων.
Αν και για την Ελλάδα δεν υπάρχουν ακριβή δεδομένα, στη Βρετανία, τα στερεά καύσιμα για οικιακή χρήση (κυρίως ξύλο αλλά και κάρβουνο σε σόμπες και τζάκια) ευθύνονται πλέον για το 20% της πιο επικίνδυνης ατμοσφαιρικής ρύπανσης από λεπτά σωματίδια. Η ποσότητα αυτή είναι πέντε φορές μεγαλύτερη από αυτή που προέρχεται από τα καυσαέρια των αυτοκινήτων. Οι ετήσιες εκπομπές από την καύση ξύλων έχουν σχεδόν διπλασιαστεί μέσα σε λίγο περισσότερο από μια δεκαετία, από 3.200 τόνους το 2009 σε 6.000 τόνους το 2023.
Σε φτωχότερες χώρες, όπου τα ξύλα χρησιμοποιούνται εκτενώς για μαγείρεμα και θέρμανση, έχει ήδη αποδειχθεί η σύνδεση με άσθμα, χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και καρκίνο του πνεύμονα. Η νέα μελέτη είναι η πρώτη μεγάλης κλίμακας σε ανεπτυγμένη χώρα που καταδεικνύει αντίστοιχες επιπτώσεις.
Η καθηγήτρια Ane Johannessen, επικεφαλής της ομάδας επιδημιολογίας και περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας, που δεν συμμετείχε στη μελέτη, ανέφερε: «Στην Ευρώπη παρατηρούμε αυξανόμενη τάση για χρήση ξυλόσομπας στο σπίτι. Γνωρίζουμε από έρευνες σε άλλες περιοχές του κόσμου ότι η καύση ξύλων είναι επιβλαβής και προκαλεί άσθμα, ΧΑΠ και καρκίνο του πνεύμονα. Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι οι ξυλόσομπες που χρησιμοποιούνται στα ευρωπαϊκά σπίτια μπορεί να έχουν παρόμοιες συνέπειες και θα πρέπει να θεωρούνται πιθανός περιβαλλοντικός παράγοντας κινδύνου, ειδικά όταν υπάρχουν ανεξήγητα προβλήματα στην πνευμονική λειτουργία».
Σύμφωνα με την ίδια, τα νεότερα μοντέλα με την ευρωπαϊκή πιστοποίηση «Eco-design» θεωρούνται γενικά πιο καθαρά από τις παραδοσιακές ξυλόσομπες, αλλά πολλά σπίτια εξακολουθούν να χρησιμοποιούν παλαιότερα, ενώ και τα καινούργια δεν είναι απολύτως ασφαλή. «Οι πολίτες θα πρέπει να γνωρίζουν ότι οι σόμπες αυτές μπορεί να βλάπτουν τους ίδιους και τις οικογένειές τους, και οι γιατροί να ρωτούν τους ασθενείς τους αν τις χρησιμοποιούν στο σπίτι», τόνισε.
Ιδιαίτερα ευάλωτα θεωρούνται τα παιδιά, των οποίων οι πνεύμονες βρίσκονται ακόμη σε ανάπτυξη, και οι ηλικιωμένοι, που συχνά έχουν ήδη μειωμένη αναπνευστική ικανότητα.
Στις ΗΠΑ, οι αρχές έχουν εκφράσει παρόμοιες ανησυχίες. Έρευνα της Υπηρεσίας Προστασίας Περιβάλλοντος αποκάλυψε ότι πολλές ξυλόσομπες εκπέμπουν περισσότερους ρύπους από όσους δηλώνουν οι κατασκευαστές, γεγονός που οδήγησε σε αγωγές από περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Παράλληλα, τα στοιχεία του NHS δείχνουν ότι την τελευταία δεκαετία έχουν αυξηθεί οι νοσηλείες λόγω κρίσεων άσθματος και άλλων οξέων αναπνευστικών προβλημάτων σε άτομα κάτω των 50 ετών, με την ατμοσφαιρική ρύπανση να αποτελεί σημαντικό παράγοντα.